Η ξέφρενη πορεία των τιμών στις δημοπρασίες του οίκου Κρίστις στη Νέα Υόρκη φαίνεται να μη σταματά. Και μετά το ρεκόρ με τον πίνακα του Πάμπλο Πικάσο «Γυναίκες της Αλγερίας» (εκδοχή Ο) που αναδείχθηκε στο ακριβότερο έργο τέχνης που έχει πωληθεί ποτέ σε δημοπρασία για 179,4 εκατ. δολάρια, οι υψηλές τιμές συνεχίστηκαν με τον πίνακα του Λούσιαν Φρόιντ «Υπεύθυνη επιδομάτων ξεκουράζεται» (Benefits Supervisor Resting) που άλλαξε χέρια για 56,2 εκατ. δολάρια, ενώ το «Πορτρέτο της Ενριέτα Μοράες» του Φράνσις Μπέικον πωλήθηκε για 47,8 εκατ. δολάρια –μέσα σε τρεις ημέρες ο οίκος Κρίστις έκανε τζίρο πάνω από ένα δισ. δολάρια.

Ποιος πλήρωσε 179,4 εκατ. δολάρια για να αποκτήσει έναν πίνακα του Πικάσο το βράδυ της Δευτέρας δεν το έχουμε μάθει ακόμη. Και μαζί δεν έχουμε πληροφορηθεί ούτε από πού προέρχονται τα χρήματα ούτε το κίνητρο εκείνου ή εκείνων που αποφάσισαν να ξοδέψουν αυτό το ποσό για την απόκτηση ενός και μόνο έργου τέχνης. Υπάρχει όμως κάτι που γνωρίζουμε: ότι η άνοδος σε αστρονομικά επίπεδα των τιμών στα έργα τέχνης τα τελευταία χρόνια ταυτίζεται σε μεγάλο ποσοστό με την πορεία ανόδου της ανισότητας παγκοσμίως. Πρόκειται για απλά μαθηματικά. Ο αριθμός των έργων του Πικάσο ή του Τζιακομέτι επί παραδείγματι –έργα των οποίων πωλήθηκαν για λίγο περισσότερα από 179 εκατ. δολάρια έκαστο –είναι συγκεκριμένος. Μεταβλητή είναι μόνο η παράμετρος του αριθμού των ανθρώπων που θέλουν και συνάμα έχουν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν πανάκριβα έργα τέχνης. Οι συνεργάτες σε δικηγορικά γραφεία έχουν δει τα εισοδήματά τους να αυξάνονται ταχύτερα από εκείνα των επιτυχημένων οδοντιάτρων. Τα εισοδήματα των διευθυνόντων συμβούλων μεγάλων εταιρειών όμως δείχνουν ότι αυξάνονται γρηγορότερα από εκείνα των δικηγόρων, ενώ και εκείνοι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι δηλαδή, μένουν πίσω σε σχέση με τους διαχειριστές αμοιβαίων κεφαλαίων υψηλού κινδύνου.

Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΠΙΚΕΤΙ. Οπως φαίνεται, εκείνοι που τελικά μπορούν να πληρώσουν ένα ποσό με εννέα ψηφία για να αποκτήσουν ένα έργο του Πικάσο είναι ακόμη λιγότεροι, τουλάχιστον αν βασιστεί κάποιος σε όσα υποστηρίζει ο γάλλος οικονομολόγος Τομά Πικετί. Εναλλακτικά μπορούμε να ρίξουμε μια προσεκτική ματιά στην αγορά έργων, συγκεκριμένα του Πικάσο. Ας υποθέσουμε ότι κάποιος δεν θα ξόδευε περισσότερο από το 1% των συνολικών ιδίων κεφαλαίων του για να αγοράσει μόνο έναν πίνακα. Βάσει αυτής της υπόθεσης, ο νέος ιδιοκτήτης του πίνακα «Γυναίκες της Αλγερίας» θα έπρεπε να διαθέτει περιουσία τουλάχιστον της τάξης των 17,9 δισ. δολαρίων. Μια ματιά στη λίστα των δισεκατομμυριούχων του «Forbes» υποδεικνύει τους 50 πιθανούς αγοραστές για το συγκεκριμένο έργο σε παγκόσμια κλίμακα.

Βεβαίως και υπάρχουν επενδυτές που θα ήταν πρόθυμοι να διαθέσουν πάνω από το 1% των ιδίων κεφαλαίων τους για να αποκτήσουν έναν πίνακα. Ο μεγιστάνας των καζίνο Στιβ Γουίν, για παράδειγμα, δήλωσε ότι διεκδίκησε το έργο του Πικάσο στην επίμαχη δημοπρασία έως τα 125 εκατ. δολάρια, ποσό που αντιστοιχεί στο 3,7% των εκτιμώμενων ιδίων κεφαλαίων του. Δεν αποκλείεται μάλιστα η λίστα του «Forbes» να εμπεριέχει ορισμένες ανακρίβειες ή να έχουν διαφύγει από τους συντάκτες της πάμπλουτες οικογένειες που έχουν καταφέρει να κρατήσουν μυστικό το μέγεθος της περιουσίας τους.

Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ωστόσο ότι η δεξαμενή των πιθανών αγοραστών έχει διευρυνθεί πολύ σε σχέση με το 1997, χρονιά κατά την οποία είχε ξανά δημοπρατηθεί ο συγκεκριμένος πίνακας. Κάνοντας την πληθωριστική προσαρμογή, για να αγοράσει τον πίνακα κάποιος το 1997 η περιουσία του έπρεπε να είναι 12,3 δισ. δολάρια και η λίστα του «Forbes» τη συγκεκριμένη χρονιά μετά βίας περιελάμβανε δώδεκα οικογένειες παγκοσμίως με ανάλογα χρήματα.

Με άλλα λόγια ο αριθμός των ανθρώπων –σύμφωνα πάντα με αυτή τη μέτρηση –που θα μπορούσαν να αγοράσουν τον πίνακα έχει τετραπλασιαστεί από την τελευταία φορά που βγήκε σε δημοπρασία. Αυτό εξηγεί για ποιο λόγο η τιμή του έργου εκτοξεύτηκε από τα 31,9 εκατ. δολάρια το 1997 στα 179,4 εκατ. προ ημερών, αύξηση δηλαδή της τάξης του 462%, ενώ σύμφωνα με την προσαρμογή του πληθωρισμού έπρεπε να κοστίζει 46,7 εκατ. Επειδή έχει αυξηθεί κατακόρυφα ο αριθμός των δυνητικών αγοραστών, ήτοι η ζήτηση.

Οσο για το μέλλον; Κίνδυνοι υπάρχουν πολλοί. Η τέχνη υπόκειται στους κανόνες της μόδας και ο νέος ιδιοκτήτης του πίνακα του Πικάσο μπορεί όχι απλώς να μη βγάλει κέρδος αλλά να μην πάρει πίσω ούτε τα χρήματά του, αν οι προτιμήσεις αλλάξουν. Παράλληλα, τόσο στην Κίνα όσο και στην Ευρώπη και στην Αμερική γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπιστούν η διαφθορά και το ξέπλυμα χρήματος μέσω της τέχνης. Παράγοντες που σαφώς μπορούν να παίξουν ρόλο στην αλλαγή του τοπίου, όχι όμως τόσο καταλυτικό, αν δεν μπει φρένο στην ανισότητα καταμερισμού του πλούτου, μια τάση που αναπτύσσεται ταχύτερα από την αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού.