Η διαφαινόμενη κάποια στιγμή έκβαση των διαπραγματεύσεων με τους Θεσμούς για τη χρηματοδότηση της χώρας επιβεβαιώνει ότι -δυστυχώς- για μια υπερχρεωμένη χώρα που έχει αποκλεισθεί από τις αγορές δεν υπάρχει ουσαστικά άλλη εναλλακτική επιλογή εκτός από την επίσημη χρηματοδότηση στη βάση προγράμματος, με επαχθείς όρους και προϋποθέσεις (ίσως και τη χρεοκοπία ). Χρήματα, δανεικά χωρίς προϋποθέσεις, δεν δίδονται. Η προεκλογική θέση του ΣΥΡΙΖΑ για μια άλλη εναλλακτική προσέγγιση διαψεύδεται από την αδήριτη πραγματικότητα. Υπήρχε όμως ένας εναλλακτικός δρόμος περισσότερο σύγχρονος και ευρωπαϊκός στην προώθηση μεταρρυθμίσεων εγχώριας ιδιοκτησίας, όπως π.χ. για τη στελέχωση του εν ευρεία εννοία κρατικού μηχανισμού. Η κυβέρνηση της Αριστεράς θα όφειλε να αποφύγει να επαναλάβει, και μάλιστα στην πλέον ακραία τους μορφή, τις πρακτικές του παλαιοκομματικού κρατισμού (πελατειασμός/clientelism, νεποτισμός, κ.ά.). Θα μπορούσε να εγκαινιάσει ένα νέο ευρωπαϊκό ήθος διαφάνειας και αξιοκρατίας σύστοιχο με τις βασικές αξίες της σύγχρονης ανοιχτής δημοκρατίας. Δεν το πράττει (όπως θεμελιώνεται και στη σχετική έρευνα των Νέων του περασμένου Σαββάτου). Στελεχώνει τον κρατικό μηχανισμό με κομματικά στελέχη, συγγενείς και φίλους κάθε μορφής χωρίς καμιά προηγούμενη αξιολόγηση. Το επιχείρημα ότι «αυτό έκαναν και οι προηγούμενοι» είναι εντελώς σαθρό. Το έκαναν, πράγματι, γι’ αυτό η Ελλάδα έφθασε σ’ αυτή τη θλιβερή κατάσταση.. .

Από την Αριστερά θα περίμενε κάποιος τη ριζική ρήξη με το παρελθόν και όχι την επανάληψή του. Θα περίμενε ακόμη να είναι αταλάντευτος υπέρμαχος της διαφάνειας στον δημόσιο βίο και όχι να συρρικνώνει, π.χ., τη Διαύγεια, μια από τις ελάχιστες γνήσιες μεταρρυθμίσεις ελληνικής ιδιοκτησίας των τελευταίων χρόνων. Στις ώριμες δημοκρατίες του ευρωπαϊκού χώρου, η αλλαγή κυβέρνησης δεν συνεπάγεται παρά την αντικατάσταση ελάχιστων κρατικών λειτουργών (μετριούνται στα δάχτυλα των χεριών). Αυτό το πρότυπο φαίνεται φυσικά εντελώς εξωπραγματικό για την Ελλάδα με τη συγκεκριμένη πολιτική κουλτούρα, τη συγκεκριμένη ιστορική διαδρομή και ποιότητα πολιτικών θεσμών.

Ωστόσο, η τοποθέτηση των οποιωνδήποτε νέων κρατικών στελεχών θα μπορούσε τουλάχιστον να σέβεται ορισμένα βασικά κριτήρια αξιοκρατίας και κανόνες διαφάνειας. Δεν συμβαίνει αυτό. Και δυστυχώς, σε όλες τις περιπτώσεις (υποτιθέμενων)μεταρρυθμίσεων εγχώριας παραγωγής και ιδιοκτησίας (από τη διοίκηση έως την εκπαίδευση) η κατεύθυνση δείχνει προς το παρελθόν παρά προς το εκσυχρονιστικό μέλλον. Έτσι, με τον τρόπο αυτό, η Ελλάδα απομακρύνεται ακόμη περισσότερο από το πρότυπο της κανονικής ευρωπαϊκής χώρας (έστω κι αν κάποια στιγμή φθάσουμε σε συμφωνία για τη χρηματοδότηση).

*Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.