Είναι κάτι σαν déjà vu. Στις εκλογές του 1992 δημοσκοπικά ινστιτούτα και αναλυτές προέβλεπαν ότι κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα δεν θα κατάφερνε να συγκεντρώσει την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή. Αυτό που έμενε να φανεί, επομένως, ήταν εάν το νήμα θα έκοβε πρώτος ο Τζον Μέιτζορ, ηγέτης των Συντηρητικών και διάδοχος της Μάργκαρετ Θάτσερ στην πρωθυπουργία, ή ο ηγέτης των Εργατικών Νιλ Κίνοκ. Το αποτέλεσμα όμως ήταν απρόβλεπτο –τόσο απρόβλεπτο ώστε προκάλεσε έκπληξη ακόμη και στους Τόρις. Οι κάλπες της 9ης Απριλίου έδωσαν το 42,8% των ψήφων και 336 έδρες στους Συντηρητικούς και άφησαν τους Εργατικούς με το 30,8% και 229 έδρες.

Οι εκλογές εκείνες θεωρήθηκαν ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της πολιτικής ιστορίας της Βρετανίας του 20ού αιώνα. Ο 21ος αιώνας βρήκε το δικό του μυστήριο από τις αρχές του. Κανένας δεν μπόρεσε να προβλέψει τον θρίαμβο των Συντηρητικών και την πανωλεθρία των Εργατικών. Οπως και τότε έτσι και τώρα: Κάμερον και Μίλιμπαντ φαινόταν να δίνουν μια μάχη στήθος με στήθος από την οποία ήταν άγνωστο ποιος θα έβγαινε στο τέλος νικητής. Το έργο επαναλήφθηκε σχεδόν αυτούσιο: όχι μόνο ο Ντέιβιντ Κάμερον έκοψε πρώτος το νήμα, αλλά τα επόμενα πέντε χρόνια θα κυβερνήσει μόνος του αφού κατάφερε να κατακτήσει την πολυπόθητη αυτοδυναμία. Είναι θρίαμβος από κάθε άποψη. Οι Συντηρητικοί κέρδισαν 23 επιπλέον έδρες σε σχέση με τις εκλογές του 2010, ενώ την ίδια ώρα οι Εργατικοί του Εντ Μίλιμπαντ έχαναν 26 έδρες.

Τι πήγε στραβά για τον γιο του μαρξιστή διανοούμενου που, αν και κουβαλούσε τη στάμπα του λούζερ σχεδόν σε όλη τη θητεία του ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατάφερε στην προεκλογική περίοδο να αποκτήσει τέτοια δυναμική που έκανε πολλούς έγκυρους αναλυτές να πιστέψουν ότι θα ήταν ο επόμενος πρωθυπουργός; Και πώς κατάφερε ο Ντέιβιντ Κάμερον να βγει ενισχυμένος έπειτα από πέντε χρόνια λιτότητας και χωρίς να είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στην κοινή γνώμη; Τα ερωτήματα αυτά συνοδεύει ακόμη ένα: γιατί έπεσαν τόσο τραγικά έξω οι δημοσκοπήσεις;

Οπως σημειώνει η «Γκάρντιαν», απάντηση ακόμη δεν μπορεί να υπάρξει. Είναι πιθανόν οι ψηφοφόροι να είπαν ψέματα στους δημοσκόπους είτε επειδή ντρέπονταν είτε επειδή άλλαξαν γνώμη πίσω από το παραβάν. Είναι εξίσου πιθανό η επιστήμη των δημοσκοπήσεων να μην έχει αντιληφθεί ποιες είναι οι προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη την εποχή του Διαδικτύου και της καταιγιστικής πληροφόρησης. Πολύ μελάνι θα χυθεί για να δοθεί μια απάντηση –ο βρετανικός Τύπος δημοσίευε έρευνες και αναλύσεις για το μυστήριο του 1992 για πολλά χρόνια μετά.

Οσο για τον συσχετισμό δυνάμεων ανάμεσα στους Συντηρητικούς και στους Εργατικούς, οι αριθμοί δείχνουν ότι αυτός διαμορφώθηκε από εξωδικομματικούς παράγοντες και όχι από τα δύο μεγάλα κόμματα. Αντίθετα, στη μεταξύ τους μονομαχία το ισοζύγιο είναι υπέρ των χαμένων: οι Εργατικοί απέσπασαν δέκα έδρες από τους Συντηρητικούς ενώ οι Συντηρητικοί πήραν επτά από τους Εργατικούς. Οι παράγοντες που φαίνεται να διαμόρφωσαν το αποτέλεσμα ήταν, πρώτον, ένας άλλος θρίαμβος: αυτός των Σκωτσέζων της Νίκολα Σέρτζον, η οποία απέσπασε τις 56 από τις 59 έδρες της Σκωτίας που παραδοσιακά ανήκαν στους Εργατικούς. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η κατάρρευση των Φιλελεύθερων Δημοκρατών από τις 57 στις 8 έδρες. Αλλά οι αριθμοί δεν αρκούν πάντα για να λύσουν τα μυστήρια.

Ιδιος πρωθυπουργός, πολλές αλλαγές

Ο πρωθυπουργός δεν αλλάζει μετά τις εκλογές της Πέμπτης – αλλάζει όμως το πολιτικό σκηνικό. Ο Εντ Μίλιμπαντ των Εργατικών, ο Νικ Κλεγκ των Φιλελεύθερων Δημοκρατών και ο Νάιτζελ Φάρατζ του UKIP υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους, ενώ η ανανέωση της Βουλής έφθασε έως την 20χρονη Μάρε Μπλακ του SNP, η οποία έγινε η νεότερη βουλευτής που έχει εκλεγεί εδώ και 350 χρόνια στο Οουέστμινστερ. Αυτό που μένει να φανεί είναι εάν θα υπάρξουν αλλαγές και στην πολιτική του Κάμερον – ειδικά στο θέμα του δημοψηφίσματος για τη σχέση της Βρετανίας με την ΕΕ. Αναλυτές εκτιμούν ότι το αποτέλεσμα είναι πιθανόν να απομακρύνει το ενδεχόμενο της διεξαγωγής του.