«Δεν θέλουμε άλλο δράμα». Τη φράση επαναλάμβανε πηγή που βρίσκεται κοντά στις συζητήσεις της ελληνικής κυβέρνησης με τους θεσμούς για να περιγράψει τη διαφορετική γλώσσα που μιλάει η Αθήνα και κάποιοι από τους εκπροσώπους των δανειστών. Το γεγονός ότι η Κριστίν Λαγκάρντ βρήκε χρόνο να συναντηθεί με τον Γιάνη Βαρουφάκη ανήμερα το Πάσχα των καθολικών παραπέμπει σε εικόνα κορύφωσης της διαπραγμάτευσης που αφορά το κρίσιμο και πράγματι δραματικό για την Ελλάδα ζήτημα της χρηματοδότησης.

Στη συνάντηση τον έλληνα υπουργό συνόδευε ο πρώην εκπρόσωπος της Ελλάδας στο ΔΝΤ Παναγιώτης Ρουμελιώτης, ενώ τη γενική διευθύντρια του Ταμείου ο επικεφαλής πλέον του Ευρωπαϊκού Τμήματός του Πολ Τόμσεν.

Για την ώρα η ελληνική κυβέρνηση και το ΔΝΤ φαίνονταν να είναι χαμένοι στη μετάφραση. Για την κυβέρνηση, το Ταμείο «δεν έχει βρει τη θέση του» στο μετά την 20ή Φεβρουαρίου πλαίσιο. Για το Ταμείο, η παρούσα διαδικασία είναι η μετεξέλιξη της πέμπτης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος. Με δεδομένο ότι η προηγούμενη κυβέρνηση δεν ολοκλήρωσε ποτέ την αξιολόγηση, δεν μπορεί βάσει των αυστηρών κανόνων που διέπουν τη λειτουργία του και να εκταμιεύσει δόση προς την Ελλάδα. Με απλά λόγια, για τους ανθρώπους του Ταμείου βρίσκεται σε ισχύ το Μνημόνιο που λήγει την άνοιξη του 2016. Οπως έλεγαν αρμόδιες πηγές, «οι δύο πλευρές δεν μιλούν την ίδια γλώσσα».

Επισήμως, ο Γιάνης Βαρουφάκης είχε προγραμματισμένο ραντεβού (για σήμερα) με τον αμερικανό υφυπουργό Οικονομικών για τις Διεθνείς Υποθέσεις Νέιθαν Σιτς και με την οικονομική σύμβουλο του Μπαράκ Ομπάμα Καρολάιν Ατκινσον, και με την ευκαιρία ζήτησε και έκλεισε ραντεβού με τη γενική διευθύντρια του Ταμείου. Αυτό προκειμένου να θέσει στην Λαγκάρντ το μείζον ζήτημα της χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας με το πάγιο επιχείρημα ότι η Αθήνα πληρώνει τόκους και τις υποχρεώσεις της προς τους δανειστές, χωρίς όμως να παίρνει σε αντάλλαγμα χρηματοδότηση.

Προς τούτο συνηγορεί το γεγονός ότι την ώρα που από την Κομισιόν διαφαίνεται αχτίδα φωτός στις διαπραγματεύσεις που θα επέτρεπαν την εκταμίευση χρημάτων, το ΔΝΤ εμφανίζεται και πάλι να τηρεί σκληρή στάση. Το παράδοξο είναι ότι από μια άποψη κάποιες από τις προτάσεις που έχει κατά καιρούς βάλει στο τραπέζι βρίσκουν σύμφωνο τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά αυτές αφορούν τη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου και των «ολιγαρχών» και άλλες μεταρρυθμίσεις για την ανεξαρτησία της φορολογικής Διοίκησης. Γιατί, σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, η εμμονή του ΔΝΤ στις ομαδικές απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα και στην περικοπή των συντάξεων και των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων αποτελεί κόκκινο πανί για το κυβερνών κόμμα.

Ωστόσο, πηγές που βρίσκονταν κοντά στις συζητήσεις με τους εκπροσώπους των θεσμών έλεγαν ότι «δεν βρισκόμαστε καν εκεί». Πληροφορίες αναφέρουν ότι πολλές από τις συναντήσεις των τεχνικών κλιμακίων στην Αθήνα ακυρώθηκαν το τελευταίο διάστημα, ενώ δεν είναι απολύτως σαφές ποιος είναι επικεφαλής από την ελληνική πλευρά. Πάντως, δεν αποχώρησαν όλα τα μέλη των τεχνικών κλιμακίων λόγω του Καθολικού Πάσχα. καθώς, σύμφωνα με πληροφορίες, ορισμένα χαμηλόβαθμα στελέχη έχουν μείνει στην Αθήνα. Μένει να φανεί αν η παραμονή τους έγινε για τα μάτια του κόσμου ή για να εντατικοποιηθεί η διαπραγμάτευση αμέσως μετά το Πάσχα των ορθοδόξων.

ΤΟ ΒΕΡΟΛΙΝΟ. Η άκαμπτη στάση του Ταμείου – το οποίο βρίσκεται σε συνεννόηση με το Βερολίνο – θεωρείται μια από τις βασικές αιτίες για την κατάρρευση των διαπραγματεύσεων από το περασμένο φθινόπωρο και έπειτα που είχαν ως αποτέλεσμα η τρόικα να μην έρθει ποτέ στην Αθήνα. Μια άλλη ερμηνεία, βέβαια, θεωρεί ως βασικό υπαίτιο για το γεγονός ότι η πέμπτη αξιολόγηση δεν έκλεισε ποτέ τη σκληρή στάση της ΕΚΤ. Και οι δύο θεσμοί, πάντως, θεωρούνται σκληρότεροι, λόγω των καταστατικών τους, έναντι της πιο ευέλικτης (και με πολιτικές ευαισθησίες) Κομισιόν. Οι διαφορετικές στοχεύσεις των θεσμών δεν ήταν, εξάλλου, άμοιρες ευθυνών για τις κατά καιρούς διαφωνίες και στους κόλπους της τρόικας.

Παρότι, σύμφωνα με μια γραμμή πληροφόρησης, ο Πολ Τόμσεν έχει απευθείας γραμμή με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, το Βερολίνο ούτε τότε ούτε σήμερα αποδέχεται μερίδιο ευθύνης για την άκαμπτη στάση του ΔΝΤ και παραπέμπει πάντα στις διαπραγματεύσεις των θεσμών και των τεχνικών κλιμακίων. Αρμόδιες πηγές έλεγαν μάλιστα ότι το ΔΝΤ δεν είναι ευρωζώνη καθώς τα συμφέροντα των κρατών που το απαρτίζουν είναι διαφορετικά και ενίοτε συγκρουόμενα μεταξύ τους. Η διαπίστωση αυτή αποτελεί και μια έμμεση υπόμνηση στο ότι αν θέλει η ελληνική κυβέρνηση διαφορετική μεταχείριση από το Ταμείο, τότε μάλλον θα πρέπει να συνομιλήσει διμερώς με τις διάφορες χώρες.

ΟΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ. Το βέβαιο είναι ότι το Ταμείο έχει εμμονή στις μεταρρυθμίσεις, αφού θεωρεί ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις εστίασαν υπερβολικά στα δημοσιονομικά αφήνοντας κατά μέρους μεταρρυθμίσεις που θα είχαν πολιτικό κόστος καθώς θα έπλητταν ειδικές ομάδες συμφερόντων. Η ακαμψία του ΔΝΤ συνδέεται και με το καταστατικό του που ομνύει υπέρ των μεταρρυθμίσεων αλλά και με το γεγονός ότι, όπως διακηρύσσουν επανειλημμένα σε έλληνες αξιωματούχους στελέχη του Ταμείου, «εμείς δεν είμαστε πολιτικός οργανισμός».

Σύμφωνα με μια γραμμή πληροφόρησης, εξάλλου, το περασμένο φθινόπωρο στελέχη του Ταμείου διεμήνυαν ότι η τρόικα δεν θα ερχόταν αν η κυβέρνηση δεν έβαζε κάποια από τα καυτά θέματα της διαπραγμάτευσης στο τραπέζι. Αφηναν μάλιστα να εννοηθεί ότι η σκληρή τους στάση θα καμπτόταν αν υπήρχε κάποιο σήμα από το Βερολίνο ότι η κυβέρνηση έπρεπε να στηριχθεί για να μη γίνουν πρόωρες εκλογές.

Η αξιολόγηση δεν έγινε ποτέ καθώς οι εκπρόσωποι των δανειστών θεωρούσαν ότι η κυβέρνηση δεν ήταν διατεθειμένη να προχωρήσει σε καμία μεταρρύθμιση, ειδικά στο Ασφαλιστικό. Πηγές που βρίσκονταν τότε κοντά σε συζητήσεις με την τρόικα έλεγαν ότι η κυβέρνηση είχε δραματοποιήσει την κατάσταση. Περιέγραφαν τον πρωθυπουργικό σύμβουλο Σταύρο Παπασταύρου, ο οποίος μέχρι τότε είχε χτίσει αυστηρό προφίλ τεχνοκράτη, να χτυπάει το χέρι στο τραπέζι και να φωνάζει. Οπως έλεγαν, «η κατάσταση έγινε δραματική με φωνές και αντεγκλήσεις. Αλλά εμείς δεν θέλουμε δράμα. Θέλουμε να μιλάμε την ίδια γλώσσα».