Μ’ αρέσει που δεν αλλάζει με τα χρόνια. Είναι μεγάλη παρηγοριά οι φίλοι που δεν αλλάζουν.

– Μ’ αρέσει που γελάει. Με όλους, με όλα. Γυμνασιακά, του λέω. Μεταδοτικά. Προπαντός παράλογα. Μερικές φορές συμφωνεί.

– Μ’ αρέσει που σηκώνεται ξημερώματα και γράφει. Μ’ αρέσει η διαρκής του σχέση με την ποίηση. Μια ανοιχτή γραμμή.

– Μ’ αρέσει όταν λέει «γράφω», «έγραψα». Το λέει κανονικά. Σαν κανονικός άνθρωπος. Σαν να μιλάει για κάτι που μπορεί να συμβεί σε κάθε κανονικό άνθρωπο.

– Μ’ αρέσει ο τρόπος του όταν παρατηρεί τους ανθρώπους. Παραμορφώνει με μικροσκόπιο.

– Μ’ αρέσει η σχέση του με τον ιδιωτικό του χώρο. Το δέσιμό του με τα αντικείμενα. Τα άδεια μπουκάλια στο Κουκάκι, στο παράθυρο που έβλεπε στον φωταγωγό. Η προσωπική του πινακοθήκη στο χολ του Παπάγου. Η αγωνία του να μαζέψει τις φωτογραφίες όλων μας.

– Μ’ αρέσει η σχέση του με τα γκαρσόνια. Ονόματα, οικογενειακές λεπτομέρειες. Από τότε που το Κολωνάκι είχε μια αλλιώτικη πλατεία. Ως το Greek House και το Ιντεάλ.

– Μ’ αρέσει η σχέση του με τα λουλούδια. Και η σχέση του με τα υπαίθρια ανθοπωλεία.

– Μ’ αρέσει ο Γιάννης των ταξιδιών. Στην Καλαμάτα. Στην Αλεξανδρούπολη. Ο Γιάννης που μας φωνάζει να βάλουμε ζακέτα για να μην κρυώσουμε. Ο Γιάννης που κλείνει τα παράθυρα του αυτοκινήτου. Ο Γιάννης που χορεύει. Ο Γιάννης που θυμάται τη συνθήκη του Κιουτσούκ-Καϊναρτζί. Ο Γιάννης που, «πρώτον», δεν πίνει καφέ.

– Μ’ αρέσει η απόλυτη αίσθησή του περί φιλίας. Μ’ αρέσει να τον ακούω να λέει «είναι πολύ φίλος μου», «είναι αδελφός μου». Το εννοεί πάντα.

– Μ’ αρέσει η σχέση του με τα παλιά. Με τους φίλους που δεν υπάρχουν πια. Με τις παλιές του αγάπες.

– Μ’ αρέσει η σχέση του με τον χρόνο. Εχει μια απίστευτη ακρίβεια. Κι όμως δεν θέλει να του θυμίζω πόσα χρόνια γνωριζόμαστε. Ούτε να του λέω χρόνια πολλά στα γενέθλιά του.

– Μ’ αρέσει η σχέση του με τους νεότερους συγγραφείς. Με τους μαθητές του. Με τα παιδιά των φίλων μας.

– Μ’ αρέσει που θυμώνει εύκολα. Σαν παιδί. Μ’ αρέσει που ξεθυμώνει εύκολα. Σαν παιδί. Μ’ αρέσει που συγχωρεί εύκολα. Σαν μεγάλος.

– Μ’ αρέσει που, όταν είναι αγχωμένος, μου λέει «Μην παθαίνεις άγχος». Μ’ αρέσει που μου λέει «Σκας;» όταν με κάνει να γελάω, όταν σκάει πρώτος στα γέλια.

– Μ’ αρέσει που είναι πειραχτήρι. Μ’ αρέσει να τον πειράζω με το «υπ’ όψιν» που λέει όλη την ώρα.

– Μ’ αρέσει που χρειαζόμαστε κι οι δυο έναν ολόκληρο χρόνο για να προγραμματίσουμε μια συνάντηση.

– Μ’ αρέσει που χαίρεται σαν μικρό παιδί την επιβράβευση, τον καλό λόγο. Χωρίς δήθεν. Χωρίς συμπλέγματα.

– Μ’ αρέσει που έχει σταθερές συνήθειες και σταθερές αξίες.

– Μ’ αρέσει που τα ποιήματά του έχουν σταθερή αξία. Μ’ αρέσουν τα ποιήματά του.

– Μ’ αρέσει αυτό που ρισκάρει ποιητικά. Ρισκάρει να είναι αυτός που είναι. Δεν έχει προδώσει ποτέ τον αναγνώστη του. Δεν έχει προδώσει ποτέ τα φαντάσματά του.

Η Τζένη Μαστοράκη είναι μεταφράστρια. Προηγούμενη μορφή των αποσπασμάτων δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Γραφή», στο αφιέρωμα στον Γιάννη Κοντό, το φθινόπωρο του 2001.