Μία δεύτερη ευκαιρία να ασκήσουν έφεση και να κυκλοφορούν ξανά ελεύθεροι έχουν δεκάδες εγκληματίες στη Βρετανία – ανάμεσά τους δολοφόνοι και βιαστές – μετά τη δημόσια παραδοχή του υπουργείου Εσωτερικών και Δημοσίας Τάξεως ότι αρκετές υποθέσεις στηρίχθηκαν πιθανώς σε παραπλανητικά στοιχεία DNA.

Το θέμα είχε φέρει στην επιφάνεια πέρσι τον Απρίλιο ο κορυφαίος βρετανός ιατροδικαστής Πίτερ Γκιλ. Σύμφωνα με τους Times του Λονδίνου, ο Γκιλ προειδοποιούσε από τότε για μία σειρά υποθέσεων κατά τις οποίες τα δικαστήρια κλήθηκαν να βγάλουν απόφαση βάσει υποκειμενικών περιλήψεων και όχι αξιόπιστων στατιστικών στοιχείων. Και έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου ότι όταν το υπουργείο αναγνωρίσει ότι έχουν γίνει λάθη, «θα ανοίξει ο δρόμος για εφέσεις».

Πέντε μήνες μετά, η έρευνα του υπουργείου επιβεβαιώνει ότι καθόλη τη διάρκεια του περσινού έτους, τα ποινικά δικαστήρια βασίζονταν ολοένα και περισσότερο σε ποιοτικές αξιολογήσεις των αποδεικτικών στοιχείων DNA.

Εως πέρυσι, τα στοιχεία DNA από τον τόπο του εγκλήματος θεωρούνταν συνήθως ασαφή, εκτός εάν οι επιστήμονες μπορούσαν στατιστικά να αξιολογήσουν την πιθανή σχέση του υπόπτου με το δείγμα.