«Ούτε η Ουαλία ούτε η Βόρεια Ιρλανδία ούτε η ίδια η Αγγλία θα έχουν ποτέ την ευκαιρία που δόθηκε στη Σκωτία με το δημοψήφισμα». Την εκτίμηση αυτή καταθέτει στα «ΝΕΑ» ο καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων στο King’s College Αναντ Μένον. Και αποτυπώνει το πολιτικό κλίμα που επικρατεί στο Λονδίνο, όχι έναντι των Σκωτσέζων που αποφασίζουν σήμερα για το μέλλον τους όσο έναντι του Ντέιβιντ Κάμερον.

Ο βρετανός πρωθυπουργός θεωρείται ήδη ηττημένος – όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Εάν κερδίσει το «ναι», θα γίνει ο πρωθυπουργός που δεν μπόρεσε να αποτρέψει το τέλος της ένωσης. Αλλά και το «όχι» που επιθυμεί ο Κάμερον και που τόσο νευρικά υπερασπίζεται, θα προκαλέσει προβλήματα στην κυβέρνησή του την επόμενη ημέρα. Η παραμονή της Σκωτίας στη βρετανική οικογένεια θα θέσει το κυβερνών κόμμα των Συντηρητικών, αλλά και των αντιπολιτευόμενων Εργατικών και των Φιλελεύθερων Δημοκρατών, ενώπιον των δεσμεύσεών τους για τις παραχωρήσεις προς τη σκωτσέζικη Βουλή. Μάλιστα, δεν είναι μόνο η ικανοποίηση των σκωτσέζων πολιτών που θα απασχολήσει την αγγλική κυβέρνηση. Ούτε η πραγματοποίηση των υποσχέσεων που μοιράζει με γενναιοδωρία κατά την προεκλογική εκστρατεία «Καλύτερα Μαζί».

Είναι και οι άγγλοι πολίτες, πολλοί από τους οποίους είναι ήδη απογοητευμένοι από τον Κάμερον, που θα ασκήσουν έντονες πιέσεις ώστε να μην υποβαθμιστούν οι ανάγκες τους έναντι των γειτόνων τους. Είναι και τα υπόλοιπα δύο μέλη του Ηνωμένου Βασιλείου που θα ενθαρρυνθούν να απαιτήσουν μεγαλύτερη πολιτική και οικονομική ελευθερία. «Οι Ουαλοί, για παράδειγμα, θα έχουν κάθε λόγο να είναι δυσαρεστημένοι, δεδομένου ότι η Σκωτία θα απολαμβάνει μεγαλύτερα προνόμια» επισημαίνει ο Αναντ Μένον, ο οποίος έχει διατελέσει ειδικός σύμβουλος στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής των Λόρδων.

Τα αποτελέσματα είναι ορατά. Ηδη μία ημέρα πριν από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, κάποιοι βουλευτές των Τόρις ζήτησαν την παραίτησή του από την πρωθυπουργία, σε περίπτωση που αποσχισθεί το μέλος της βρετανικής οικογένειας. Ακόμη κι αν παραμείνει στην πρωθυπουργία, όμως, θα χρειαστεί σημαντική προσπάθεια για να τη διατηρήσει. Θα εξαρτηθεί από το πώς θα χειριστεί τόσο τη συνταγματική αστάθεια που θα επιφέρει η απομόνωση της Σκωτίας από το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και από τα νέα δεδομένα της διαπραγματευτικής του δύναμης στην Ευρωπαϊκή Ενωση. «Ακόμη και αν αποδεχθούμε το επιχείρημα των Σκωτσέζων, ότι δηλαδή η Αγγλία έχει τον κυρίαρχο ρόλο στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι η διεθνής δυναμικότητα του Ηνωμένου Βασιλείου έγκειται στην ίδια την ένωση. Αρα, μαζί με την απόσχιση της Σκωτίας, θα αποσπαστεί ένα σημαντικό μέρος της διεθνούς δυναμικής του Ηνωμένου Βασιλείου» παρατηρεί ο άγγλος καθηγητής.

Μήπως θα έπρεπε ο Ντέιβιντ Κάμερον να έχει επιχειρήσει να αποτρέψει τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος κατά το πρότυπο του Μαριάνο Ραχόι στην Ισπανία; Ο ίδιος δήλωσε στους «Τάιμς» ότι εάν είχε ακολουθήσει άλλον δρόμο πέρα από το νόμιμο και δίκαιο δημοψήφισμα, η Σκωτία θα βρισκόταν πολύ πιο κοντά στην ανεξαρτησία. «Ηταν μια σωστή πολιτική κίνηση» συμφωνεί ο Μένον. «Η Σκωτία έχει κάθε δικαίωμα να απαλλαγεί από μια κυβέρνηση που δεν έχει επιλέξει η ίδια και που δεν συνάδει προς τις πολιτικές πεποιθήσεις της».

Σύμφωνα με τον άγγλο καθηγητή, ο εθνικισμός είναι ο βασικός κινητήριος μοχλός της διάθεσης για ανεξαρτησία. Θα ήταν λάθος, όμως, να ταυτίσει κανείς τις εθνικές διεκδικήσεις αυτού του τύπου με την ακροδεξιά ιδεολογία. Οσο για το αποτέλεσμα, ο Μένον διατυπώνει αποφασιστικά την πρόβλεψή του για ένα αρνητικό αποτέλεσμα. «Η Ιστορία έχει δείξει ότι συνήθως νικά το στάτους κβο» εξηγεί. «Σε κάθε περίπτωση, η τύχη της Σκωτίας βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια των Σκωτσέζων».