Την κατηγορητική διαβεβαίωση ότι η τοποθέτηση δημόσιων υπάλληλων στη χαμηλότερη βαθμολογική κλίμακα δεν συνδέεται με απολύσεις, με διαθεσιμότητα και με ενδεχόμενες μισθολογικές μειώσεις, παρείχε ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυριάκος Μητσοτάκης, εισηγούμενος την τροπολογία για τον μηχανισμό αξιολόγησης των δημόσιων υπάλληλων για το 2013.

Ο κ. Μητσοτάκης εξήγησε πως κατατέθηκαν συμπληρωματικές διατάξεις, οι οποίες δεν αλλάζουν τον πυρήνα του μηχανισμού. Όπως είπε, διατηρούνται οι υποχρεωτικές ποσοστώσεις τις οποίες -προσέθεσε- η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται όχι σαν εργαλείο τιμωρίας, αλλά ως εργαλείο βελτίωσης της απόδοσης των δημοσίων υπαλλήλων.

Ο υπουργός ανέφερε ότι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις καλλιεργούσαν κλίμα ότι «χρειαζόμαστε την υποχρεωτική ποσόστωση προκειμένου να αναζητήσουμε επιπρόσθετες δεξαμενές απολύσεων», σημειώνοντας πως αυτό δεν υπάρχει προφανώς στις προθέσεις του υπουργείου, όπως και δεν υπάρχει πουθενά συμπληρωματικός στόχος υποχρεωτικών απολύσεων πέραν του 2014. «Δεν υπήρχε λοιπόν κανένας λόγος να ανακαλύψουμε περισσότερες κατηγορίες προς απόλυση δημόσιων υπαλλήλων, όταν δεν υπάρχει κανείς τέτοιος δεσμευτικός στόχος για την ελληνική κυβέρνηση», είπε.

O υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης ανέφερε ότι η υποχρεωτική ποσόστωση δεν αλλάζει, έχει βελτιωθεί το πλαίσιο της παρέμβασης, ξεκαθαρίζοντας πως δεν συνδέεται με διαθεσιμότητα, απολύσεις και μείωση μισθού. «Θα εφαρμοστεί το μέτρο για το 2013, με μια μικρή χρονική παράταση, που επίσης ρυθμίζεται, προκειμένου να αντιμετωπιστούν δυσχέρειες (και δικαστικές), οι οποίες προέκυψαν στη διάρκεια εφαρμογής του μέτρου» σημείωσε.

Αναφερόμενος στις διατάξεις του πολυνομοσχεδίου, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι αποσκοπούν στη μείωση των διοικητικών βαρών για τις επιχειρήσεις, επισημαίνοντας ότι για την κυβέρνηση προτεραιότητα είναι η μείωση της γραφειοκρατίας. Όπως σημείωσε είναι απολύτως απαραίτητο, αφού το παραγωγικό μοντέλο πρέπει να απελευθερώσει τις υγιείς δυνάμεις του ιδιωτικού τομέα που ασφυκτιούν από παρωχημένους κανονισμούς και γκρίζες ζώνες και που αυξάνουν το κόστος του επιχειρείν, αλλά και δημιουργούν πολλές εν δυνάμει εστίες διαφθοράς.