Πελατειακό κράτος, κομματοκρατία, ισχυρό κράτος, αδύναμη κοινωνία πολιτών. Αλήθειες ή μύθοι; Ο καθηγητής στο Πάντειο Χρυσάφης Ιορδάνογλου έγραψε ένα βιβλίο – γροθιά στο στομάχι στα απλουστευτικά ερμηνευτικά σχήματα της Μεταπολίτευσης.

Είναι αλήθεια πως όταν άνοιξα αυτό το μικρό βιβλίο θεώρησα ότι θα είχα να κάνω με ακόμη μία εργασία για τον ρόλο των ομάδων συμφερόντων. Θέμα που φυσικά έχουν αγγίξει, με περισσότερη ή λιγότερη επιτυχία, αρκετοί συγγραφείς. Η ευχάριστη έκπληξή μου ήταν πολύ μεγάλη. Γιατί σ’ αυτό το βιβλίο ο αναγνώστης δεν θα συναντήσει ακόμη μια δαιμονοποίηση ενός παράγοντα (ομάδες συμφερόντων), αλλά μια σύντομη και περιεκτική ανάλυση του ρόλου αυτών των ομάδων στον τρόπο συγκρότησης του μεταπολιτευτικού ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.

Ο Χρυσάφης Ιορδάνογλου, καθηγητής στο Πάντειο, είναι ο συγγραφέας αυτού του μικρού σε έκταση, αλλά πλουσιότατου σε ιδέες βιβλίου. Στο στόχαστρο της ανάλυσης είναι τέσσερα τοτέμ ή μύθοι (οι χαρακτηρισμοί είναι δικοί μου), οι οποίοι ορίζουν τις κυρίαρχες ερμηνείες αυτού που ο συγγραφέας αποκαλεί «μεταπολιτευτικό κοινωνιολογικό παράδειγμα». Αυτοί οι «μύθοι» είναι η κυριαρχία του πελατειακού συστήματος, η ισχύς των κομμάτων, αποκαλούμενη και κομματοκρατία, το υπερτροφικό και ισχυρό κράτος και η αδύναμη κοινωνία των πολιτών.

Οσον αφορά το ζήτημα των πελατειακών σχέσεων διευκρινίζει ότι η επίκλησή τους ως ερμηνευτικό κλειδί της μεταπολιτευτικής κακοδαιμονίας συσκοτίζει παρά διαφωτίζει τα πράγματα. Εδώ κάνει μια σημαντική διάκριση μεταξύ της ατομικής εκδούλευσης και της εύνοιας προς κάποιες ομάδες συμφερόντων. Αυτές οι δύο μορφές σχέσεων δεν είναι όμοια πράγματα. Στην προσωπική εκδούλευση, στο ρουσφέτι, η σχέση πάτρωνα και πελάτη είναι μια σχέση της οποίας η ισχύς βρίσκεται με το μέρος του πάτρωνα.

Στη σχέση όμως του πολιτικού και κομματικού συστήματος με τις ομάδες συμφερόντων ο ισχυρός είναι ο πελάτης.

Η σχέση των πολιτών με τη Δημόσια Διοίκηση, αν και περιέχει στοιχεία πελατειακής εξάρτησης, διέπεται κυρίως από την ποιότητα των κρατικών υπηρεσιών. Ποιότητα που χαρακτηρίζεται από την προτεραιότητα των κανονισμών έναντι του αποτελέσματος, τον ασαφή επιμερισμό ευθυνών, τον ασθενή μηχανισμό κινήτρων και κυρώσεων. Χαρακτηριστικά που δεν οφείλονται στο μεγάλο και ισχυρό κράτος, αλλά στην επικράτηση μιας λογικής για τη Δημόσια Διοίκηση (Ενιαίο Μισθολόγιο και Βαθμολόγιο), η οποία επιβλήθηκε τη δεκαετία του ’80. Λογική που οφειλόταν στις μακροχρόνιες πιέσεις των ομάδων συμφερόντων του δημόσιου τομέα και όχι στη δύναμη του κομματικού συστήματος. Αυτή η ερμηνεία αποδεικνύει ότι οι πελατειακές σχέσεις, η αναξιοκρατία είναι σημαντικά παρεπόμενα της χαμηλής ποιότητας της Δημόσιας Διοίκησης, συμπτώματα και όχι ρίζα της παθογένειας. Οι πελατειακές σχέσεις «είναι η απόληξη δομικών ανισορροπιών σε ζωτικά συστήματα του δημόσιου τομέα» καταλήγει. Φυσικά θα πρόσθετα ότι αυτές είναι αποτέλεσμα και του τρόπου λειτουργίας μιας αδύναμης αστικής και βιομηχανικής τάξης και της απουσίας ενός πνεύματος ανοικτού στις ορθολογικές συμπεριφορές και στάσεις.

Μήπως φταίει το υπερτροφικό κράτος; Ο συγγραφέας θεωρεί ότι η επικέντρωση στο μέγεθος αυτό καθαυτό του κράτους είναι άγονη και όχι ιδιαίτερα διαφωτιστική. Βασισμένος σε πολλές πηγές αποδεικνύει ότι το μέγεθος του κράτους στη μετεμφυλιακή περίοδο δεν ήταν πάντα υπερτροφικό. Μέχρι το 1980 ήταν μικρό. Η αύξησή του έγινε γρήγορα και απότομα τη δεκαετία του ’80. Αυτή η αύξηση δεν οφείλεται μόνο σε διορισμούς, αλλά συνδέεται και με την κρατικοποίηση των προβληματικών ιδιωτικών επιχειρήσεων, ενώ επίσης έχει σχέση και με τις ευθύνες που ανέλαβε το μεταπολιτευτικό κοινωνικό κράτος. Ευθύνες για τις οποίες αδιαφορούσε το προ της Μεταπολίτευσης κράτος. Τη δεκαετία του ’90 η δημόσια απασχόληση και το μισθολογικό της κόστος αυξάνονταν με βραδείς αλλά σταθερούς ρυθμούς. Αλλά ακόμη και το 2009 το μέγεθος του ελληνικού δημόσιου τομέα δεν ήταν πολύ «μεγαλύτερο» από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.