Παρακολουθώ από αρκετά κοντά την καμπάνια του Γιώργου Καμίνη για την επανεκλογή του. Παράλληλα, προσπαθώ να ενημερώνομαι, κατά το δυνατόν, για όσα λέγονται και προτείνονται από τους άλλους υποψηφίους για τον Δήμο της Αθήνας.

Είναι φανερό ότι τόσο ο Αρης Σπηλιωτόπουλος όσο και ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης καταβάλλουν απεγνωσμένες προσπάθειες «να φανούν και να ακουστούν» ώστε τουλάχιστον να περάσουν στον δεύτερο γύρο. Επιπλέον, και οι δυο τους προσπαθούν να παρασύρουν τον Καμίνη σε απευθείας αντιπαράθεση και κόντρα μαζί τους, προσδοκώντας έτσι, ο καθένας από τη μεριά του, να χριστεί κατά κάποιον τρόπο κύριος αντίπαλος του νυν δημάρχου. Επί ματαίω, όμως. Με εξαίρεση κάποιες κραυγαλέες ανακρίβειες που ακούγονται, και στις οποίες οφείλει προφανώς να απαντά, ο Καμίνης αρκείται –και πολύ καλά κάνει –στο μοτίβο «αυτά παραλάβαμε, αυτά κάναμε, αυτά θέλουμε να κάνουμε τα επόμενα πέντε χρόνια». Χαρακτηριστική, από αυτή την άποψη, είναι η από το πουθενά ανακίνηση του θέματος του τζαμιού από τον φιλελεύθερο (!) κ. Σπηλιωτόπουλο. Με αυτή την κίνησή του, ο πρώην υπουργός (ξέρω ότι δεν το θυμάται κανένας αλλά, ναι, υπήρξε κάποτε υπουργός) προσπαθεί να αλιεύσει ψήφους από τα δεξιά του, αλλά και να προκαλέσει κάποιον ντόρο σχετικά με την υποψηφιότητά του, που κατά τα άλλα τείνει να περάσει σχεδόν απαρατήρητη.

Αλλά και ο κοσμοπολίτης Γαβρήλος, που μάλλον τον παρέσυραν φαντασιώσεις για τσιπρικού τύπου καριέρα με αφετηρία την υποψηφιότητά του για τον Δήμο της Αθήνας, δείχνει εντελώς αμήχανος, προσπαθώντας να αρδευτεί κι αυτός από την (ήδη στερεμένη, όμως, εν πολλοίς) πηγή του «αντιμνημονισμού». Οσο για τη σχέση του με τα προβλήματα και τη ζωή της πόλης, δείχνει να είναι αντιστρόφως ανάλογη της φωτογένειάς του, όπως τουλάχιστον αυτή αποτυπώνεται στα παραδοσιακότατα φυλλάδιά του και τις παραδοσιακότατες αφίσες του.

Α, ναι. Υπάρχει και ο θλιβερός Κακλαμάνης, που περιφέρει στις γειτονιές και στα κανάλια τη μιζέρια του και το γεροντοκορίστικο γινάτι του να πάρει τη ρεβάνς από τον Καμίνη. Ποιος; Ο πιο αποτυχημένος υπουργός Υγείας που είχε ποτέ η χώρα, αυτός που μοναδική του παρέμβαση στην πόλη ήταν να στενέψει την ήδη βεβαρημένη κυκλοφοριακά οδό Κανάρη στο Κολωνάκι, ώστε να φαρδύνει αντίστοιχα το πεζοδρόμιο και να μπορεί το καφέ όπου συχνάζει να απλώνει μία ακόμα σειρά τραπεζοκαθίσματα.

Διακινδυνεύω(;), λοιπόν, την πρόβλεψη πως ό,τι και να κάνουν ο Αρης, ο Γαβρήλος, ο Νικήτας και τα άλλα παιδιά ο Δήμος θα παραμείνει στα χέρια του Καμίνη. Ενός δημάρχου που αποτέλεσε εν πολλοίς τον αντίποδα στο (βλαχο)παραλήρημα μεγαλείου του Αβραμόπουλου, στην ουσιαστική αδιαφορία για τα δημοτικά της Ντόρας (απλώς περαστική από την Πλατεία Κοτζιά, καθ’ οδόν προς άλλους στόχους), στην ανεπάρκεια και στον αξιοθρήνητο επαρχιωτισμό του Κακλαμάνη. Χωρίς τυμπανοκρουσίες και φανφάρες, χωρίς φρουφρού και αρώματα, χωρίς άγχος για το ύψος του χριστουγεννιάτικου δέντρου στο Σύνταγμα, ο Καμίνης συμμάζεψε τα οικονομικά του Δήμου, εξασφάλισε για την πόλη χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ενωση, άνοιξε το μέτωπο κατά των νεοναζί και των θρασύτατων πρωτοβουλιών τους στο κέντρο της Αθήνας, έδειξε ιδιαίτερη ευαισθησία σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και προστασίας των μειονοτήτων. Και όλα αυτά, προσπαθώντας πάντα να μιλάει μόνο για όσα γνωρίζει, χωρίς μεγαλοστομίες και αρχοντοχωριατισμούς.

Μπορεί μερικές φορές στην κεντρική πολιτική σκηνή οι ψηφοφόροι να «αγοράζουν» κάθε λογής χάντρες και καθρεφτάκια από επιτήδειους που εκμεταλλεύονται την οργή ή την αγανάκτηση για να εξασφαλίσουν ακροατήριο και για να πουλήσουν την πραμάτεια τους. Στις τοπικές εκλογές όμως –εν μέρει και στις περιφερειακές, θα τολμούσα να πω –τα κριτήρια είναι κατά κανόνα διαφορετικά. Εκεί δεν αρκεί να πουλάς λαζοπούλειο «αντισυστημισμό» και φτηνό αντιγερμανισμό για να μαζεύεις ψηφαλάκια. Στα ζητήματα που αφορούν τον Δήμο, ο πολίτης έχει συνήθως πιο άμεση εικόνα και άποψη για το ποιος είναι ο καθένας, για το τι μπορεί να περιμένει και τι όχι από τον δήμαρχο που θα εκλέξει.

Ο Ανδρέας Παππάς είναι επιμελητής εκδόσεων και μεταφραστής