Ο ένας φυλάει κρυμμένη στην τσέπη του μία φωτογραφία του κρεμασμένου πατέρα του και δηλώνει πως αυτή η τιμωρία τού άξιζε. Ο άλλος αρνείται να καταδικάσει τον δικό του πατέρα για τη συνενοχή του στο Ολοκαύτωμα. Για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι γιοι δύο αξιωματούχων Ναζί βρέθηκαν στον ίδιο χώρο προκειμένου να συζητήσουν τη μαύρη ιστορία των οικογενειών τους.

Το σκηνικό ήταν αυστηρό, το φόντο μαύρο, το κλίμα βαρύ και το χειροκρότημα συγκροτημένο, ενόσω οι δύο άνδρες εισέρχονταν στην αίθουσα. Η εκδήλωση, με συντονιστή τον βρετανό δικηγόρο Φίλιπ Σαντς, πραγματοποιήθηκε στο Σάουθμπανκ του Λονδίνου. «Αυτός ο διάλογος αποκλείεται να γινόταν στην Αυστρία» τόνισε ο δεύτερος εξ αυτών, ο Χορστ φον Βέχτερ, ο οποίος ζει σε ένα ερειπωμένο κάστρο στην Αυστρία. «Εκεί, δεν θέλουμε να γνωρίζουμε τίποτα για τους Ναζί» εξήγησε.

Φον Βέχτερ και Νίκλας Φρανκ γεννήθηκαν αμφότεροι το 1939. Λίγο-πολύ, αναφέρουν οι «Τάιμς» του Λονδίνου, μεγάλωσαν κατά τον ίδιο τρόπο. Ο πατέρας τού Φρανκ (ο Χανς) ήταν δικηγόρος του Χίτλερ και στη συνέχεια διορίστηκε γενικός κυβερνήτης της κατεχόμενης Πολωνίας. Ο πατέρας τού Φον Βέχτερ (ο Οτο) ήταν ανώτατος δημόσιος υπάλληλος στην Πολωνία, στην Ισπανία και στην Ιταλία. Ο τρόπος ωστόσο με τον οποίο οι δύο γιοι αντιμετωπίζουν τον ρόλο των γονιών τους στη γενοκτονία είναι εκ διαμέτρου αντίθετος. Ο Φρανκ είναι κάθετος: θεωρεί τον πατέρα του εγκληματία και τις πράξεις του φρικιαστικές. Ο Φον Βέχτερ πάλι προτιμά να πιστεύει ότι ο πατέρας του υπήρξε θύμα των περιστάσεων.

Το 1942 ο δρ Οτο φον Βέχτερ χαρακτηρίστηκε εγκληματίας πολέμου και διέφυγε στη Ρώμη, όπου και πέθανε επτά χρόνια αργότερα. Ο γιος του προσπαθεί να κρεμαστεί από τα «καλά στοιχεία», όπως ένα γράμμα από τον Χίμλερ στο οποίο τον ρωτούσε για τη στράτευσή του στον σκοπό των Ναζί. «Ο Χορστ αρνείται να δεχθεί ατράνταχτες αποδείξεις» έσπευσε να σχολιάσει ο Φρανκ, παραθέτοντας το παράδειγμα της Ημέρας Ανεξαρτησίας στην Πολωνία, το 1939: «Ολοι οι εορτασμοί είχαν απαγορευθεί. Ο πατέρας του είχε συλλάβει προληπτικά 120 Πολωνούς, με σκοπό να τους σκοτώσει εάν συνέβαινε οτιδήποτε».