Αν ο χρόνος είναι χρήμα –και ο ελεύθερος χρόνος ακόμη πιο «ακριβό» χρήμα -, τότε οι συγκοινωνίες διαδραματίζουν έναν κεφαλαιώδη ρόλο στη ζωή των εργαζομένων. Σύμφωνα με έρευνα που διενήργησε στη Γαλλία η εταιρεία συμβούλων Quartier Libre, ο μέσος χρόνος μετακίνησης των μισθωτών από το σπίτι τους στην εργασία τους και αντιστρόφως αντιστοιχεί στο 15% του εργάσιμου χρόνου τους. Αφιερώνουν, δηλαδή, 45 λεπτά για το καθημερινό «αλέ-ρετούρ» στη δουλειά τους, αν και οι ίδιοι θεωρούν απαράδεκτο κάθε χρόνο που ξεπερνά τα 35 λεπτά. Οι κάτοικοι των προαστίων ανέχονται να χάνουν ως 40 λεπτά για την καθημερινή μετακίνησή τους. Δική τους επιλογή είναι να ζήσουν έξω από την πόλη, όπου (σε όλες τις κανονικές χώρες) η στέγη είναι πολύ φθηνότερη συγκριτικά με το κέντρο. Ενας οικογενειάρχης, δηλαδή, εξασφαλίζει περισσότερο χώρο για τα παιδιά του αλλά πληρώνει το τίμημα σε χρόνο και σε κόστος μετακίνησης (εισιτήρια μέσων μεταφοράς ή βενζίνη ΙΧ).

Για τους Αθηναίους την εποχή της συσσώρευσης (χρεών) δεν ίσχυαν όλα αυτά. Η ζωή στα πανάκριβα προάστια ήταν όνειρο ζωής και το μποτιλιάρισμα τα πρωινά στην κάθοδο της Κηφισιάς και στην άνοδο της Συγγρού στοιχείο κοινωνικής καταξίωσης. Επί χρεοκοπίας κάνουμε και εμείς άλλες σκέψεις. Σκεφτόμαστε ότι δύο ώρες ημερησίως για το πηγαινέλα στη δουλειά αντιστοιχούν σε 10 ώρες εβδομαδιαίως και σε 40 ώρες μηνιαίως. Κάθε μήνα, δηλαδή, χάνουμε μια εργάσιμη εβδομάδα και κάθε τέσσερις μήνες χάνουμε έναν μήνα. Κάθε τέσσερα χρόνια χάνουμε έναν. Και σε μια 40ετία επαγγελματικού βίου (υπόθεση εργασίας κάνουμε) χάνουμε 10 χρόνια από τη ζωή μας.