Από την άνοιξη του 2003, τον καιρό που ήταν σε εξέλιξη η «μητέρα των δικών», όπως ονομάστηκε η δίκη για την υπόθεση της 17 Νοέμβρη, η φήμη για τις ανύπαρκτες σχέσεις του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου με τον Χριστόδουλο Ξηρό και άλλους κατηγορουμένους, όπως τον Δημήτρη Κουφοντίνα, είχε κυκλοφορήσει και έξω από τους διαδρόμους του δικαστηρίου, αλλά και των φυλακών του Κορυδαλλού.

Από τη μία πλευρά υπήρχε η ομάδα του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου, ο οποίος βρισκόταν στο ίδιο μήκος κύματος με τον επίσης καταδικασμένο για συμμετοχή στη 17Ν Βασίλη Τζωρτζάτο. Οι δυο τους, όπως λεγόταν, αποτελούσαν μία ξεχωριστή ομάδα. Στην απέναντι όχθη, οι ίδιες πηγές τοποθετούσαν τον Δημήτρη Κουφοντίνα αλλά και τον Χριστόδουλο Ξηρό, ενώ υπήρχαν και επιμέρους ομάδες, σχεδόν όλα τα μέλη των οποίων σήμερα πια είναι ελεύθερα έχοντας εκτίσει τις ποινές τους.

Ο Γιωτόπουλος φέρεται να χρέωσε σε κάποιους συγκατηγορουμένους του την απόφαση να μιλήσουν, αναγνωρίζοντας και τον ίδιο ως μέλος της 17 Νοέμβρη, ασχέτως εάν οι περισσότεροι –μεταξύ αυτών και ο Χριστόδουλος Ξηρός –στη συνέχεια ανακάλεσαν τις προανακριτικές ομολογίες τους. Ο Γιωτόπουλος, άλλωστε, ουδέποτε αποδέχθηκε ότι έχει σχέση με τη 17Ν.

Το αποκορύφωμα των σχέσεων οργής μεταξύ των δύο ομάδων των κατηγορουμένων ήρθε το 2009, όταν οι καταδικασμένοι πια ως μέλη της 17 Νοέμβρη συνεπλάκησαν στις φυλακές, ανταλλάσσοντας ύβρεις, ενώ –σύμφωνα με όσα είχαν δει τότε το φως της δημοσιότητας –ο Χριστόδουλος Ξηρός είχε γρονθοκοπήσει (και κατ’ άλλους δαγκώσει στο πόδι) τον Γιωτόπουλο. Η σκηνή περιγράφεται ως εξής: φύλακες είχαν ακινητοποιήσει κάτω, στο προαύλιο, τον Χριστόδουλο και την ώρα που περνούσε δίπλα του ο Γιωτόπουλος, εκείνος τον άρπαξε και του δάγκωσε το πόδι. Για το επεισόδιο αυτό μάλιστα είχε γίνει και έρευνα στο πλαίσιο της οποίας είχαν καταθέσει σωφρονιστικοί υπάλληλοι, αλλά και οι πρωταγωνιστές της ιστορίας που διαδραματίστηκε στην ειδική πτέρυγα όπου κρατούνταν οι καταδικασμένοι για τη 17Ν. Στο επεισόδιο είχε εμπλακεί και ο Κουφοντίνας και είχαν εκσφενδονισθεί καρέκλες και τραπέζια.

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ. Ωστόσο, η απόδραση του Χριστόδουλου Ξηρού ξαναφέρνει στο προσκήνιο τις σχέσεις οργής ανάμεσα στους πρωταγωνιστές στην υπόθεση της 17Ν. Γεγονός που αποδεικνύεται και από τη χθεσινή επιστολή του καταδικασμένου ως ηθικού αυτουργού των εγκλημάτων της οργάνωσης, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία». Σε αυτήν, ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος ισχυρίζεται ουσιαστικά ότι ο Χριστόδουλος Ξηρός είχε ευνοϊκή μεταχείριση εντός των φυλακών, λόγω σχέσεών του με την ΕΥΠ. Αναρωτιέται, μάλιστα, πώς ο Ξηρός είχε την άδεια να κινείται ελεύθερα στις φυλακές και να έρχεται σε επαφή τόσο με τους Πυρήνες, όσο και με σημαντικούς ποινικούς κρατουμένους. Μάλιστα, αναφέρει ότι όταν πήρε άδεια ο Βασίλης Τζωρτζάτος έμεινε σε κατ’ οίκον περιορισμό με έξι αυτοκίνητα της Αντιτρομοκρατικής να τον παρακολουθούν.

Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι εξεταζόμενος στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία ο Χριστόδουλος Ξηρός είχε ομολογήσει όχι μόνο τη δική του συμμετοχή στην οργάνωση, αλλά είχε περιγράψει με λεπτομέρειες τους ρόλους και άλλων συγκατηγορουμένων του. Είχε μάλιστα κατονομάσει τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, στο πρόσωπο του οποίου αναγνώρισε τον «Λάμπρο» –τον αρχηγό της οργάνωσης. Ωστόσο, όταν έγινε η δίκη ο Χριστόδουλος Ξηρός ανακάλεσε τις προανακριτικές του απολογίες-ομολογίες. «Ουδέποτε συμμετείχα στη 17Ν. Με στρατολόγησε η Αντιτρομοκρατική στις 16 Ιουλίου 2002 γιατί τους χρειαζόταν για να στηρίξουν τα σενάριά τους », ισχυρίστηκε, αποποιούμενος όσα είχε πει στην πρώτη φάση της ανάκρισης.

Ο Χριστόδουλος Ξηρός υποστήριξε ότι αναγκάστηκε να υπογράψει τις προανακριτικές καταθέσεις και τις απολογίες που του υπέδειξαν κατά τη διάρκεια της κράτησής του στην Αντιτρομοκρατική εξαιτίας απειλών και εκβιασμών που υπέστη. Οπως είχε ισχυριστεί στην Ασφάλεια, τον παρότρυναν να συνεργαστεί για να μην παραλάβει τον αδελφό του (σ.σ.: εννοούσε τον Σάββα Ξηρό, ο οποίος είχε τραυματιστεί σοβαρά από την έκρηξη στο λιμάνι του Πειραιά το βράδυ της 29ης Ιουνίου 2002) «στο κουτί με τα λουλούδια».