Με μία ομόφωνα αθωωτική απόφαση οι δικαστές του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας έγραψαν χθες τον επίλογο στη γνωστή στα δικαστικά χρονικά ως υπόθεση με τις «μετοχές-φούσκες». Ενας επίλογος που για να γραφεί χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν 14 χρόνια από τότε που ασκήθηκε η ποινική δίωξη.

Επιχειρηματίες και χρηματιστές, οι οποίοι στα τέλη της δεκαετίας του 1990 ποντάρισαν εκατομμύρια δραχμές στα χρυσά ταμπλό του Χρηματιστηρίου Αθηνών και στην πλειονότητά τους είχαν περάσει ως κατηγορούμενοι από το γραφείο της πρώην ανακρίτριας Κωνσταντίνας Μπουρμπούλια δικάζονταν από τον περασμένο Απρίλιο. Το κατηγορητήριο περιελάμβανε, κατά περίπτωση, τα κακουργήματα της απάτης εις βάρος του επενδυτικού κοινού και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές πράξεις (ξέπλυμα μαύρου χρήματος). Η δίκη τους μάλιστα προσδιορίστηκε, λόγω του μεγάλου αριθμού των κατηγορουμένων και των δικηγόρων, στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του Εφετείου της Αθήνας και γινόταν παράλληλα με τη δίκη του πρώην υπουργού Ακη Τσοχατζόπουλου και των συγκατηγορουμένων του.

Ωστόσο, επειδή στην υπόθεση του Χρηματιστηρίου δεν υπήρχαν προσωρινά κρατούμενοι, και ως εκ τούτου δεν ετίθετο ζήτημα λήξης του 18μήνου (ανώτατο όριο προφυλάκισης), όσο διαρκούσε η δίκη για τις «χρυσές μίζες» η υπόθεση εκδικαζόταν μία φορά την εβδομάδα.

Οι δικαστές, αποτιμώντας τα στοιχεία της δικογραφίας, αλλά και όσα προέκυψαν στη διάρκεια της πολύμηνης αποδεικτικής διαδικασίας, ομόφωνα αποφάνθηκαν ότι για κανέναν από όσους είχαν απέναντί τους δεν θεμελιώνεται το κακούργημα της απάτης και, κατ’ επέκταση, ούτε του ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Με το σκεπτικό της απόφασής τους ουσιαστικά έκριναν ότι με τον τρόπο που έγινε η μεταβίβαση των επίμαχων πακέτων των μετοχών δεν επηρεάστηκε η τιμή της πώλησής τους και ως εκ τούτου δεν εξαπατήθηκαν όσοι επένδυσαν σε αυτές. Η είδηση της αθωωτικής απόφασης προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις. Αλλοι στο άκουσμά της δεν έκρυβαν την έκπληξή τους επειδή το «σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου έκλεισε έπειτα από τόσα χρόνια χωρίς ενόχους» και άλλοι μιλούσαν έστω και για ετεροχρονισμένη απονομή δικαιοσύνης, καθώς «από πουθενά δεν προέκυπτε, με βάση τη δικογραφία, ότι οι κατηγορούμενοι επηρέασαν την τιμή των πακέτων των μετοχών στις οποίες είχαν επενδύσει εξαπατώντας το επενδυτικό κοινό».

Η ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΩΞΗ. Το κουβάρι της ιστορίας άρχισε να ξετυλίγεται ύστερα από την ποινική δίωξη που είχε ασκήσει ο εισαγγελέας Δημήτρης Ασπρογέρακας, το 1999. Ο φάκελος με τα οικονομικά εγκλήματα ανατέθηκε στην Κωνσταντίνα Μπουρμπούλια, η οποία την περίοδο εκείνη υπηρετούσε ως 19η τακτική ανακρίτρια στο Πρωτοδικείο της Αθήνας.

Η δικαστική λειτουργός είχε καλέσει σε απολογία πολλούς κατηγορουμένους, ορισμένοι εκ των οποίων κρίθηκαν κατά τη διάρκεια της δικής της θητείας προσωρινά κρατούμενοι και οδηγήθηκαν στις φυλακές του Κορυδαλλού. Την εποχή εκείνη οι δικαστική διερεύνηση για τις μετοχές-φούσκες βρισκόταν στο επίκεντρο της δημοσιότητας, καθώς ήταν η μεγαλύτερη δικογραφία για εγκλήματα του «λευκού κολάρου».

Ωστόσο η ανακρίτρια, η οποία έπειτα από χρόνια βρέθηκε η ίδια από τη θέση της κατηγόρου στη θέση της κατηγορουμένης και μπήκε στη φυλακή για συμμετοχή στο αποκαλούμενο παραδικαστικό κύκλωμα, απήγγειλε μεν σε ορισμένους από τους μέχρι χθες κατηγορουμένους το πλημμέλημα της χειραγώγησης των μετοχών, αλλά σε κανέναν εξ αυτών το κακούργημα της απάτης και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος.

Παρ’ όλα αυτά, έπειτα από χρόνια οι δικογραφίες του Χρηματιστηρίου ανοίχτηκαν ξανά και ύστερα από σχετική πρόταση του εισαγγελέα Χαράλαμπου Λακαφώση κινήθηκε εκ νέου η ποινική διαδικασία, που οδήγησε του 42 κατηγορουμένους στο εδώλιο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας.

Ακολούθησε η διενέργεια συμπληρωματικής ανάκρισης και η έκδοση βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών της Αθήνας, που παρέπεμπε σε δίκη τους 42.

ΣΤΡΑΒΑ… ΜΑΤΙΑ. Το διάστημα που μεσολάβησε η Κωνσταντίνα Μπουρμπούλια δικάστηκε, καταδικάστηκε και εξέτισε την ποινή της 12ετούς κάθειρξης που της επιβλήθηκε καθώς, μεταξύ άλλων, κατηγορήθηκε ότι έκανε τα… στραβά μάτια έναντι συγκεκριμένων κατηγορουμένων που φέρονταν να εξαπάτησαν χιλιάδες επενδυτές του Χρηματιστηρίου την περίοδο 1999-2000, αποκομίζοντας εκείνοι τεράστια οικονομικά οφέλη. Και σε αντάλλαγμα –όπως κατηγορήθηκε μετά την αντιστροφή των ρόλων –άφησε στο απυρόβλητο διάφορα πρόσωπα. Ισως γι’ αυτό χθες, μετά την απαγγελία της αθωωτικής απόφασης για το σύνολο των κατηγορουμένων, κάποιοι έκαναν λόγο για δικαίωση της πρώην ανακρίτριας.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ορισμένοι από τους αθωωθέντες στα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει έχουν καταδικαστεί και μάλιστα αμετάκλητα σε ποινές φυλάκισης για χειραγώγηση μετοχών.