Μπορεί ο Ιωάννης Οικονόμου, ο οποίος εργάζεται στη Γενική Διεύθυνση Μετάφρασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και μιλάει 32 γλώσσες, να είναι η εξαίρεση, ωστόσο οι Ελληνες αποδεικνύονται καλοί μαθητές και μάλιστα τελευταία κάθονται στα θρανία για να μάθουν ξένες γλώσσες με λιγότερη… λάμψη, που δίνουν, όμως, καλές επαγγελματικές προοπτικές.

Περισσότεροι από τους μισούς Ευρωπαίους (54%) έχουν δηλώσει ότι μπορούν να συζητήσουν σε μία επιπλέον γλώσσα εκτός της μητρικής τους, ενώ το 25% γνωρίζει τουλάχιστον δύο ξένες γλώσσες. Ωστόσο, μόλις ένας στους δέκα μπορεί να συνεννοηθεί σε τρεις διαφορετικές ξένες γλώσσες. Ακόμη, πρωταθλήτρια γλώσσα στον τομέα της εκμάθησης ξένων γλωσσών στην Ευρώπη παραμένουν τα αγγλικά και ακολουθούν τα γαλλικά, τα γερμανικά και τα ισπανικά.

Και ενώ μέχρι πριν από μερικά χρόνια το «must» στα βιογραφικά σημειώματα ήταν να γνωρίζει ο υποψήφιος εκτός από τα αγγλικά από τις παραπάνω ξένες γλώσσες, πλέον η δεύτερη ή τρίτη ξένη γλώσσα που επιλέγεται από πολλούς έχει ρωσικό, αραβικό ή ακόμη και κινεζικό… άρωμα. Οι επαγγελματικές βλέψεις και η ανάπτυξη των αγορών σε Κίνα, Σαουδική Αραβία και Ρωσία έχουν κάνει αρκετούς Ελληνες να βλέπουν θετικά την εκμάθηση των αντίστοιχων ξένων γλωσσών.

Τα τελευταία περίπου εννέα χρόνια παραδίδει μαθήματα κινεζικών. Ο Λουκάς Τάι είναι ο δάσκαλος που μπαίνει στις αίθουσες δύο ιδιωτικών σχολείων προκειμένου να διδάξει στα παιδιά τη μητρική του γλώσσα. «Είναι εντυπωσιακό, γιατί όταν ξεκίνησα, 120 παιδιά από το ένα ιδιωτικό ήθελαν να διδαχθούν τη γλώσσα. Ηταν μόλις το 10% του συνόλου των μαθητών, αλλά αυτό έδειχνε από τότε ότι τα κινεζικά θα εξελίσσονταν σε μία δυναμική ξένη γλώσσα για τους Ελληνες», τονίζει στα «ΝΕΑ». Αλλωστε, τη δυναμική είσοδο της κινεζικής γλώσσας στον τομέα της εκπαίδευσης επιβεβαιώνει και η προ ημερών απόφαση της κινεζικής πρεσβείας, σε συνεργασία με το ελληνικό υπουργείο Παιδείας, να διδαχθούν τα κινεζικά σε πρότυπα πειραματικά σχολεία της χώρας, στο πλαίσιο του προγράμματος Μαθητικών Ομίλων.

Κάθε χρόνο περίπου 200 μαθητές παρακολουθούν μαθήματα κινεζικών στο Ινστιτούτο Κομφούκιος. Οπως εξηγούν στα «ΝΕΑ» οι υπεύθυνοι του Ινστιτούτου, τα τελευταία τρία χρόνια ο αριθμός εκείνων που κάθονται στα θρανία έχει αυξηθεί σημαντικά. Οι μαθητές δεν είναι μόνο έφηβοι, όπως θα πίστευε κανείς, αλλά και ενήλικοι, φοιτητές ή εργαζόμενοι ακόμη και πιο μεγάλης ηλικίας. Μάλιστα ο μεγαλύτερος μαθητής κινεζικών είναι, όπως λένε οι υπεύθυνοι, 60 ετών και ο μικρότερος 8. «Ο λόγος που επιλέγουν να μάθουν την κινεζική γλώσσα είναι αρχικά το ενδιαφέρον και η πρόκληση μιας νέας ξένης γλώσσας. Παράλληλα, όμως, τα κινεζικά για τους περισσότερους θα είναι ένα επιπλέον επαγγελματικό προσόν, ενώ άλλοι θέλουν να είναι προετοιμασμένοι στο ενδεχόμενο σπουδών σε κάποιο πανεπιστήμιο της Κίνας». Τα ετήσια δίδακτρα φτάνουν τα 600 ευρώ, ενώ διευκρινίζεται ότι το Ινστιτούτο είναι ένας μη κερδοσκοπικός εκπαιδευτικός οργανισμός που λειτουργεί υπό την εποπτεία του Διεθνούς Συμβουλίου Κινεζικής Γλώσσας στην Κίνα και στο πλαίσιο λειτουργίας του δημιουργεί παραρτήματα σε πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο. Σήμερα περισσότερα από 300 αντίστοιχα ινστιτούτα λειτουργούν παγκοσμίως σε επιλεγμένα πανεπιστήμια. Το Ινστιτούτο Κομφούκιος Αθηνών είναι το πρώτο στην Ελλάδα και λειτουργεί με έδρα το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Η εκμάθηση των εναλλακτικών –για κάποιους –γλωσσών δεν είναι, βέβαια, μόνο ελληνικό φαινόμενο. Στη γειτονική Ιταλία τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί κατά 40% το ενδιαφέρον για αραβικά, κινεζικά και ρωσικά. Οι επαγγελματικοί και επιχειρηματικοί λόγοι έχουν κάνει αρκετούς Ιταλούς –ηλικίας μεταξύ 25 και 40 ετών –να σπεύδουν για να μάθουν πώς να συνεννοούνται επαρκώς στις χώρες αυτές.

Αντίθετα, οι Βρετανοί δεν φαίνονται τόσο διατεθειμένοι να μάθουν ξένες γλώσσες, παρότι η γνώση μιας επιπλέον –εκτός της μητρικής –μπορεί πιο εύκολα να τους ανοίξει την πόρτα της αγοράς εργασίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από λίγες μόλις ημέρες το Βρετανικό Συμβούλιο, επικαλούμενο μελέτη, προέτρεψε τους ενηλίκους της χώρας να μάθουν μία επιπλέον ξένη γλώσσα και αν είναι δυνατόν αραβικά, κινεζικά ή ιαπωνικά.

Τι έδειξε δημοσκόπηση σε 4.000 Βρετανούς

Δημοσκόπηση, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 4.000 Βρετανοί, έδειξε ότι το 75% του πληθυσμού δεν μπορούσε να μιλήσει καμία από τις δημοφιλείς ξένες γλώσσες (ισπανικά, γερμανικά, αραβικά, κινεζικά, ιταλικά, ρωσικά, τουρκικά, ιαπωνικά) και μόλις το 15% δήλωσε ότι μπορεί να συνεννοηθεί στα γαλλικά.