Ηταν στα μέσα της δεκαετίας του 1950, τότε που τις σελίδες των εφημερίδων μονοπωλούσαν τα μακροσκελή κείμενα, όταν δημοσιεύτηκαν οι φωτογραφίες της Σπυριδούλας Ράπτη. Το 12χρονο κορίτσι εργαζόταν ως υπηρέτρια στον Πειραιά και έφερε στο σώμα της βαριά εγκαύματα –σημάδια κακοποίησης από τα αφεντικά της. Για πρώτη φορά ο Τύπος της εποχής αξιοποίησε όσο μπορούσε το γεγονός –και οπτικά –για να πουλήσει. Τρεις δεκαετίες αργότερα, εικόνες με τα σώματα των θυμάτων έβρισκαν συχνά θέση στα πρωτοσέλιδα. Από τότε οι ειδικοί σε θέματα επικοινωνίας περίμεναν ότι σταδιακά ο Τύπος θα ωρίμαζε. Οπως όμως παρατηρούν, η πρόσφατη δημοσίευση φωτογραφίας της σορού του σχεδιαστή μόδας Μιχάλη Ασλάνη δείχνει την ατελή αυτορρύθμιση της δημοσιογραφικής κοινότητας.
Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Γρηγόρης Πασχαλίδης δεν μπορεί να ξεχάσει το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Ακρόπολις» στα χρόνια της δικτατορίας. Δημοσίευε την εικόνα ενός νεκρού βρέφους. Για το έγκλημα, μαζί με τον φόνο άλλων τριών συγγενών του, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε ο Βασίλης Λυμπέρης. «Παρότι η «Ακρόπολις» ήταν αυστηρή και ηθικολογική εφημερίδα, δημοσίευσε αυτή την εικόνα. Ηταν μια βάναυση προσβολή», λέει ο κ. Πασχαλίδης.
Το ’80 κυρίως η «Απογευματινή» αλλά και το «Εθνος» δημοσιεύουν αντίστοιχες φωτογραφίες θυμάτων. «Το αστυνομικό ρεπορτάζ αναπτύσσεται παράλληλα με το αστυνομικό μυθιστόρημα και το κοινό τους είναι παρόμοιο. Τίθεται τότε το ζήτημα κατά πόσο η ίδια η κοινωνία μπορεί να περιορίσει τις όποιες νεκροφιλικές της τάσεις και προκύπτουν και εκείνη την εποχή συζητήσεις και κινήσεις υπεράσπισης των θυμάτων», λέει ο λέκτορας στο Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ Βασίλης Βαμβακάς.
Εκείνη η δεκαετία εγκαινίασε τα ταμπλόιντ φύλλα και τη δύναμη της έγχρωμης εικόνας, η οποία συχνά έπαιζε πιο σημαντικό ρόλο από το κείμενο. «Τότε χρεώναμε ό,τι γινόταν στον έντονο ανταγωνισμό. Ηταν μια εποχή ανώριμη για τον κλάδο», λέει ο κ. Πασχαλίδης. «Είναι εξαιρετικά ενοχλητικό που επανερχόμαστε σε εκείνα τα χρόνια».
Στις αρχές του ’90 αρχίζουν νομικοί και ακαδημαϊκοί να ερευνούν το θέμα της φωτογραφίας στον Τύπο. Αργότερα θα προκύψουν και σχετικά συγγραφικά έργα όπως: «Η κατασκευή της κοινωνικής πραγματικότητας και τα μέσα επικοινωνίας» της Εφης Λαμπροπούλου το 1999 και πιο πρόσφατα το 2010 το «Θύματα εγκλημάτων και Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας» της Ελευθερίας Κορμικιάρη.
ΟΧΙ ΣΕ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ. Πλέον, στην εποχή του Διαδικτύου, ο Βασίλης Βαμβακάς παρατηρεί ότι οι εφημερίδες πρέπει και οφείλουν «έως έναν βαθμό να ελέγξουν αυτό το βάρβαρο παιχνίδι. Είναι αντιαισθητικό μέχρι και ανήθικο να δημοσιεύονται εικόνες σαν και αυτή με τον Μιχάλη Ασλάνη, αλλά δεν πρέπει να μπλέξουμε με απαγορεύσεις. Δεν λύνεται έτσι το πρόβλημα», προσθέτει.
Πώς αποκτήθηκε η επίμαχη φωτογραφία;
«Η δημοσίευση φωτογραφιών σαν και αυτή με τον νεκρό Μιχάλη Ασλάνη δεν προσφέρει κάτι στο κοινωνικό σύνολο, δεν συμβάλλει στην ενημέρωση, ούτε προσδίδει πειστικότητα στο θέμα», λέειο καθηγητής Ποινικού Δικαίουστη Νομική Σχολή Αθηνών Λεωνίδας Κοτσαλής.
Οπως παρατηρεί ο νομικός,η περίπτωση του Ασλάνη ενδεχομένως να εμπίπτει στη διάταξη 365 του Ποινικού Κώδικα για προσβολή νεκρού. Βασικό ζήτημα όμως είναι και το πώς η φωτογραφία έφτασε στον Τύπο: εάν τραβήχτηκε με συναίνεση των συγγενών του θανόντος ή εάν αποκτήθηκε από μέλη των Αρχών που είχαν πρόσβαση
στο διαμέρισμα του σχεδιαστή μόδας.