«Οι σφαίρες από τις ριπές των αυτόματων όπλων περνούσαν δίπλα από τα αυτιά μας και χτυπούσαν στο έδαφος, κοντά στα πόδια μας», γράφει η Μπελ Τριου, δημοσιογράφος της «Ιντιπέντεντ». «Από τις ταράτσες των κτιρίων και τα τεθωρακισμένα αστυνομικοί πυροβολούσαν αδιάκριτα. Επί ώρες μείναμε κρυμμένοι πίσω από αυτοκίνητα όλοι μαζί –περαστικοί, διαδηλωτές, δημοσιογράφοι», περιγράφει τη σκηνή κοντά στο σημείο όπου οι δυνάμεις ασφαλείας επιτέθηκαν για να διαλύσουν τη διαδήλωση των ισλαμιστών στο Νασρ Σίτι. «Γύρω μας πανικόβλητοι πολίτες έτρεχαν να απομακρυνθούν από το χάος. Γονείς ούρλιαζαν, νέοι αντάλλασσαν πληροφορίες για ειδήσεις. Τέσσερις γυναίκες έψαλλαν στίχους από το Κοράνι. Νεαροί άνδρες έγραφαν στο χέρι το όνομά τους, ώστε να τους εντοπίσουν οι γονείς τους εάν σκοτωθούν και βρεθούν σε κάποιο νεκροτομείο». Μερικές ώρες αργότερα κάποια από τα τεμένη της περιοχής είχαν μετατραπεί σε νεκροτομεία. Στο Αλ Ιμάν περισσότεροι από 200 νεκροί τυλιγμένοι με σάβανα γέμισαν τις μακρόστενες αίθουσες. Εθελοντές έκαιγαν λιβάνι κοντά στα μεγάλα κομμάτια πάγου που κάλυπταν τα σώματα για να καθυστερήσει η αποσύνθεση και να μην εξαπλωθεί η μυρωδιά της. Κάποιοι σήκωναν τα σάβανα για να φανούν τα καμένα πτώματα, πολλά από τα οποία είχαν διαλυμένα κρανία, ενώ άλλα ήταν διάτρητα από σφαίρες.