Κολυμπά στα ποτάμια και τις πλημμυρικές ζώνες της λεκάνης του Αμαζονίου, ζει έως 12 χρόνια. Διαφέρει εξωτερικά από τα άλλα ψάρια που ζουν στις ελληνικές θάλασσες και στη Μεσόγειο. Σήμα κατατεθέν το σκούρο καφέ χρώμα του με τις κίτρινες κηλίδες. Κι όμως, αυτό το παράξενο ψάρι βρέθηκε από επαγγελματία ψαρά τις προάλλες στη λίμνη της Καστοριάς.

Το πιθανότερο σενάριο είναι ότι το ξένο για τα ελληνικά δεδομένα ψάρι, με μήκος 26,5 εκατοστά και βάρος 144 γραμμάρια, βρέθηκε στη λίμνη, επειδή κάποιος ιδιώτης που το είχε στο ενυδρείο του το πέταξε εκεί. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, πρόκειται για ένα φιλήσυχο είδος ψαριού, το οποίο τρέφεται με μικροφύκη. «Τέτοιες κινήσεις από ιδιώτες θα πρέπει να αποφεύγονται. Τα τροπικά ψάρια, όπως αυτό, μεγαλώνουν υπερβολικά και δεν μπορούν να εγκλιματιστούν στο νέο περιβάλλον. Το συγκεκριμένο, μάλιστα, δεν θα επιβίωνε εάν ο ψαράς δεν το ψάρευε, κι αυτό γιατί ζει σε ζεστά νερά με θερμοκρασίες 23-27 βαθμούς Κελσίου ενώ η θερμοκρασία της λίμνης από το φθινόπωρο θα αρχίσει να πέφτει αισθητά. Γι’ αυτό το καλύτερο που έχουν να κάνουν σε τέτοιες περιπτώσεις είναι να δίνουν τα τροπικά ψάρια που είχαν αγοράσει πίσω στον προμηθευτή τους που έχει τις ανάλογες εγκαταστάσεις», εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο βιολόγος – ιχθυολόγος, διευθυντής του Ινστιτούτου Αλιευτικής Ερευνας στην Καβάλα, Αργύρης Καλλιανιώτης.

Οπως θυμάται, ανάλογη ήταν η περίπτωση που είχε δει το φως της δημοσιότητας πέρυσι τον Αύγουστο με το πιράνχας από τον Αμαζόνιο και πάλι, που ψαρεύτηκε από επαγγελματία στον Εβρο. «Και μάλιστα, μετά το πρώτο που βρέθηκε, εντοπίστηκε και δεύτερο πιράνχας, γεγονός που ενίσχυσε τις υποθέσεις ότι μάλλον επρόκειτο για κάποιον ιδιώτη από τη Βουλγαρία, ο οποίος τα άφησε στο νερό».

Το παράξενο ψάρι στη λίμνη της Καστοριάς δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό τροπικού ψαριού στα ελληνικά νερά. Οπως επισημαίνουν οι επιστήμονες, τα τελευταία χρόνια πολλά τέτοια είδη βρίσκουν τον δρόμο και φτάνουν στα νερά της Μεσογείου και στις ελληνικές θάλασσες.

Αιτία; Η άνοδος της θερμοκρασίας που κάνει το υδάτινο περιβάλλον μας ιδανικό γι’ αυτούς τους εισβολείς. «Κυρίως, βέβαια, μιλάμε για τους λεγόμενους λεσεψιανούς μετανάστες, που φτάνουν στη Μεσόγειο και τα ελληνικά νερά από την Ερυθρά Θάλασσα, ακόμη και τον Ινδικό Ωκεανό μέσω της Διώρυγας του Σουέζ. Γι’ αυτό και πήραν το όνομά τους από τον γάλλο μηχανικό της Διώρυγας Φερντινάντ Λεσέψ», σημειώνει ο κ. Καλλιανιώτης.

Η λίστα των λεσεψιανών μεταναστών δεν περιλαμβάνει μόνο ψάρια αλλά και μαλάκια, ακόμη και φύκη. Σύμφωνα με παλαιότερη μελέτη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, από τη χρονιά που ξεκίνησε η λειτουργία της Διώρυγας του Σουέζ, το 1869, έχουν μεταναστεύσει στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο περισσότερα από 65 ξενικά είδη ψαριών, 115 είδη μαλακίων και 44 είδη καβουριών και γαρίδων. Μάλιστα, οι μετανάστες αυτοί προτιμούν τα νερά κοντά στις ακτές.

«Η εισβολή είναι τέτοια που σε πρόσφατη επίσκεψή μου στην Αίγυπτο διαπίστωσα ότι στην αγορά τα περισσότερα ψάρια προς πώληση ήταν τελικά λεσεψιανοί μετανάστες. Υπάρχουν ακόμη και τουρκικά αλιευτικά σκάφη τα οποία εμπορεύονται μόνο τέτοια είδη», προσθέτει ο βιολόγος – ιχθυολόγος.

Οι ξιφίες. Η άνοδος της θερμοκρασίας στις ελληνικές θάλασσες δεν συνέβαλε μόνο στην είσοδο μεταναστών από την Ερυθρά Θάλασσα αλλά και στην παρουσία κάποιων ψαριών – κοσμοπολιτών. «Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα του ξιφία. Μέχρι πριν από περίπου 20 χρόνια στη Βόρεια Ελλάδα δεν μπορούσαμε να ψαρέψουμε ξιφία γιατί δεν υπήρχε καθώς είναι είδος που θέλει νερά με θερμοκρασία τουλάχιστον 23 βαθμούς Κελσίου. Τα τελευταία χρόνια πληθυσμοί ξιφία εμφανίζονται όλο και πιο συχνά σε θαλάσσιες περιοχές που άλλοτε ήταν κρύες. Και μάλιστα, υπάρχουν αλιείς εδώ στην περιοχή που ασχολούνται αποκλειστικά με το ψάρεμα του ξιφία».