Ο Δημήτρης και η Μπλερ γνωρίστηκαν πριν από επτά χρόνια, όταν και οι δύο δούλευαν σε μια εταιρεία συμβούλων επιχειρήσεων στη Βιρτζίνια των ΗΠΑ. Τότε εκείνη, που κατάγεται από την Αλαμπάμα, ήταν 24 χρονών, ενώ ο Δημήτρης, με ελληνική καταγωγή αλλά γεννημένος στη Νέα Υόρκη, 33. Αρχικά η σχέση τους ήταν μόνο επαγγελματική και αργότερα, όταν η Μπλερ έφυγε από την εταιρεία για να συνεχίσει τις σπουδές της στην Ουάσιγκτον και ο Δημήτρης μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, όπου είχε βρει μια άλλη δουλειά, δεν είχαν σχεδόν καμία επαφή. Πέρασαν πέντε χρόνια χωρίς ιδιαίτερη επικοινωνία, μέχρι που εκείνη χρειάστηκε τη βοήθειά του για ένα θέμα δουλειάς. Ετσι, του έστειλε ένα mail ζητώντας του να την προετοιμάσει για μια συνέντευξη, καθώς ήξερε ότι είναι ιδιαίτερα καλός σε αυτό.

Αφού ο Δημήτρης της έδωσε τα «φώτα» του, της είπε ότι σε λίγες ημέρες ετοιμαζόταν να μετακομίσει και εκείνος στην Ουάσιγκτον. Αφορμή έψαχνε και η Μπλερ και έτσι, όταν πια εγκαταστάθηκαν στην πόλη, κανόνισαν να βρεθούν για ένα ποτό. Συναντήθηκαν σε ένα μπαρ και εκείνο το βράδυ μιλούσαν μέχρι που το μαγαζί έκλεισε. Πέρασαν τόσο καλά, που κανόνισαν να βρεθούν ξανά. Βέβαια, το πρόγραμμα και των δύο ήταν τόσο φορτωμένο που τελικά η συνάντηση αυτή έγινε ύστερα από έξι μήνες. Λίγο καιρό αργότερα και με αφορμή τον γάμο της αδερφής του, ο Δημήτρης ζήτησε από την Μπλερ να πάνε μαζί διακοπές στην Ελλάδα. Ωστόσο, εκείνη είχε κάποιους ενδοιασμούς αφού ακόμη δεν είχαν γίνει καν ζευγάρι. Από τη μια σκεφτόταν ότι ήταν πολύ νωρίς να κάνουν ένα ταξίδι μαζί, πόσω μάλλον στο εξωτερικό, και από την άλλη εκείνη την εποχή έδινε εξετάσεις στη σχολή της. Τελικά δέχτηκε και πέρασαν τόσο όμορφα, που η Μπλερ αγάπησε την Ελλάδα και την οικογένεια του Δημήτρη. Αλλωστε σε εκείνες τις διακοπές ξεκίνησε η προσωπική τους σχέση.

Κοινά τους χόμπι είναι η τεχνολογία, η μαγειρική και τα ταξίδια. Εχουν ιδιαίτερη αδυναμία στις δύο δίδυμες γάτες τους, τη Μινέτ και την Μπου, τις οποίες βρήκαν στον δρόμο το Σαββατοκύριακο πριν από τον αρραβώνα τους, που έγινε πέρυσι τον Αύγουστο στην Ουάσιγκτον. Ο Δημήτρης είχε πει στην Μπλερ να φύγουν για λίγες ημέρες, καθώς και οι δύο είχαν κουραστεί πολύ στη δουλειά. Εκείνη του πρότεινε κάποιους κοντινούς προορισμούς, κανένας όμως δεν τον ενθουσίαζε. Ετσι της είπε ότι θα ήταν δική του η επιλογή και ότι θα της έκανε έκπληξη. Πριν ξεκινήσουν, ο Δημήτρης επέμενε να πάρουν ένα καλό πρωινό σε ένα εστιατόριο που πήγαιναν συχνά στην αρχή της σχέσης τους. Οταν έφτασαν, το εστιατόριο ήταν κλειστό και έτσι πήγαν μια βόλτα στο πάρκο. Κάθησαν δίπλα σ’ ένα σιντριβάνι και χάζευαν τον κόσμο. Ο Δημήτρης έβαλε το χέρι του στην τσέπη και έβγαλε μια μπάλα… από χαρτοπετσέτες. Της έδωσε τη χάρτινη μπάλα και της ζήτησε να τον παντρευτεί. Εκείνη τον αγκάλιασε, δάκρυα άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια της και φυσικά του απάντησε ναι. Στη συνέχεια κατάλαβε ότι μέσα στη λευκή μπαλίτσα υπήρχε ένα όμορφο δαχτυλίδι. Ο Δημήτρης είχε φροντίσει να το βάλει μέσα στις χαρτοπετσέτες γιατί το κουτί θα πρόδιδε τις προθέσεις του.

Η οικογένεια του Δημήτρη ζει μόνιμα στην Ελλάδα και έτσι η απόφαση για το πού θα γινόταν η τελετή ήταν αυτονόητη. Το χρυσό ήταν το βασικό χρώμα που επέλεξαν καθώς ήθελαν να ταιριάζει με την εκκλησία και τον χώρο της δεξίωσης. Τα προσκλητήρια ήταν σε χρώμα ιβουάρ, με χρυσά τελειώματα και μονογράμματα. Χρησιμοποίησαν βίντατζ γραμματόσημα που απεικόνιζαν τόπους όπου είχαν ζήσει ως παιδιά, χόμπι που αγαπούν, και ό,τι άλλο τους θύμιζε Ελλάδα. Οι μπομπονιέρες τους είχαν τα παραδοσιακά κουφέτα μέσα σε τούλι. Για τους καλεσμένους εκτός Αθηνών που ήρθαν και έμειναν σε ξενοδοχείο, είχαν φτιάξει λευκά σακουλάκια με τα αρχικά τους τυπωμένα σε χρυσό χρώμα, που μέσα είχαν τις μπομπονιέρες και τις αγαπημένες τους λιχουδιές –μπισκότα με σοκολάτα γάλακτος, βυσσινάδα, πατατάκια και ελληνικές σοκολάτες.

Η δεξίωση έγινε στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία. Είχαν έναν DJ που έπαιζε αμερικανική μουσική, αλλά και μια παραδοσιακή ορχήστρα που έπαιζε ελληνικά. Ο γαμπρός τού Δημήτρη, Βασίλης Κολιός, που είναι επαγγελματίας πιανίστας επέλεξε τη μουσική μαζί με τον βιολονίστα Λευτέρη Ζορμπά. Φωτογράφος τους ήταν η Ζωή Γαμπιεράκη, την οποία γνώριζαν από τον γάμο της αδερφής του Δημήτρη και με το αποτέλεσμα που είχαν δει τότε ήταν πολύ εύκολο να την επιλέξουν και για τον δικό τους γάμο. Κουμπάροι τους ήταν ο Γιώργος Κοτίζιας, στενός φίλος του Δημήτρη, και ο Τζέισον Μόροου, παιδικός φίλος του Δημήτρη από τη Νέα Υόρκη. Η Μπλερ είχε τρεις παράνυφες, την αδερφή της Κέιτλιν και τις καλές της φίλες Μικάλα και Τζένιφερ. Οι καλεσμένοι τους ευχήθηκαν «Να ζήσουν σαν τα ψηλά βουνά», κάτι που σκέφτονται να χαράξουν μέσα στις βέρες τους.