Το γαϊτανάκι με τις οφσόρ εταιρείες που χρησιμοποιήθηκαν για την αγορά του νεοκλασικού στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου και τις γκρίζες ζώνες στην αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του ακινήτου περιέγραψε χθες ο πρώτος μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη του Ακη Τσοχατζόπουλου, ο Νίκος Μαϊτός, προϊστάμενος του ΣΔΟΕ.

«Το 1999 η οφσόρ εταιρεία Τοrcaso αγόρασε το ακίνητο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου έναντι 300 εκατομμυρίων δραχμών. Στις αρχές του 2001 πουλήθηκε στην αμερικανική Nobilis 136 εκατομμύρια δραχμές» είπε ο κ. Μαϊτός επισημαίνοντας ότι πουλήθηκε στο μισό της αξίας του και πως το τίμημα δόθηκε σε μετρητά εκτός του γραφείου, μιλώντας για ασυνήθιστες πρακτικές.

Και πρόσθεσε πως με βάση τα στοιχεία της έρευνας του ΣΔΟΕ δεν προέκυψε από πού προήλθαν τα χρήματα αυτά με τα οποία η Nobilis αγόρασε το επίδικο ακίνητο, καθώς δεν είχε λογαριασμό στην Ελλάδα και επιπλέον το ποσό του τιμήματος δεν μπήκε ποτέ σε λογαριασμό της Torcaso.

Στο μεσοδιάστημα και μέχρι το 2010, όταν το σπίτι αγοράστηκε με δάνειο στο όνομα της Βίκυς Σταμάτη, έγιναν επισκευαστικές εργασίες αξίας περίπου 600.000 ευρώ.

Σύμφωνα με τον μάρτυρα, αν και η αντικειμενική αξία του σπιτιού ήταν 1,3 εκατ. ευρώ, πουλήθηκε 1,1 εκατ. ευρώ. Η εμπορική του αξία ανέρχεται σε περισσότερα από 3 εκατ. ευρώ, καθώς οι ειδικοί μπορούσαν να το συγκρίνουν σε αξία μόνο με το Προεδρικό Μέγαρο.

Νωρίτερα, ο Ακης Τσοχατζόπουλος υπερασπιζόμενος τις επιλογές του χαρακτήρισε «πολιτική» τη δίκη του, συλλογικές τις αποφάσεις του ΚΥΣΕΑ και αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι έχει διαπράξει το αδίκημα της δωροδοκίας.