Χωρίς την Αλέκα Παπαρήγα ανακοινώθηκε χθες η σύνθεση του νέου Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ. Η επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ θα παρίσταται χωρίς δικαίωμα ψήφου στις συνεδριάσεις του Πολιτικού Γραφείου με την ιδιότητα του πρώην γενικού γραμματέα του κόμματος.

Η νέα ηγετική ομάδα του ΚΚΕ δεν αναμένεται να αλλάξει στρατηγική σε ό,τι αφορά το ζήτημα των συμμαχιών και θα επιμείνει στην αυτόνομη πορεία του, έλεγαν στελέχη του Περισσού. Τη στάση αυτή επέκρινε χθες η εφημερίδα «Αυγή», η οποία επιτίθεται στον κ. Κουτσούμπα τον οποίο κατηγορεί για υπέρμαχο μιας θεολογικού τύπου καθαρότητας της Αριστεράς.

Το θέμα των συνεργασιών φαίνεται πως έχει κλείσει σε επίπεδο συσχετισμών και στο νέο Πολιτικό Γραφείο, σύμφωνα με πηγές του Περισσού, αφού η κυρίαρχη «ομάδα» είναι η «ομάδα Γόντικα» –το alter ego της Αλέκας Παπαρήγα. Η ομάδα αυτή αποτελείται από τους Κώστα Αβραμόπουλο, Τηλέμαχο Δημουλά, Θεοδόση Κωνσταντινίδη, τον ισχυρό άνδρα του Περισσού Δημήτρη Γόντικα και τον νέο γενικό γραμματέα του κόμματος Δημήτρη Κουτσούμπα. Στον ίδιο κύκλο ανήκουν και οι δύο κυρίες του Πολιτικού Γραφείου, οι οποίες διατηρούν και προσωπική φιλία με την κ. Παπαρήγα: η Ελένη Μπέλλου και η Λουίζα Ράζου.

Από εκεί και μετά ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχει η συνύπαρξη στο ίδιο όργανο με την ισχυρή ομάδα των περίφημων αριστεριστών, Γιώργο Μαρίνο και Κώστα Παρασκευά, οι οποίοι στην πορεία αυτονομήθηκαν από την απερχόμενη γενική γραμματέα, αλλά και ο Δημήτρης Αρβανιτάκης ο οποίος για τους δικούς του λόγους φαίνεται πως δεν συμφώνησε με τη «λύση Κουτσούμπα». Η στάση των λεγόμενων αριστεριστών, οι οποίοι έχουν κομματική επιρροή τόσο στην Κεντρική Επιτροπή, όσο και στην πανίσχυρη Κομματική Οργάνωση Αθήνας (ΚΟΑ), στην ΚΝΕ, αλλά και στο ΠΑΜΕ, αποτελεί και το μεγάλο ερωτηματικό για την επόμενη ημέρα στον Περισσό.

Στο νέο Πολιτικό Γραφείο είναι και ο Νίκος Σοφιανός, ο οποίος τηρεί ισορροπίες και φέρεται ως φαβορί για τη θέση του διευθυντή του «Ριζοσπάστη» στη θέση του Στέφανου Λουκά, ο οποίος δεν ανήκει πλέον στο Πολιτικό Γραφείο. Στον κ. Λουκά χρεώνεται ότι «διέλυσε την κομματική εφημερίδα», χάνοντας τον έλεγχο στην Κομματική Οργάνωση του «Ριζοσπάστη» και στη συνέχεια χάνοντας και το συντακτικό προσωπικό που δεν είναι μέλη του κόμματος, οι οποίοι και κινήθηκαν δικαστικά εναντίον της εφημερίδας.