Oι έντονες διεργασίες σε όλους τους χώρους της Αριστεράς έχουν την αυτονόητη σημασία τους για το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας: καθώς στην Ευρώπη κυριαρχούν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της λιτότητας – με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη συνταγή που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα της κρίσης – προβάλλει η ανάγκη για μια Αριστερά της ευθύνης. Βεβαίως, εδώ και καιρό στερείται νοήματος η συζήτηση για μια ενιαία Αριστερά: οι διαφορές είναι τόσο ξεκάθαρες και τόσο θεμελιακές, που ακόμα και ο διάλογος καθίσταται προβληματική διαδικασία. Για παράδειγμα, πώς μπορεί κανείς να συγκεράσει την πάγια θέση του ΚΚΕ για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ενωση, με τη θέση της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ υπέρ του ευρώ; Επομένως, η ιδέα της συγκρότησης μιας «Ενωμένης Αριστεράς» – που θα μπορούσε να διεκδικήσει την πρωτιά στις εκλογές – ανήκει στη σφαίρα του εξωπραγματικού.

Οι αριστερές δυνάμεις ωστόσο, έχουν ένα σημαντικό καθήκον: να ξεκαθαρίσουν τα του οίκου τους. Η κακοφωνία των τελευταίων μηνών στο ΚΚΕ σταματά οσονούπω, καθώς ολοκληρώνεται το συνέδριο του κόμματος και η ηγετική ομάδα διασφαλίζει την απόλυτη εσωκομματική κυριαρχία. Το στοίχημα για το ιστορικότερο κόμμα του χώρου είναι να ανακαλύψει και πάλι τον ρόλο του στο μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα: να αποκηρύξει τον αδιέξοδο ακτιβισμό και να αγωνιστεί «από τα μέσα» για τη βελτίωση του επιπέδου ζωής των πολιτών.

Για τον ΣΥΡΙΖΑ, που έχει το βαρύ καθήκον της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τα πράγματα είναι σαφώς πιο δύσκολα: με μια σχετικά συμπαγή εσωκομματική μειοψηφία, η οποία φλερτάρει ανοικτά με τις θέσεις του ΚΚΕ – και εσχάτως του Αλέκου Αλαβάνου, ο οποίος ποντάρει ανοικτά στο κόμμα της δραχμής – γίνεται όλο και πιο δύσκολη η προβολή του ως εναλλακτικής κυβερνητικής δύναμης, κάτι που αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις.

Το στοίχημα για τον Αλ. Τσίπρα δεν είναι πρωτοφανές – το αντιμετώπισαν όλοι οι ηγέτες της Αριστεράς, τόσο της κομμουνιστικής όσο και της σοσιαλιστικής: ή θα συμβιώσει με τους «αντάρτες» του ΣΥΡΙΖΑ και θα συνεχίσει να υφίσταται το πολιτικό κόστος ή θα τους αντιμετωπίσει και θα κάνει πολιτική – η οποία, ως γνωστόν, ήταν και παραμένει η τέχνη του εφικτού!