Από κάποια στιγμή και μετά κατά τη διάρκεια των έντεκα χρόνων της πρωθυπουργίας της η Μάργκαρετ Θάτσερ είχε υιοθετήσει τον πληθυντικό μεγαλοπρεπείας των γαλαζοαίματων όταν αναφερόταν στον εαυτό της. Ηταν μια συνήθεια που διατήρησε ακόμη και όταν ανακοίνωσε στον γιο της το 1989 ότι η αδελφή του είχε φέρει στον κόσμο ένα παιδί: «Γίναμε γιαγιά» φέρεται να του είπε. Το επεισόδιο αυτό εξηγεί εν μέρει τον λόγο για τον οποίο η αποχώρησή της από την πρωθυπουργία είχε τα χαρακτηριστικά ενός σαιξπηρικού δράματος. Η πρώτη και μοναδική μέχρι σήμερα γυναίκα πρωθυπουργός της Βρετανίας ήταν σίγουρη ότι μπορούσε να πείσει τους βρετανούς ψηφοφόρους να της χαρίσουν και τέταρτη θητεία. Η ανταρσία στους κόλπους των Τόρις και η επικράτηση της φιλοευρωπαϊκής πτέρυγας τής στέρησαν το όνειρο. Ετσι κι αλλιώς, πάντως, η Σιδηρά Κυρία είχε αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα της στην παγκόσμια οικονομία, τη βρετανική κοινωνία και τη διεθνή πολιτική.

Στην οικονομία, η Μάργκαρετ Θάτσερ ευτύχησε να βρει έναν ισχυρό σύμμαχο μόλις δύο χρόνια μετά την εκλογή της. Εκείνη εξελέγη πρωθυπουργός της Βρετανίας τον Μάιο του 1979, ο Ρόναλντ Ρίγκαν ορκίστηκε πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών στις 20 Ιανουαρίου του 1981. Η Θάτσερ θα έπρεπε να περιμένει ακόμη έναν χρόνο και να ρισκάρει τα πάντα στον πόλεμο των Φόκλαντ για να εξασφαλίσει το πολιτικό κεφάλαιο που θα της επέτρεπε να κυριαρχήσει απόλυτα. Μετά τη νίκη της, ο δρόμος για την εφαρμογή μιας σκληρά νεοφιλελεύθερης οικονομικής ατζέντας ήταν ανοικτός. Το δίδυμο Θάτσερ – Ρίγκαν ανακάλυψε μια μηχανή παραγωγής πλούτου στην απορρύθμιση της αγοράς και την παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Οπως σημειώνει η «Μοντ», η Μάργκαρετ Θάτσερ και ο Ρόναλντ Ρίγκαν δεν είναι οι μοναδικοί θιασώτες ενός δόγματος το οποίο οδήγησε στη χρηματοπιστωτική κρίση που έζησε ο πλανήτης δύο δεκαετίες αργότερα. Στην ίδια οδό κινήθηκαν και οι διάδοχοί τους, ο Τόνι Μπλερ στη Βρετανία και ο Μπιλ Κλίντον στις ΗΠΑ. Αυτός ο «τρίτος δρόμος», σημειώνει η γαλλική εφημερίδα, δεν ήταν παρά η εκπολιτισμένη εκδοχή του νεοφιλελευθερισμού.

ΟΙ ΚΟΚΚΙΝΟΙ. Το στίγμα της Μάργκαρετ Θάτσερ στη διεθνή πολιτική είναι ένα μείγμα από ψυχροπολεμικές κορόνες και τον κρυφό φόβο ότι η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ θα οδηγούσε στην επανένωση της Γερμανίας. Η Θάτσερ προτιμούσε τον διπολικό κόσμο που είχε προκύψει μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο αντικομμουνισμός της γέννησε μια στενή σχέση με τον Αουγκούστο Πινοτσέτ και διάφορους ισλαμιστές δικτάτορες. Παροιμιώδης ήταν και ο ευρωσκεπτικισμός της που είχε τον χαρακτήρα εμμονής. Στα απομνημονεύματά της πάντως, προέβλεψε σωστά ότι ο ιστορικός φόβος της Γερμανίας απέναντι στον πληθωρισμό θα οδηγούσε σε πολιτικές αργής ανάπτυξης, οι οποίες θα δημιουργούσαν ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα στις αδύναμες οικονομίες της ζώνης του κοινού νομίσματος καθώς αυτές οι τελευταίες δεν θα διέθεταν πλέον το όπλο της υποτίμησης. Ποτέ δεν απαρνήθηκε, όμως, την τυφλή της πίστη στις δυνάμεις της αγοράς. Αυτή η κληρονομιά βαραίνει ακόμη τον κόσμο.

Τα «δικά της» παιδιά

Οι ευρωσκεπτικιστές των Τόρις, πνευματικά τέκνα της Μάργκαρετ Θάτσερ, κρατούν όμηρο τον ηγέτη του κόμματος και Πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον. Το αναγγελθέν δημοψήφισμα για τη σχέση της Βρετανίας με την ΕΕ έχει και τη δική της σφραγίδα