Εχει χαρακτηριστεί ήδη ως «η περιβαλλοντική δίκη του αιώνα» και άρχισε χθες στη Νέα Ορλεάνη. Στη θέση του κατηγορουμένου βρίσκεται η βρετανική εταιρεία BP, ενώ το έγκλημα που διέπραξε αφορά τη μόλυνση του Κόλπου του Μεξικού με εκατομμύρια γαλόνια πετρελαίου, εξαιτίας έκρηξης που σημειώθηκε σε πλατφόρμα της τον Απρίλιο του 2010. Πρόκειται για μια σκληρή μάχη την οποία η κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα προσπάθησε να αποφύγει έως την τελευταία στιγμή. Για να συνέβαινε όμως αυτό, η BP όφειλε να αποζημιώσει το αμερικανικό κράτος με 16 δισ. δολάρια –τόσα ήταν τα χρήματα που ζητούσαν οι ενάγοντες για να καταλήξουν σε διακανονισμό. Ωστόσο, τα νούμερα που προκαλούν δέος δεν είναι μόνο οικονομικά. Ο κατήγορος, ήτοι το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, έφτασε στο σημείο να ζητήσει τη συνδρομή 300 από τους καλύτερους δικηγόρους της χώρας. Η «Ουάσιγκτον Ποστ» κάνει λόγο για «το μεγαλύτερο νομικό τσίρκο του πλανήτη» καθώς και η BP προσέλαβε για την υπεράσπισή της τέσσερα από τα πιο ισχυρά δικηγορικά γραφεία του πλανήτη.
Προεδρεύων στη δίκη που διεξάγεται δίχως ενόρκους όπως ορίζει το Δίκαιο της Θάλασσας είναι ο δικαστής Καρλ Μπάρμπιερ, ενώ στο επίκεντρό της βρίσκεται η τραγωδία της 20ής Απριλίου 2010. Εκείνη την ημέρα μία έκρηξη κατέστρεψε την πλατφόρμα DeepWater Horizon της BP, η οποία χρησιμοποιούνταν για την εκμετάλλευση πετρελαίου από το υποθαλάσσιο κοίτασμα που είναι γνωστό ως το «πηγάδι του Μακόντο». Ο απολογισμός υπήρξε τραγικός –έντεκα νεκροί τεχνικοί, εκατομμύρια γαλόνια αργού πετρελαίου κατέληξαν στον ωκεανό, τεράστιες καταστροφές στη θαλάσσια πανίδα, στις ακτές και στις οικονομίες Πολιτειών όπως η Λουιζιάνα και η Αλαμπάμα.
Στόχος της δίκης είναι, εκτός από τη διαλεύκανση των συνθηκών που οδήγησαν στην καταστροφή, ο καταμερισμός ευθυνών μεταξύ των εταιρειών που εμπλέκονται στην υπόθεση. Η BP ισχυρίζεται πως έως σήμερα έχει ξοδέψει περισσότερα από 24 δισ. δολάρια και πως συνολικά το ποσό που θα δαπανήσει για να ανακτήσει την αξιοπιστία της αγγίζει τα 42 δισ. δολάρια. Παρότι η θέση της είναι εξαιρετικά δύσκολη, η στρατηγική που ακολουθεί είναι ξεκάθαρη: επιδιώκει να μεταβιβάσει μέρος της ευθύνης στους μικρότερους και λιγότερο ισχυρούς συνεργάτες της –στην εταιρεία Transocean στην οποία ανήκε η πλατφόρμα και στην Halliburton η οποία ειδικεύεται στην εξερεύνηση κοιτασμάτων. Το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης όμως έχει κάθε λόγο να αποδείξει ότι η ευθύνη βαρύνει αποκλειστικά την BP καθώς είναι η μόνη που μπορεί να ανταποκριθεί στις υψηλές απαιτήσεις των εναγόντων.
Ο δικαστής, από την πλευρά του, πρόκειται να εφαρμόσει την αποκαλούμενη Clean Water Act, μια πρωτοποριακή νομοθεσία για την προστασία των υδάτων. Σύμφωνα με τα όσα ορίζει ο νόμος αυτός, η μάχη μεταξύ κατηγόρων και κατηγορουμένων θα κριθεί στις λεπτομέρειες. Αυτό που πρέπει να αποφασίσει το δικαστήριο είναι εάν η BP είναι ένοχη για «αμέλεια» ή για «βαριά αμέλεια» όσον αφορά τα μέτρα προστασίας που εφάρμοζε και τους ελέγχους ασφαλείας που πραγματοποιούσε. Και η διαφορά δεν είναι μικρή. Εάν καταδικαστεί για «αμέλεια», τότε για κάθε βαρέλι αργού πετρελαίου που χύθηκε στη θάλασσα η BP θα πρέπει να πληρώσει έως 1.100 δολάρια. Εάν καταδικαστεί για «βαριά αμέλεια», θα πρέπει να δώσει έως και 4.300 δολάρια για κάθε βαρέλι. Το ανώτατο όριο συνολικά για πρόστιμα και κυρώσεις φτάνει τα 27,5 δισ. δολάρια.

Εταιρείες περιορισμένης ευθύνης

Ως αποτέλεσμα της «κουλτούρας απερισκεψίας των πολυεθνικών» εκλαμβάνει την τραγωδίαο δικηγόρος του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ Μάικ Αντερχιλ.