Εφτασε στο στάδιο οδηγώντας τη μαύρη του Bentley. Εφυγε με το λευκό όχημα του νεκροτομείου, έχοντας αυτοκτονήσει αφού σκότωσε τη σύντροφό του. Ο Τζοβάν Μπέλτσερ, αμυντικός των Τσιφς του Κάνσας Σίτι, ήταν ένας θηριώδης άνδρας με ύψος 1,90 μ. και βάρος 103 κιλά, ένας από τους 1.696 παίκτες της NFL, της λίγκας του αμερικάνικου φουτμπόλ. Ο θάνατος τον βρήκε στα 25 του. Η σύντροφός του, η Κασάντρα Πέρκινς, ήταν 22 ετών.

Η ιστορία έχει γνωστά συστατικά –το χρήμα, που ήρθε πολύ και πολύ γρήγορα, την εφήμερη δόξα, τις ήττες, τη λατρεία των οπαδών που μετατρέπεται σε μίσος. Ο Μπέλτσερ, γεννημένος σε γκέτο μαύρων του Λονγκ Αϊλαντ, βρέθηκε πολύ νέος ανάμεσα στους εκλεκτούς του επαγγελματικού φούτμπολ. Και, όπως και πολλοί άλλοι, φαίνεται πως δεν άντεξε την πίεση και τα αναβολικά.

Αμειβόταν με δύο εκατ. δολάρια τον χρόνο και ήταν ικανός να ρίχνει στο έδαφος άλλους κολοσσούς όπως αυτός, όχι όμως και να διαχειριστεί την ευθύνη μιας κόρης δύο μηνών που του είχε χαρίσει το θύμα του. Δεν μπορούσε να διαχειριστεί ούτε το εύθραυστο «εγώ» του μετά τις καταστροφικές επιδόσεις της ομάδας του, η οποία είχε ηττηθεί στους δέκα από τους έντεκα τελευταίους αγώνες της. Ούτε τις βρισιές και τις κατάρες των οπαδών –«περίεργο που δεν αστόχησε με το πιστόλι, τέτοιος ανίκανος που ήταν», έγραψε κάποιος στο μπλογκ των Τσιφς μετά τον φόνο και την αυτοκτονία…

Ο Μπέλτσερ είχε κοιμηθεί στο σπίτι της Κασάντρα, στην Κράισελ Αβενιου, ενώ το νεογέννητο βρισκόταν στη μητέρα της Κασάντρα. Οταν ξύπνησαν, άρχισαν να καβγαδίζουν, πιθανόν από ζήλεια. Εκείνος την πυροβόλησε και τη σκότωσε. Στη συνέχεια έφτασε με τη μαύρη Μπέντλεϊ στο στάδιο Αροουχεντ για την τελευταία προπόνηση πριν από τον χθεσινό αγώνα. Ο προπονητής Ρόμεο Κρένελ και ο διευθυντής της ομάδας Σκοτ Πιόλι τον είδαν στο πάρκινγκ να κατεβαίνει από το αυτοκίνητο με το όπλο στο χέρι. «Ηρθα μόνο για να σας ευχαριστήσω για την υπέροχη ευκαιρία που μου προσφέρατε», είπε. Εστρεψε το πιστόλι στον εαυτό του και τράβηξε τη σκανδάλη.

Η Αστυνομία δεν έχει καμιά υπόθεση για τα αίτια. Ο Βιτόριο Τσουκόνι επισημαίνει στην ιταλική «Λα Ρεπούμπλικα» πως ο κόσμος του αμερικανικού ποδοσφαίρου είναι ένας υποκριτικός κόσμος, όπου όλοι πρέπει να μάθουν να ζουν με το «juice», τον «χυμό» από τις σύριγγες, τα αναβολικά. Ακολουθούν οι εκρήξεις, όχι μόνο στους μυς, αλλά και στην ψυχή.