Οι αυριανές αμερικανικές προεδρικές εκλογές εμφανίζονται, δημοσκοπικά, ως μια εξαιρετικά αμφίρροπη και έντονα πολωμένη αναμέτρηση, όπου συγκρούονται οι δύο κυρίαρχες εκδοχές της σύγχρονης αμερικανικής πολιτικής κουλτούρας. Πόλωση που αποτυπώνεται όχι μόνο στον λόγο των υποψηφίων και στην κοινωνική σύνθεση των δύο στρατοπέδων, αλλά και σε έναν έντονο γεωγραφικό διχασμό, ο οποίος διαμορφώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και έχει παγιωθεί την τελευταία 12ετία. Παραμένει έτσι ένας σχετικά μικρός αριθμός αμφισβητούμενων περιοχών, οι οποίες κατά κανόνα εντοπίζονται στα σύνορα της Δημοκρατικής και Ρεπουμπλικανικής ζώνης, ιδιαίτερα στις Μεσοδυτικές πολιτείες και στο ανατολικό τμήμα του Νότου. Το γεγονός έχει καθοριστική σημασία, ιδιαίτερα όταν αναμετρούνται δύο πρακτικά ισοδύναμοι υποψήφιοι, όπως ο Ομπάμα και ο Ρόμνεϊ, οι οποίοι, σύμφωνα με τον μέσο όρο των τελευταίων δημοσκοπήσεων, κινούνται και οι δύο περί το 47,5%.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν εκλέγεται όμως με βάση τον συνολικό αριθμό ψήφων που θα συγκεντρώσουν οι υποψήφιοι σε εθνικό επίπεδο, αλλά από ένα κολέγιο 538 ειδικών εκλεκτόρων, οι οποίοι εκλέγονται ανά πολιτεία με πλειοψηφικό σύστημα (με δύο μόνο μικρές περιθωριακές εξαιρέσεις). Γεγονός που μπορεί κάλλιστα να προκαλέσει διαφοροποίηση ανάμεσα στη λαϊκή ψήφο και στη σύνθεση του σώματος των εκλεκτόρων. Οπως και πράγματι συνέβη στις εκλογές του 2000, όταν ο Δημοκρατικός υποψήφιος Αλ Γκορ συγκέντρωσε σε εθνικό επίπεδο 500.000 ψήφους περισσότερες από τον Τζορτζ Μπους, ο οποίος τελικά εξελέγη (βοηθούντος αφενός του δικαστικού πραξικοπήματος στη Φλόριδα και αφετέρου μιας ελάχιστης διαφοράς 7.000 ψήφων στο Νιου Χαμσάιρ).

Στο κολέγιο των εκλεκτόρων, καθεμία από τις 50 πολιτείες, ανάλογα με τον πληθυσμό της, αντιπροσωπεύεται από 3 έως 55 εκλέκτορες, όσο είναι το άθροισμα των βουλευτών και των γερουσιαστών της, ενώ συμμετέχουν επίσης και 3 εκλέκτορες από την πρωτεύουσα (Washington D.C.). Ετσι διαμορφώνεται ο μαγικός αριθμός των 270 εκλεκτόρων, που αποτελεί το κατώτατο όριο για την εκλογή του προέδρου των ΗΠΑ.

Με δεδομένη τη σχετική σταθερότητα της εκλογικής γεωγραφίας των ΗΠΑ, από τις 51 αυτές γεωγραφικές ενότητες (50 πολιτείες και Washington D.C.) το αποτέλεσμα για τις 40 θεωρείται ήδη δεδομένο. Γι’ αυτό και ελάχιστες δημοσκοπήσεις πραγματοποιούνται στις περιοχές αυτές, αφού ένα αποτέλεσμα της τάξεως 55/35 υπέρ του Ομπάμα στην Καλιφόρνια και αντίστοιχα υπέρ του Ρόμνεϊ στο Τέξας είναι πρακτικά αδύνατον να ανατραπεί.

Από τις 40 αυτές περιπτώσεις οι Δημοκρατικοί διαθέτουν ένα αδιαμφισβήτητο προβάδισμα σε 17, όπου επικρατούν συνεχώς από το 1992 (με μόνη εξαίρεση την οριακή ήττα τους το 2004 στο Νέο Μεξικό). Εκκινούν δηλαδή από 201 (σχεδόν) σίγουρους εκλέκτορες. Αντίστοιχα, οι Ρεπουμπλικανοί έχουν το προβάδισμα στις 22 πολιτείες τις οποίες διατήρησαν και το 2008, με 180 εκλέκτορες σήμερα (έναντι 173 το 2008). Επιπλέον προηγούνται σταθερά και στην Πολιτεία της Ιντιάνα, όπου τελείως οριακά ηττήθηκαν το 2008, κάτι που δεν είχε ξανασυμβεί τα τελευταία 30 χρόνια. Εκκινούν δηλαδή από 191 εκλέκτορες.

Η κρίσιμη αναμέτρηση διεξάγεται επομένως για τους 146 εκλέκτορες των υπόλοιπων 11 πολιτειών, οι οποίες όμως δεν είναι ομοιογενείς, αλλά ανήκουν σε τρεις σαφώς διακριτές κατηγορίες.

Πρόκειται κατ’ αρχάς για τρεις σταθερά από το 1992 Δημοκρατικές πολιτείες –Πενσιλβάνια, Μίσιγκαν, Γουισκόνσιν -, όπου όμως ορισμένες φορές η επικράτησή τους υπήρξε οριακή (π.χ. μόλις 0,3% στο Γουισκόνσιν το 2000 και το 2004). Βέβαια, και στις τρεις αυτές πολιτείες, με 46 συνολικά εκλέκτορες, προηγείται σήμερα ο Ομπάμα, με μικρή όμως διαφορά –περίπου 2%-5% σε Μίσιγκαν και Πενσιλβάνια και μόλις 1% στο Γουισκόνσιν, όπου το 2010 οι Ρεπουμπλικανοί κέρδισαν τη μάχη για τον κυβερνήτη. Η διατήρηση και των τριών αυτών περιφερειών (και ιδιαίτερα των δύο μεγαλύτερων, Πενσιλβάνια και Μίσιγκαν) θα συμβάλει καθοριστικά στην επανεκλογή του Ομπάμα. Μια δεύτερη κατηγορία κυμαινόμενων πολιτειών αφορά δύο μικρές πολιτείες, το Νιου Χαμσάιρ και την Αϊοβα (με 4 και 6 εκλέκτορες, αντίστοιχα), όπου τόσο το 2000 όσο και το 2004 το αποτέλεσμα κρίθηκε πραγματικά στο νήμα, μία φορά υπέρ των Δημοκρατικών και μία υπέρ των Ρεπουμπλικανών. Και στις δύο αυτές πολιτείες ο Ομπάμα φαίνεται να διατηρεί ένα μικρό προβάδισμα, περίπου 2%, εξαιρετικά περιορισμένο όμως σε σύγκριση με την άνετη επικράτησή του το 2008 με διαφορά περίπου 10%.

Βγάζουν πλανητάρχη. Το κρίσιμο όμως στοιχείο της αναμέτρησης είναι ότι ακόμη και αν κερδίσει ο Ομπάμα και τις πέντε προαναφερθείσες πολιτείες, όπου σήμερα ελαφρώς προηγείται (τις 3 σταθερά Δημοκρατικές και τις δύο κυμαινόμενες την περίοδο 2000/2004) και πάλι ο αριθμός των δυνητικών εκλεκτόρων του (257) υπολείπεται από το κρίσιμο όριο των 270. Γι’ αυτό και η πιο κρίσιμη μάχη θα δοθεί στις 6 από τις 7 πολιτείες (με εξαίρεση την Ιντιάνα), οι οποίες είχαν ψηφίσει Ρεπουμπλικανούς το 2000 και το 2004, αλλά μεταστράφηκαν προς Ομπάμα το 2008 δίνοντας διαστάσεις θριάμβου στην επικράτησή του. Από τις 6 αυτές πολιτείες η Βόρεια Καρολίνα και η Φλόριδα, όπου η νίκη του Ομπάμα το 2008 ήταν οριακή (με διαφορά 0,4% και 2,8%, αντίστοιχα), φαίνεται σήμερα να επανέρχονται στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών προσφέροντας 44 επιπλέον εκλέκτορες. Ωστόσο στις υπόλοιπες τέσσερις πολιτείες –κατά σειρά εκλογικής βαρύτητας Οχάιο, Βιρτζίνια, Κολοράντο και Νεβάδα -, που διαθέτουν συνολικά 46 εκλέκτορες, η αναμέτρηση προμηνύεται αμφίρροπη, με τον Ομπάμα να διαθέτει ένα ελαφρό προβάδισμα περί το 2% στο Οχάιο (18 εκλέκτορες) και στη Νεβάδα (6 εκλέκτορες). Αν επομένως ο Ομπάμα διατηρήσει τους 257 εκλέκτορες που προαναφέρθηκαν και προσθέσει 24 από Οχάιο και Νεβάδα, ξεπερνά κατά πολύ τον μαγικό αριθμό 271· ενώ αν κερδίσει και τις υπόλοιπες δύο (Βιρτζίνια, Κολοράντο), θα ξεπεράσει τους 300 εκλέκτορες.

Σε κάθε πάντως περίπτωση, από όλες τις αμφίρροπες πολιτείες η αναμέτρηση στο Οχάιο αναδεικνύεται στο κρισιμότερο κλειδί των εκλογών. Γιατί ενδεχόμενη ήττα του Ομπάμα σε Οχάιο και Γουισκόνσιν για να ισοσκελιστεί απαιτείται η ταυτόχρονη επικράτησή του σε Βιρτζίνια, Κολοράντο και Αϊοβα. Γι’ αυτό, άλλωστε, και οι δύο υποψήφιοι έχουν αφιερώσει στο Οχάιο άφθονο χρήμα και χρόνο, περισσότερο από κάθε άλλη πολιτεία. Εξάλλου, σύμφωνα και με την αδιάψευστη παράδοση από το 1960 και μετά, δεν υπάρχει εκλεγμένος πρόεδρος στις ΗΠΑ χωρίς να έχει επικρατήσει στο Οχάιο.