Ο γάλλος πρώην άσος ανακοίνωσε πριν από λίγες ημέρες την απόφασή του να επιστρέψει στο ποδόσφαιρο από τη θέση του προπονητή, αποκαλύπτοντας συγχρόνως και το μεγάλο του όνειρο: να βρεθεί κάποια μέρα στον πάγκο της Εθνικής Γαλλίας. Αυτό που δεν είπε, είναι ότι θα ήθελε να την οδηγήσει ξανά στην κατάκτηση ενός Παγκοσμίου Κυπέλλου, όπως είχε κάνει το 1998 με την ιδιότητα του ποδοσφαιριστή, στο Μουντιάλ που έγινε στην πατρίδα του.

Ο «Ζιζού» μπαίνει σε μια μακριά λίστα στην οποία υπάρχουν πολλοί εξαιρετικοί ποδοσφαιριστές που ακολούθησαν προπονητική καριέρα και τα κατάφεραν και άλλοι οι οποίοι απέτυχαν παταγωδώς.

Είναι φυσικό να ξεκινήσουμε ένα τέτοιο θέμα από δύο ανθρώπους οι οποίοι αποτελούν σημείο αναφοράς. Ο πρώτος δεν είναι άλλος από τον «ιπτάμενο Ολλανδό», τον Γιόχαν Κρόιφ και ο δεύτερος είναι αυτός που περιορίζεται στα στενά ελληνικά πλαίσια, ο Ντούσαν Μπάγιεβιτς.

Κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα και των δύο είναι ότι πήγαν στις ομάδες που δοξάστηκαν τόσο ως ποδοσφαιριστές, όσο και ως προπονητές, από συλλόγους άλλων χωρών.

Ο Γιόχαν Κρόιφ δοξάστηκε με τον Αγιαξ, πήγε στην Μπαρτσελόνα το 1973 , έμεινε έως το 1978 και κατέκτησε ένα πρωτάθλημα και ένα Κύπελλο Ισπανίας. Το 1988 ανέλαβε προπονητής στην ομάδα της Καταλωνίας δημιουργώντας την «Ντριμ Τιμ». Κατέκτησε 4 πρωταθλήματα Ισπανίας, ένα Κύπελλο, τρία Σούπερ Καπ, ένα Κύπελλο Κυπελλούχων (1989) και ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών (1992).

Εναν χρόνο μεγαλύτερος σε ηλικία ο Μπάγιεβιτς από τον Κρόιφ, ήρθε στην Ελλάδα (από τη Βελέζ του Μόσταρ) το 1977 και αγωνίστηκε στην ΑΕΚ μέχρι το 1981 κατακτώντας δύο πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο. Το 1988 επανήλθε στην ΑΕΚ με την ιδιότητα του προπονητή (είχε προηγηθεί θητεία στη Βελέζ), έμεινε στον Δικέφαλο έως το 1996 και η παρουσία του στην κιτρινόμαυρη ομάδα θεωρείται η πιο πετυχημένη για τον σύλλογο με τέσσερα πρωταθλήματα (1988, 1992, 1993, 1994) και κατά γενική ομολογία το ποιοτικότερο ποδόσφαιρο από ελληνική ομάδα εκείνη την εποχή.

Ακολούθησαν 4 πρωταθλήματα με τον Ολυμπιακό και η ανάδειξη του «Ντούσκο» ως του πιο πετυχημένου τεχνικού που έχει περάσει από τα ελληνικά γήπεδα.

Μπορεί ο Κρόιφ να θεωρείται ο αναμορφωτής της Μπαρτσελόνα, η αλήθεια όμως είναι ότι οι επιτυχίες του Πεπ Γκουαρντιόλα –επίσης ποδοσφαιριστής (1990-2001) και μετέπειτα προπονητής (2008-2012) των Καταλανών –είναι αυτές που συνοδεύουν την ομάδα που έχει παίξει το κορυφαίο ποδόσφαιρο. Μέσα σε μια 4ετία, ο Γκουαρντιόλα κατέκτησε 3 πρωταθλήματα Ισπανίας, 1 Κύπελλο Ισπανίας, 3 Σούπερ Καπ Ισπανίας, 2 Τσάμπιονς Λιγκ, 2 Σούπερ Καπ Ευρώπης, 2 Παγκόσμια Κύπελλα Συλλόγων.

Μια άλλη χαρισματική μορφή είναι ο Κάρλος Αντσελότι. Ο Ιταλός ξεκίνησε από την Πάρμα, έγινε γνωστός με τη Ρόμα και έφτασε στο απόγειο της ποδοσφαιρικής καριέρας του με τη Μίλαν, την 5ετία 1987-1992, όταν και κατέκτησε το Τσάμπιονς Λιγκ το 1989 και το 1990 (παρέα με τους Γκούλιτ και Φαν Μπάστεν). Ως προπονητής κατέκτησε επίσης δύο φορές το Τσάμπιονς Λιγκ με τη Μίλαν, το 2003 και το 2007.

Στα στενά ελληνικά πλαίσια, πετυχημένοι ποδοσφαιριστές που έκαναν –μερικοί εξακολουθούν να κάνουν –καλή πορεία στους πάγκους είναι ο αείμνηστος Γιάννης Κυράστας, ο Τάκης Λεμονής, ο Αγγελος Αναστασιάδης.

Ο Ολεγκ Μπλαχίν υπήρξε ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής που ανέδειξε το ποδόσφαιρο της πρώην Σοβιετικής Ενωσης. Και έχει κάνει μια καλή πορεία στους πάγκους (τελευταίος σταθμός του η Εθνική Ουκρανίας την οποία κοουτσάρισε στο πρόσφατο Euro).

ΟΙ ΑΠΟΤΥΧΙΕΣ. «Ποδόσφαιρο μαθαίνει κανείς μόνο μέσα από το ποδόσφαιρο» είχε πει ένας από τους κορυφαίους των πάγκων, ο Γερμανός Χένες Βαϊσβάιλερ. Αυτό δεν φαίνεται να ισχύσει για μια πλειάδα ποδοσφαιριστών, οι οποίοι ζωγράφιζαν με την μπάλα στα πόδια (βλέπε Μαραντόνα), όταν όμως βρέθηκαν στους πάγκους απέτυχαν παταγωδώς.

Ο Ρουντ Γκούλιτ είναι ένα από τα κορυφαία 10άρια του ευρωπαϊκού και του παγκοσμίου ποδοσφαίρου. Τώρα είναι άνεργος προπονητής.

Ανάλογη η πορεία και του συμπαίκτη του στην Εθνική Ολλανδίας αλλά και τη Μίλαν, του Μάρκο Φαν Μπάστεν. Κορυφαίος σέντερ φορ, αποτυχημένος προπονητής, αφού έκανε άνω κάτω την Ολλανδία στην τετραετία (2004-2008) που βρέθηκε στον πάγκο της.

Βεβαίως, αν ψάξουμε για ένα κορυφαίο παράδειγμα αποτυχίας, τότε θα πρέπει να ανατρέξουμε στο όνομα του Ζίκο.

Κατά πολλούς ο κορυφαίος βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής μετά τον Πελέ (το παρατσούκλι του ήταν «λευκός Πελέ»), από όσες ομάδες πέρασε με την ιδιότητα του προπονητή κέρδισε πλουσιοπάροχα συμβόλαια, όχι όμως και την καταξίωση.