Οσοι προσεγγίζουν μόνο δημοσιονομικά το πρόβλημα των συντάξεων και στέκονται μόνο στις περικοπές που έρχονται, είναι βαθιά νυχτωμένοι. Το πραγματικό πρόβλημα είναι διαρθρωτικό και η «βόμβα» την οποία οι ειδικοί περίμεναν να εκραγεί, απλά έσκασε.

Μια απλή ανάγνωση των επισημάνσεων της μελέτης του ΚΕΠΕ θα πείσει ακόμη και τους πλέον αδαείς για το πραγματικό πρόβλημα. Οι μελετητές του ΚΕΠΕ, λοιπόν, Λ. Αθανασίου, Φ. Ζερβού και Α. Κώτση, στην εργασία τους «Οικονομική και δημογραφική βιωσιμότητα του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος» είχαν επισημάνει το 2007, μεταξύ άλλων, τα εξής:

n Στα προσεχή 40 χρόνια το εργατικό δυναμικό της ελληνικής οικονομίας, ακόμη κι αν συνεχιστεί εισροή μεταναστών, ακόμη κι αν αξιοποιηθούν τα περιθώρια αύξησης συμμετοχής του ελληνικού πληθυσμού στην εργασία, θα τείνει – αρχής γενομένης από το 2015 – σε σταδιακή συρρίκνωση. Σύμφωνα με ρεαλιστική πρόβλεψη έως και το 2050 η μείωση θα υπερβεί το μισό εκατομμύριο άτομα. Αν λάβει κανείς υπόψη ότι το εργατικό δυναμικό στο δεύτερο ήμισυ του 20ού αιώνα αυξήθηκε κατά 60% (από 2,8 εκατομμύρια το 1951 σε 4,6 εκατομμύρια άτομα περίπου το 2001), αντιλαμβάνεται την έκταση της ανατροπής.

n Οι δυσμενείς αυτές προοπτικές, απότοκες της κάμψης της γεννητικότητας, θα περιορίσουν τον αριθμό των εργαζομένων που συνεισφέρουν στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα σε επίπεδα ανησυχητικά χαμηλά. Ολα τα δεδομένα πείθουν ότι στον ορίζοντα του 2050, έναντι περίπου δύο εργαζομένων ανά συνταξιούχο το 2005, θα αντιστοιχεί περίπου ένας εργαζόμενος.

Δυστυχώς σήμερα ζούμε το… 2050. Η κρίση, η αδυναμία αποτελεσματικής αντιμετώπισης της ύφεσης και η αύξηση κατά 500.000 άτομα του αριθμού των ανέργων οδήγησαν σ’ αυτό που οι μελετητές περίμεναν να συμβεί τότε: σε κάθε έναν εργαζόμενο να αναλογεί πλέον ένας συνταξιούχος ή άνεργος.