Πηγές που επικαλείται το πρακτορείο Reuters αναφέρουν ότι οι πρώτες ενδείξεις για την οδό που θα επιλέξει να κινηθεί η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα αποκαλυφθούν πιθανότατα από τα επιτόκια που θα ανακοινώσει η ΕΚΤ την Πέμπτη. Ολα αυτά υπό την προϋπόθεση ότι ο Μάριο Ντράγκι θα κάμψει τις αντιστάσεις της πανίσχυρης Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας, φύλακα της οικονομικής ορθοδοξίας. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση της Μπούντεσμπανκ. Ο ιταλός επικεφαλής της όμως αρχίζει να κινείται σε διαφορετικό μήκος κύματος. Την περασμένη Πέμπτη ο Μάριο Ντράγκι ανέβασε στα ύψη τις προσδοκίες των επενδυτών που διψούν για την ανάληψη δράσης εκ μέρους της τράπεζάς του δηλώνοντας ότι θα κάνει «ό,τι χρειαστεί» για να προστατεύσει το ευρώ. Η δήλωση εκείνη λειτούργησε κατευναστικά στις αγορές, την ώρα που το κόστος δανεισμού της Ιταλίας και της Ισπανίας είχε φτάσει στα ύψη και μαζί με αυτό η ανησυχία ότι η τρίτη και η τέταρτη οικονομία της ευρωζώνης θα έβγαιναν εκτός αγορών.

Με τις δηλώσεις του ο Μάριο Ντράγκι κατέστησε σαφή την πεποίθησή του πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα νομιμοποιείται να παρεμβαίνει στις αγορές των ομολόγων προκειμένου να πέφτουν τα επιτόκια που ζητούν οι επενδυτές για να δανείσουν. Οι δηλώσεις εκείνες εξέπληξαν κάποιους συναδέλφους του στην Εκτελεστική Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Σύμφωνα με πηγές από τη Φρανκφούρτη τα πέντε μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής (η έκτη θέση είναι κενή) δεν είχαν ενημερωθεί για τις δηλώσεις του επικεφαλής της ΕΚΤ. Η Μπούντεσμπανκ ανταπέδωσε το χτύπημα μέσα σε 24 ώρες. Η Κεντρική Τράπεζα της Γερμανίας, ωστόσο, φαίνεται να έχει περάσει σε φάση πλήρους απομόνωσης. Τον Μάριο Ντράγκι στηρίζουν οι μεγαλύτερες πρωτεύουσες της Ευρώπης συμπεριλαμβανομένου και του Βερολίνου. Μηνύματα στήριξης έρχονται και από τις Βρυξέλλες. Ο Λάσλο Αντορ, επίτροπος της ΕΕ για Κοινωνικά Θέματα, απηύθυνε έκκληση στα μέλη της Ενωσης να επανεξετάσουν τη θέσπιση κοινών «ομολόγων σταθερότητας». Σύμφωνα με τον ευρωπαίο επίτροπο, «στόχος είναι η αμοιβαιοποίηση του δημοσίου χρέους με τον έναν ή τον άλλον τρόπο». Και αυτό είναι κάτι ακόμη που έως πρόσφατα δεν ήθελε ούτε να ακούσει το Βερολίνο.