Ο κ. Βρούτσης, αναφερόμενος στο Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, είπε ότι οι μελέτες δείχνουν αποκλίσεις που δεν το καθιστούν βιώσιμο, ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι δεν δέχεται για τη χρηματοδότηση του Ταμείου να επιβαρυνθεί ο προϋπολογισμός ή να επιβληθούν νέοι φόροι ή επιπλέον εισφορές σε νέους εργαζομένους.

Μάλιστα σύμφωνα με πληροφορίες η μείωση στα εφάπαξ των δημοσίων υπαλλήλων θα αφορά και στις αιτήσεις που εκκρεμούν, οι οποίες ανέρχονται σε περίπου 55.000 και για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί το εφάπαξ.

Ωστόσο με μείωση των εφάπαξ δεν κινδυνεύουν μόνο οι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά όλα τα Ταμεία για τα οποία οι αναλογιστικές μελέτες, που διεξάγονται από εποχή του πρώην υπουργού Εργασίας Γιώργου Κουτρουμάνη, δείχνουν ελλείμματα.

Σημειώνεται ότι βάσει αυτών των μελετών, οι οποίες είναι έτοιμες από τις αρχές Μαΐου, 23 ταμεία χορηγούν εφάπαξ με ποσά που είναι υψηλότερα από τις ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί.

Πρόκειται για τα ταμεία των δημοσίων υπαλλήλων, των ξενοδοχοϋπαλλήλων, των εταιρειών τσιμέντων, των υπαλλήλων φαρμακευτικών εργασιών, του Ορθόδοξου Εφημεριακού Κλήρου, των νομικών, των απασχολούμενων στα μέσα ενημέρωσης, των εφημεριδοπωλών των υπαλλήλων πρακτορείων Τύπου, των ιπποδρόμων, της ΔΕΗ, της ΕΡΤ, του τουρισμού, της Εμπορικής Τράπεζας, της Ιονικής-Λαϊκής Τράπεζας, των μηχανικών, των αστυνομικών και των εργαζομένων στο ΙΚΑ.

Ο υπουργός Εργασίας ενημέρωσε το προεδρείο της ΑΔΕΔΥ ότι ποσό 1,2 δισ. ευρώ από την επόμενη δόση της δανειακής σύμβασης θα διατεθεί για την άμεση αποπληρωμή του εφάπαξ των υπαλλήλων του δημοσίου, διευκρινίζοντας ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την καταβολή αυτού του ποσού είναι, όπως προβλέπεται ρητά από τον εφαρμοστικό νόμο του δεύτερου Μνημονίου (ν. 4046/2012), η προσαρμογή του ύψους του εφάπαξ κατά το ποσοστό του αναλογιστικού ελλείμματος.

«Δυστυχώς, τα αναλογιστικά ευρήματα για το Ταμείο Πρόνοιας Δημοσίων Υπαλλήλων, δείχνουν σημαντικές αποκλίσεις που το καθιστούν μη βιώσιμο», δήλωσε ο κ. Βρούτσης, μετά τη συνάντηση που είχε με το προεδρείο της ΑΔΕΔΥ για τα προβλήματα των ασφαλιστικών ταμείων των δημοσίων υπαλλήλων.

Επίσης, ο υπουργός, σε μια έμμεση απάντηση και προς τις προτάσεις της ΑΔΕΔΥ, ξεκαθάρισε ότι «ως υπουργός, δεν δέχομαι να χρηματοδοτηθούν τα ελλείμματα του Ταμείου από τον κρατικό προϋπολογισμό, είτε με την επιβολή νέων φόρων στους πολίτες, είτε με την επιβολή επιπλέον εισφορών στη νέα γενιά εργαζομένων, προκειμένου οι παλαιοί ασφαλισμένοι να λάβουν ποσά εφάπαξ που δεν αντιστοιχούν στις εισφορές που έχουν καταβάλει».

Επιπλέον ο υπουργός συνέδεσε την δυνατότητα χρήσης μέρους της επόμενης δόσης του δανείου από τους εταίρους για την αποπληρωμή του εφάπαξ δημοσίων υπαλλήλων με αυτή την προσαρμογή που αποτελεί επιταγή του μνημονίου.

Όπως ενημέρωσε ο κ. Βρούτσης το προεδρείο της ΑΔΕΔΥ ποσό 1,2 δισ. ευρώ από την επόμενη δόση της δανειακής σύμβασης, θα διατεθεί για την άμεση αποπληρωμή του εφάπαξ των υπαλλήλων του δημοσίου, διευκρινίζοντας όμως ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την καταβολή αυτού του ποσού είναι, όπως προβλέπεται ρητά από τον εφαρμοστικό νόμο του δεύτερου μνημονίου (ν. 4046/2012), η προσαρμογή του ύψους του εφάπαξ κατά το ποσοστό του αναλογιστικού ελλείμματος.

Σφοδρή αντίδραση ΑΔΕΔΥ

Για αιτία πολέμου μιλά η ΑΔΕΔΥ, τονίζοντας ότι στη συνάντηση ο υπουργός δήλωσε ευθέως την κυβερνητική απόφαση για νέα μείωση 23% στο ήδη ψαλιδισμένο κατά 20% εφάπαξ τους.

Η ΑΔΕΔΥ κατηγορεί τον κ. Βρούτση ότι απέρριψε όλες τις προτάσεις της για να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα των Ταμείων των Δημοσίων Υπαλλήλων.

Πιο συγκεκριμένα, τονίζει το Συνδικάτο, κατά τη διάρκεια της σημερινής συνάντησης της ΕΕ της ΑΔΕΔΥ με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, «ο υπουργός δεν έκανε δεκτή καμία από τις προτάσεις των εργαζομένων, σχετικά τους τρόπους και τα μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν, ώστε να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των Ταμείων των Δημοσίων Υπαλλήλων (ΤΕΑΔΥ, ΤΠΔΥ, ΜΤΠΥ) και η ικανότητά τους να καταβάλλουν κανονικά τις συντάξεις και τα εφάπαξ των ασφαλισμένων τους».

«Ο υπουργός» τονίζει η ΑΔΕΔΥ «δήλωσε, ευθέως, την απόφαση της Τρικομματικής Συγκυβέρνησης να προχωρήσει σε επιπλέον μείωση κατά 22,68% στο -ήδη μειωμένο κατά 20%- εφάπαξ των Δημοσίων Υπαλλήλων.»

» Επισημαίνουμε ότι τα Ταμεία των εργαζομένων στο Δημόσιο, έχουν οδηγηθεί στη σημερινή κατάσταση, εξαιτίας:

1.της χρόνιας υφαρπαγής των αποθεματικών τους από το Κράτος,

2.της κατευθυνόμενης εμπλοκής τους στο Χρηματιστήριο,

3.της χρησιμοποίησης των αποθεματικών τους για την κάλυψη κρατικών εισοδηματικών ή κοινωνικών πολιτικών χωρίς την ανάλογη κρατική ενίσχυσή τους,

4.των κυβερνητικών επιλογών που οδήγησαν στον περιορισμό της απασχόλησης στο Δημόσιο και σε δραματική αλλαγή της σχέσης εργαζομένων – συνταξιούχων, καθώς και

5.της πολιτικής επιλογής, εσχάτως, για υποχρεωτική υπαγωγή τους στο PSI.»

» Ενδεικτικό είναι ότι, ενώ το σύνολο των αποθεματικών του ΤΕΑΔΥ στο Κοινό Κεφάλαιο της ΤτΕ στις 9/3/2012 (πριν την υπαγωγή στο PSI) ανερχόταν σε 1,789 δισ. ευρώ, σήμερα με τα βίας ξεπερνά τα 200 εκατ. ευρώ!»

«Απαιτούμε από την Κυβέρνηση να σεβαστεί και να τηρήσει τις δεσμεύσεις της για μη περαιτέρω μείωση των εισοδημάτων των εργαζομένων και των συνταξιούχων και στο πλαίσιο –τουλάχιστον- της υπεσχημένης διαπραγμάτευσης των επαχθών όρων της Δανειακής Σύμβασης με την Τρόικα, να απαιτήσει και να επιτύχει την ανακεφαλαιοποίηση των αποθεματικών των Ασφαλιστικών Ταμείων, όπως άλλωστε έπραξε για τις Τράπεζες!» καταλήγει η ανακοίνωση της ΑΔΕΔΥ.

Νέο κοινωνικό συμβόλαιο

Οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να καταλήξουν σε μια κοινή συμφωνία για τους μισθούς και τα εργασιακά, αλλά θα πρέπει και η κυβέρνηση να είναι διατεθειμένη να νομοθετήσει το αποτέλεσμα που θα προκύψει από τον διάλογο, τόνισαν μετά τη συνάντηση με τον υπουργό Εργασίας οι εκπρόσωποι των επαγγελματοβιοτεχνών, των εμπόρων και των συνδικάτων. Ο υπουργός Γιάννης Βρούτσης τόνισε την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο.

Οι κοινωνικοί εταίροι επαναβεβαίωσαν τη διάθεσή τους να συζητήσουν την αύξηση του σημερινού βασικού μισθού, διατύπωσαν όμως αμφιβολία για το κατά πόσο η κυβέρνηση μπορεί να το επιβάλλει. Ο βασικός μισθός βρίσκεται στο επίπεδο των 590 ευρώ, μετά τη μείωσή του κατά 22% τον περασμένο Φεβρουάριο με τον εφαρμοστικό νόμο της δανειακής σύμβασης.

Σε δηλώσεις του μετά τη συνάντηση, ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης ανέφερε ότι οι κοινωνικοί εταίροι κατανοούν την «κρισιμότητα των στιγμών και το ασφυκτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο κινείται η ελληνική κοινωνία» και τόνισε την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα συμφιλιωτικό περιβάλλον στον κοινωνικό διάλογο που να οδηγήσει σε ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο.

Ο κ. Βρούτσης τόνισε ότι κάθε φορά που οι κοινωνικοί εταίροι συμφωνούν, όπως έδειξαν και οι κλαδικές συμβάσεις των ξενοδοχοϋπαλλήλων και των νοσηλευτών που υπογράφηκαν πρόσφατα, ενισχύεται η διαπραγματευτική θέση της κυβέρνησης. Ο υπουργός Εργασίας επανέλαβε ότι εκείνο που προέχει είναι να επανέλθει η οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης και να αποκατασταθεί η αξιοπιστία της χώρας.

Ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), Δημήτρης Ασημακόπουλος, δήλωσε ότι πέραν του μισθολογικού η συζήτηση επεκτάθηκε στο σύνολο των θεμάτων που αφορούν την αγορά εργασίας, την αδήλωτη εργασία, την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας και τις προνοιακές παροχές.

Από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΕθνικήςΣυνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), Βασίλης Κροκίδης, ζήτησε την επαναφορά του βασικού μισθού στα επίπεδα του Ιανουαρίου του 2009, δηλαδή στα 701 ευρώ, και υποστήριξε ότι με τον τρόπο αυτό «θα αλλάξει η οριακή ροπή της κατανάλωσης και θα εισρεύσουν την επόμενη διετία 2,4 δις ευρώ στα ασφαλιστικά Ταμεία και 4,7 δις ευρώ συνολικά στην αγορά».

Ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος, (ΓΣΕΕ) Γιάννης Παναγόπουλος, τόνισε ότι τα συνδικάτα είναι έτοιμα να εργασθούν με συνέπεια για την καταπολέμηση της ανεργίας, της μαύρης εργασίας και την ανάπτυξη, ενώ τάχθηκε κατά της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, αν δεν ληφθούν ταυτόχρονα μέτρα για την καταπολέμηση της ανεργίας και της εισφοροδιαφυγής. Έκανε λόγο επίσης για «αποτυχία της τρόικας» σημειώνοντας, ότι «παρά την κατάρρευση των μισθών η αδήλωτη εργασία αυξήθηκε κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες».

«Δεν είμαστε ιθαγενείς, αλλά ισότιμα μέλη της ευρωπαϊκής κοινωνίας» τόνισε ο γενικός γραμματέας της ΓΣΕΕ, Νίκος Κιουτσούκης, που ζήτησε «να αναζητηθούν καινοτόμες λύσεις που να οδηγούν στην ανάπτυξη, προκειμένου να καταπολεμηθεί το αδηφάγο τέρας της ανεργίας». «Οφείλουμε να διασφαλίσουμε το παρόν ώστε να υπάρξει και μέλλον για τους εργαζόμενους της χώρας», κατέληξε ο κ. Κιουτσούκης.

Στη συνάντηση των κοινωνικών εταίρων συμμετείχε εκ μέρους του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) ο αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Χάρης Κυριαζής, ο οποίος δεν έκανε δηλώσεις.

Σε ανακοίνωσή του πάντως ο ΣΕΒ αναφέρει ότι «η όποια συζήτηση για τα εργασιακά θέματα δεν μπορεί να διεξαχθεί χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι συνθήκες που επικρατούν στην οικονομία». «Στη βάση αυτή» αναφέρει ο σύνδεσμος «απόλυτη προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στους εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους που σηματοδοτούν την ερημοποίηση της ιδιωτικής οικονομίας στο βωμό του ουσιαστικά άθικτου πελατειακού κράτους. Στους ανέργους αυτούς περιλαμβάνονται δεκάδες χιλιάδες μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, που η κρίση τους ανάγκασε να βάλουν λουκέτο».

Η αντιμετώπιση του προβλήματος, αναφέρει, μπορεί να προέλθει μόνο από την ανάκαμψη της ιδιωτικής οικονομίας. Έτσι, ο ΣΕΒ υποστηρίζει ότι προέχει η συμφωνία στην «άρση των εμποδίων στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων που υπέρμετρα επιβαρύνουν μεταξύ άλλων και το μισθολογικό κόστος και συρρικνώνουν την επιχειρηματική δράση και την προσαρμογή του μέσου κόστους εργασίας, ιδιαίτερα σε επιχειρήσεις που κινδυνεύουν από την οξυνόμενη κρίση και με έμφαση στις «ευγενείς» συμβάσεις που προβλέπουν αμοιβές έως και 100% πάνω από την ΕΓΣΣΕ».

Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εργασίας και οι εκπρόσωποι των κοινωνικών εταίρων συμφώνησαν να συγκροτηθεί ένα κλιμάκιο εμπειρογνωμόνων που θα υποστηρίζεται από όλους, με σκοπό τη μελέτη διαφόρων παραμέτρων του μοναδιαίου κόστους εργασίας όπως η παραγωγικότητα, η έκταση της αδήλωτης εργασίας κ.λπ.