Από μία άποψη, τα πρώτα βήματα της κυβέρνησης του Φρανσουά Ολάντ είναι ενθαρρυντικά: ο νέος Πρόεδρος της Γαλλίας φορολόγησε τους πλουσίους και τις μεγάλες επιχειρήσεις, ήλθε σε αντιπαράθεση με τη Μέρκελ και έβαλε στο ευρωπαϊκό τραπέζι τα ευρωομόλογα. Το στυλ της διακυβέρνησής του είναι εμφανώς διαφορετικό από εκείνο του Σαρκοζί και αυτό φαίνεται να αρέσει στους Γάλλους. Για τον Μαρσέλ Γκοσέ, πάλι, τα μιτερανικά οράματα δεν ταιριάζουν με την εποχή μας και η ισότητα των δύο φύλων στο Υπουργικό Συμβούλιο του Ζαν-Μαρκ Ερό έχει συμβολικό μόνο χαρακτήρα. Αυτή η κυβέρνηση χρειάζεται φαντασία, ιδιαίτερα μεγάλη φαντασία, για να πετύχει. Πρέπει να επανακαθορίσει την ισορροπία μεταξύ οικονομίας και πολιτικής. Πρέπει ακόμη να ανοίξει έναν δημόσιο διάλογο προκειμένου να διαμορφωθεί ένα νέο συλλογικό σχέδιο.

Ιστορικός, φιλόσοφος, συγγραφέας και διευθυντής του περιοδικού «Le Débat», ο 65χρονος Γκοσέ επισημαίνει στον «Νουβέλ Ομπζερβατέρ» ότι το κυρίαρχο πολιτικό ζήτημα των ημερών είναι η συνεργασία μεταξύ των κρατών προς το συμφέρον των πολιτών. Η οικοδόμηση της Ευρώπης στηρίχθηκε στην παράλογη ιδέα ότι η επιβολή ενός εξωτερικού ανταγωνισμού θα υποχρέωνε τις χώρες να προβούν σε εσωτερικές μεταρρυθμίσεις. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη: οι περισσότερες χώρες προτίμησαν να χρηματοδοτήσουν με το χρέος αυτά που δεν μπορούσαν να πετύχουν με τα δικά τους μέσα. Η κρίση του δημόσιου χρέους είναι στην πραγματικότητα η θρυαλλίδα μιας κρίσης που αφορά όλο τον πολιτικό μηχανισμό της ευρωπαϊκής οικοδόμησης και την αξιοπιστία της στα μάτια των λαών. Ο μέσος πολίτης δεν καταλαβαίνει τα σημερινά αδιέξοδα. Και όχι μόνο δεν τα καταλαβαίνει ο ίδιος, αλλά έχει την αίσθηση πως ούτε οι κυβερνήσεις τα καταλαβαίνουν. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει πια πιλότος στο αεροσκάφος. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία στηρίζεται όμως στην εμπιστοσύνη και η εμπιστοσύνη προϋποθέτει την ανάθεση του ελέγχου της κατάστασης στους κυβερνώντες.

Βραχυπρόθεσμα, ο γάλλος καθηγητής δεν βλέπει πώς μπορεί να είναι κανείς αισιόδοξος. Τα επόμενα δέκα χρόνια θα είναι πολύ δύσκολα. Αυτό που μας απειλεί είναι ένα ξήλωμα των κοινωνιών μας, μια αργή κοινωνική αποσύνθεση σε συνδυασμό με την επέκταση της φτώχειας. Το καλό είναι ότι δεν υπάρχει μια ιδεολογία που να μπορεί να ασκήσει μια μαζική έλξη στους απελπισμένους πολίτες: δεν μπορείς να εφεύρεις έναν Χίτλερ ή έναν Στάλιν με ένα διάταγμα. Το άλλο καλό είναι ότι υπάρχει ένα δίχτυ προστασίας που θα αποτρέψει την ακραία φτώχεια και την απόλυτη απελπισία της δεκαετίας του ’30. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορούμε να στηριχθούμε παρά σε εκείνους που ενσαρκώνουν το μέλλον, δηλαδή στις νέες γενιές. Αναπτύσσεται υπογείως μια ωρίμαση που θα μας καταπλήξει. Και όλα αυτά συμβαίνουν βέβαια στην Ευρώπη, ας μην το ξεχνάμε, μια Ευρώπη που στις χειρότερες καταστάσεις έδειχνε πάντα μια ικανότητα δημιουργίας. Η περιπέτεια αυτή θα συνεχιστεί, όποιες κι αν είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε.