Καθόταν στην έδρα φορώντας κοστούμι και γραβάτα, με την πλάτη γυρισμένη στο ακροατήριο του αμφιθεάτρου. Την περασμένη Τετάρτη ο Πάρις Σφήκας, καθηγητής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, παρακολουθούσε μαζί με δεκάδες φοιτητές και συναδέλφους του τη ζωντανή αναμετάδοση από το CERN. Την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της ανακάλυψης του σωματιδίου Χιγκς. Ο κόσμος είχε αρχίσει να συγκεντρώνεται από νωρίς το πρωί στην Αίθουσα Αριστοτέλης της Πανεπιστημιούπολης Ζωγράφου, ενώ αμέσως μετά την ολοκλήρωση της παρουσίασης πολλοί ήταν όσοι ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. Χαμηλώνοντας λίγο την ένταση του ήχου της προβολής, ο κ. Σφήκας πήρε τον λόγο. «Εχουμε μπροστά μας ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον εξάμηνο», είπε τονίζοντας πως ο κύκλος της έρευνας – στην οποία και ο ίδιος συμμετέχει επί δύο δεκαετίες – δεν έκλεινε, αλλά μόλις ξεκινούσε.

Ο κ. Σφήκας, διευθυντής του Ινστιτούτου Επιταχυντικών Συστημάτων και Εφαρμογών του Πανεπιστημίου Αθηνών και του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου, είναι ένας από τους 150 έλληνες ερευνητές που εργάζονται σήμερα – στη Γενεύη, αλλά και από την Ελλάδα – στα πειράματα CMS και Atlas του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Πυρηνικών Ερευνών (CERN). Στον Μεγάλο Επιταχυντή Αδρονίων (LHC) – το πολυπλοκότερο ίσως επιστημονικό όργανο στον πλανήτη, που μοιάζει με δαχτυλίδι περιμέτρου 27 χλμ. – διαδοχικές μηχανές εκτοξεύουν καθημερινά εκατοντάδες δισεκατομμύρια δέσμες πρωτονίων με υψηλή ενέργεια, προκαλώντας τη σύγκρουση μεταξύ τους σχεδόν στην ταχύτητα του φωτός. Οι συνθήκες των πειραμάτων προσομοιάζουν με τις πρώτες στιγμές δημιουργίας του Σύμπαντος, λένε οι ερευνητές, ενώ τα σωματίδια που προκύπτουν από τις συγκρούσεις παγιδεύονται σε ογκώδεις ανιχνευτές και μελετώνται. Στόχος: να απαντηθούν ερωτήματα όσον αφορά τη σύσταση της ύλης και την ιστορία της γέννησης του Σύμπαντος.

ΤΟ ΜΟΤΟ. Η πειραματική προσπάθεια εντοπισμού και μέτρησης του σωματιδίου Χιγκς ξεκίνησε πριν από 40 χρόνια. Ο κ. Σφήκας είδε τα σημερινά πειράματα στο ξεκίνημά τους: στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Βρέθηκε να εργάζεται στο CERN ως διδακτορικός φοιτητής, προερχόμενος από το ΜΙΤ και το εργαστήριο του νομπελίστα Σάμιουελ Τιγνκ. «Το CERN ήταν τότε το καλύτερο μέρος για να δουλεύει ένας πειραματικός φυσικός», λέει. «Διέθετε τον Επιταχυντή Πρωτονίων SPS – τον «παππού» του σημερινού -, στον οποίο ανακαλύφθηκαν τα μποζόνια w και z. Ηταν η ανακάλυψη που απέδειξε την ενοποίηση της ηλεκτρομαγνητικής και της ασθενούς δυνάμεως».

Ολοκλήρωσε το διδακτορικό του το 1988. Παρέμεινε για δύο χρόνια ως μεταδιδακτορικός ερευνητής στον Οργανισμό, συνέχισε την ακαδημαϊκή του καριέρα στο ΜΙΤ και επέστρεψε ξανά πίσω στο CERN. Ανάμεσα στα καθήκοντά του υπήρξε, σε ηλικία 35 ετών, υπεύθυνος λειτουργίας του επιταχυντή LEP. Η μεγαλύτερη αγωνία όλα αυτά τα χρόνια παρέμενε ίδια, παραδέχεται: «Θα δουλέψει σωστά το πείραμα;». Σήμερα, μόνο στο CMS υπάρχουν 100 εκατ. ενεργά ανιχνευτικά κανάλια, λέει.

Τα τελευταία χρόνια επιστρέφει στο CERN τουλάχιστον πέντε φορές τον χρόνο, για τις συναντήσεις συνεργασίας των ερευνητών. «Σε αυτές συγκεντρώνονται 800 άτομα από όλον τον κόσμο, δεν υπάρχει διαθέσιμο δωμάτιο σε ξενοδοχείο και τα αποθέματα της καφετέριας τελειώνουν σύντομα», αναφέρει. Οπως λέει, η αναμονή και η εμμονή δύο δεκαετιών στην ακρίβεια απέδωσαν καρπούς. «Η συγκίνηση για την ανακάλυψη του μποζονίου Χιγκς πηγάζει από τη συνειδητοποίηση της τεράστιας τύχης να είμαι από τους λίγους ερευνητές που έχουν εργαστεί σε κάτι τόσο μεγάλο, το οποίο τελικά πέτυχε. Είναι πολλά τα μεγαλόπνοα εγχειρήματα τα οποία έχουν αποτύχει», λέει. «Σκεφθείτε τους ανθρώπους που εργάστηκαν στο διαστημικό λεωφορείο «Τσάλεντζερ» το 1986. Ανατινάχθηκε στον ουρανό της Φλόριδας. Η αιτία; Ενα μικρό δαχτυλίδι που έπρεπε να συγκρατεί μια ένωση. Αυτή η λεπτομέρεια σκότωσε το πλήρωμα, αλλά και το διαστημικό πρόγραμμα της Αμερικής για πολλά χρόνια».

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ. Η ζωή στο CERN μοιάζει με αυτή σε ένα μελίσσι. Μια δραστήρια κοινότητα κινείται ασταμάτητα και μεθοδικά, περιορισμένη ωστόσο στα στενά όρια των κτιρίων του Οργανισμού, εξηγεί η ερευνήτρια στο πείραμα Atlas Ρόζη Νικολαΐδου. Στην καθημερινότητα του ερευνητή, λέει, καμία ημέρα δεν είναι ίδια με τις άλλες. Στις συναντήσεις με τους συναδέλφους συζητούν και αξιολογούν συνεχώς νέες ιδέες. «Η εποχή των μοναχικών ερευνητών του παρελθόντος έχει περάσει ανεπιστρεπτί», συμπληρώνει. «Η σύγχρονη έρευνα απαιτεί ομαδική εργασία και άμεση επικοινωνία ιδεών και αποτελεσμάτων με ένα ευρύτερο δίκτυο επιστημόνων».

Η ίδια έφτασε στο CERN ως διδακτορική φοιτήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1994 για να συμμετάσχει στο πείραμα Delphi. Μέσω της ελληνικής κοινότητας γνώρισε τον σύζυγό της Κώστα Κλουκίνα, που σήμερα εργάζεται στο πείραμα CMS. Εχουν δύο παιδιά. «Είναι σημαντικό», αναφέρει, «ότι μεταξύ μας υπάρχει κατανόηση σχετικά με τα ωράρια δουλειάς μας. Είναι δύσκολο για κάποιον εκτός του επαγγέλματός μας να ανεχτεί για μια ζωή αυτούς τους ρυθμούς». Και αν κάποιοι επαγγελματίες «φέρνουν τη δουλειά στο σπίτι», η κ. Νικολαΐδου υποστηρίζει ότι οι πειραματικοί φυσικοί μεταφέρουν τη δουλειά τους παντού. «Οι συζητήσεις γίνονται πολλές φορές την ώρα του μεσημεριανού φαγητού στο εστιατόριο του εργαστηρίου ή του βραδινού σε κάποια γειτονική πιτσαρία. Στην έρευνά της αισθάνεται, όπως λέει, σαν «αρχαιολόγος του Σύμπαντος». Συνεχίζει να αναζητεί αποδείξεις για την ύπαρξη του σωματιδίου του Χιγκς μέσω των διασπάσεών του σε σωματίδια που ονομάζονται λεπτόνια. «Χαρά και ικανοποίηση για εμάς είναι να λύσουμε ορισμένα από τα ερωτήματα που έχει θέσει ο άνθρωπος για τον κόσμο. Προσπαθούμε να γυρίσουμε τον χρόνο πίσω: να δούμε τι συνέβη τα πρώτα δισεκατομμυριοστά του δευτερολέπτου μετά τη Μεγάλη Εκρηξη», λέει. Η ελληνική επιστημονική κοινότητα της σωματιδιακής και πυρηνικής φυσικής έχει μια μακρόχρονη παράδοση στο CERN, λένε οι δύο καθηγητές.

ΠΝΕΥΜΑ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ. Ο Σωτήρης Βλάχος ξεκίνησε να εργάζεται στο CERN το 1987. Σήμερα είναι υπεύθυνος λειτουργίας ενός υποσυστήματος του ανιχνευτή του πειράματος Atlas. Παρατηρεί ότι την τελευταία εικοσαετία τα πειράματα αυξήθηκαν ταχύτατα σε μέγεθος και προσωπικό. Αρχικά, στο σύνολό τους εργάζονταν περίπου 100 φυσικοί. Σήμερα αγγίζουν τις 3.000 οι ασχολούμενοι μόνο στο πείραμα Atlas, λέει. Ωστόσο, από τα πρώτα χρόνια διέκρινε το πνεύμα συνεργασίας μεταξύ των ερευνητών. «Νεαροί και διδακτορικοί φοιτητές εργάζονταν δίπλα σε νομπελίστες. Πολύ συχνά οι καλύτερες ιδέες προέρχονταν από τους πρώτους», τονίζει.

«Η ανακάλυψη αυτή είναι αποτέλεσμα συστηματικής, συλλογικής εργασίας και έρευνας πολλών επιστημόνων επί πολλά χρόνια. Ως εκ τούτου αισθάνομαι ότι η συνεισφορά του καθενός από εμάς στην απόδειξη της ύπαρξης του σωματιδίου του Χιγκς είναι μικρή», συμπληρώνει η Νίκη Σαουλίδου, επίκουρη καθηγήτρια στον τομέα πυρηνικής φυσικής και στοιχειωδών σωματιδίων στο Τμήμα Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στους διαδρόμους και στα εργαστήριά του βρέθηκε από το 2009 έως και το 2011, όπου απασχολήθηκε στην ανάλυση των πρώτων πειραματικών δεδομένων συμμετέχοντας σε αναλύσεις φυσικής του Καθιερωμένου Προτύπου στο πείραμα CMS. Την ίδια χρονιά έλαβε το βραβείο της καλύτερης νέας φυσικού από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Φυσικών. Επόμενο βήμα; η αναζήτηση νέας φυσικής. Εξηγεί: «Ενα πράγμα είναι απολύτως σίγουρο», σχολιάζει. «Υπάρχει Φυσική πέρα από τη γνωστή, καθώς 95% του κόσμου αποτελείται από αυτά που ονομάζουμε σκοτεινή μάζα και σκοτεινή ενέργεια».

90

εκατομμυριοστά

του δευτερολέπτου αρκούν για να διαγράψουν τα σωματίδια έναν κύκλο περιμέτρου 27 χιλιομέτρων στον Μεγάλο Αδρονικό Επιταχυντή (LHC) του CERN. Ουσιαστικά, περιτρέχουν το δαχτυλίδι του 11.000 φορές το δευτερόλεπτο.

1954

Η Ελλάδα είναι ιδρυτικό μέλος του CERN από εκείνη τη χρονιά. Στα ερευνητικά του προγράμματα εργάζονται σήμερα 150 έλληνες ερευνητές όλων των βαθμίδων, ενώ τα ελληνικά πανεπιστήμια συμμετέχουν στην έρευνα, στην κατασκευή και στη μεταφορά ανιχνευτικών συστημάτων