Ωφελημένες από τη μείωση του βασικού επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι και οι ελληνικές τράπεζες οι οποίες εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τη χρηματοδότησή της προκειμένου να έχουν πρόσβαση σε ρευστότητα.

Το κέρδος προκύπτει από το γεγονός ότι πληρώνουν στην ΕΚΤ επιτόκιο όσο το βασικό επιτόκιο του ευρώ, δηλαδή 0,75%. Αυτό σημαίνει ότι η ρευστότητα που αντλούν κοστίζει λιγότερο και έτσι μειώνεται το ποσό που πρέπει να πληρώνουν για να καλύπτουν το άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στο χαρτοφυλάκιο των καταθέσεων και των δανείων τους που έχει διευρυνθεί λόγω μαζικών εκροών τους τελευταίους μήνες.

Εντούτοις, το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι ουσιαστικά αποκλεισμένες από τη διατραπεζική αγορά τούς στερεί το μεγάλο πλεονέκτημα της άντλησης φθηνού χρήματος. Το διατραπεζικό επιτόκιο Euribor τριμήνου βρίσκεται σήμερα στο επίσης ιστορικό χαμηλό επίπεδο του 0,64%, γεγονός που σημαίνει ότι οι τράπεζες που έχουν πρόσβαση σ’ αυτή τη δεξαμενή ρευστότητας μπορούν να εξασφαλίσουν οικονομικότατη πρόσβαση σε κεφάλαια. Η δεινή θέση στην οποία έχουν όμως βρεθεί τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κρατά κλειστούς τους κρουνούς αυτούς, με αποτέλεσμα να μην μπορούν με τη σειρά τους να διοχετεύσουν ρευστότητα στην αγορά με τη μορφή δανείων.

Και αυτό γιατί τα προγράμματα χρηματοδότησης της ΕΚΤ δεν μπορούν να αντικαταστήσουν ούτε την άντληση κεφαλαίων από τη διατραπεζική ούτε την έκδοση ομολόγων μέσω των οποίων οι ελληνικές τράπεζες αποκτούν μακροχρόνια ρευστότητα ώστε στη συνέχεια να χορηγήσουν δάνεια.

Δύο προϋποθέσεις. Οπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, προϋπόθεση για να ανακτήσουν την πρόσβαση στη διατραπεζική αγορά ή να εκδώσουν νέα ομόλογα είναι, αφενός, οι τράπεζες να ανακεφαλαιοποιηθούν πλήρως και, αφετέρου, να επανέλθει η ηρεμία στη χώρα. Με δεδομένο ότι ακόμη δεν έχουν τελειώσει καν οι διαπραγματεύσεις για τους όρους και τον τρόπο της ανακεφαλαιοποίησης, οι αισιόδοξες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για ολοκλήρωση της διαδικασίας στα τέλη του 2012.

Πάντως, οι αποφάσεις της πρόσφατης Συνόδου Κορυφής που προβλέπουν απευθείας αναχρηματοδότηση των τραπεζών από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας μπορούν να λειτουργήσουν ευεργετικά, υπό την προϋπόθεση όμως ότι θα ενταχθούν σε αυτές και τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.