Ναι, μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου οι ηττημένοι οφείλουν να ομολογήσουν ότι άνοιξε η συζήτηση για μια νέα οικονομική πολιτική στη χώρα μας. Δεν θα σταθούμε στη ρητορική των πολιτικών, ούτε αξίζει να απαντήσει κανείς στο προφανές, αν θέλουμε να μείνουμε στο ευρώ – γιατί η ζωή και το μέλλον μας είναι συνδεδεμένα με το ενιαίο νόμισμα – αλλά θα επισημάνουμε ότι λύσεις υπάρχουν για να διορθωθεί η λάθος πορεία. Πλέον, οι φωνές που υποστήριζαν την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας ακούγονται.

Θα σταθούμε στην άποψη του τραπεζίτη όπως αυτή διατυπώθηκε στο άρθρο του Νίκου Καραμούζη στο «Βήμα της Κυριακής» ο οποίος υποστήριξε την αναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου αλλά και τη ρύθμιση των δανείων των τραπεζών για τους κοινωνικά ασθενέστερους, πάνω στους εξής άξονες:

n Επέκταση της δανειακής συμφωνίας και του χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των στόχων του Μνημονίου κατά τρία χρόνια, ώστε οι δημοσιονομικές προσαρμογές να γίνουν σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου.

n Διαμόρφωση συγκεκριμένου και στοχευμένου πακέτου μέτρων άμβλυνσης των αρνητικών συνεπειών της κρίσης, κυρίως πάνω στους ανέργους και στα ασθενέστερα στρώματα της κοινωνίας (π.χ. ρύθμιση στεγαστικών δανείων βάσει κριτηρίων με επέκταση της διάρκειας των δανείων έως 50 χρόνια και κεφαλαιοποίηση των τόκων δύο ετών για ανέργους, χαμηλόμισθους και χαμηλοσυνταξιούχους).

n Νέο ξεκίνημα σχέσεων με τους ευρωπαίους ηγέτες, το ΔΝΤ και τα στελέχη τους στην τρόικα, με αμοιβαίο σεβασμό και μεγαλύτερη αυτοπειθαρχία εκατέρωθεν, ώστε να μη δηλητηριάζεται το κλίμα συνεργασίας με συνεχείς δημόσιες παρεμβάσεις, απειλές και νουθεσίες που τροφοδοτούν ακραίες αντιδράσεις στην Ελλάδα και εμπεδώνουν στους έλληνες πολίτες εικόνα συμβιβασμού, υποτέλειας και προσβολής της εθνικής μας αξιοπρέπειας και ανεξαρτησίας.

Σε όλους είναι προφανές ότι στην οικονομική πολιτική δεν υπάρχουν πια ταμπού. Εδώ που φθάσαμε, όλα μπορούν να συζητηθούν.