Ειδικότερα, προτείνει την καταβολή της έκτακτης κοινωνικής ενίσχυσης στα νοικοκυριά που βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας και στα οποία το κύριο εισόδημα του νοικοκυριού προέρχεται από μέλος ηλικίας κάτω των 60 ετών.

Η ενίσχυση θα έχει διάρκεια τριών ετών και το δημοσιονομικό κόστος της θα είναι περιορισμένο, αφού θα έχει το χαρακτήρα δανείου που θα χορηγείται με 100% επιδότηση του επιτοκίου από το κράτος και εγγύηση του 60% του συνολικού ποσού από το ίδιο το κράτος.

Προτεραιότητα θα δοθεί στα νοικοκυριά που δεν έχουν κανένα εισόδημα, που έχουν άνεργο τον αρχηγό του νοικοκυριού, στα νοικοκυριά με δύο ανέργους, στα νοικοκυριά με αρχηγό οικογενείας μικρό επιχειρηματία ή ελεύθερο επαγγελματία που έκλεισε την επιχείρηση ή τα βιβλία του (μπλοκάκι) και δεν έχει πλέον εισόδημα, σε μονογονεϊκές οικογένειες, σε οικογένειες με βαριά ασθενείς και αναπήρους και, τέλος, σε νοικοκυριά που δεν έχουν περιουσιακά στοιχεία ή έχουν ως μόνο περιουσιακό στοιχείο μία πρώτη κατοικία.

Το δάνειο θα έχει 12ετή διάρκεια αποπληρωμής (μηνιαία δόση 100 ευρώ) και πενταετή περίοδο χάριτος.

Διευκόλυνση δανείων

Η δεύτερη πρόταση της κυρίας Μπακογιάννη έχει να κάνει με την διευκόλυνση μέχρι και του 20% των στεγαστικών δανείων (15 δισ.), με «εργαλείο» για τη μείωση της δόσης μία επιδότηση επιτοκίου ύψους 2,5 μονάδων, η οποία θα έχει διάρκεια μιας πενταετίας.

Με τον τρόπο αυτό μπορεί να επιτευχθεί μείωση κατά 40% της δόσης ενός μέσου δάνειου (ύψους π.χ. 100.000 ευρώ και με χρονικό ορίζοντα αποπληρωμής μια 15ετία), σε συνδυασμό με επιπλέον παράταση μίας πενταετίας με το ίδιο επιτόκιο.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ένας δανειολήπτης με υπόλοιπο δανείου 100.000 ευρώ και με υπόλοιπο χρόνου αποπληρωμής μια 15ετία θα έβλεπε τη δόση του να μειώνεται – στη διάρκεια της επόμενης πενταετίας – από τα 760 στα 460 ευρώ και θα κέρδιζε σε επιδοτούμενο επιτόκιο περίπου 10.000 ευρώ.

Τα κριτήρια για τη συμμετοχή στο πρόγραμμα θα είναι: το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα του δανειολήπτη να είναι κάτω από 30.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του (συνολική αντικειμενική αξία ακινήτων) κάτω από 200.000 ευρώ και τα δάνεια να αφορούν αποκλειστικά πρώτη κατοικία, με επιδοτούμενο υπόλοιπο μέχρι το πολύ 150.000 ευρώ και για τα πρώτα 100 τετραγωνικά του ακινήτου.

Προτεραιότητα υπαγωγής στη ρύθμιση έχουν νοικοκυριά που βρίσκονται σε δύσκολη κοινωνική και οικονομική θέση (νοικοκυριά με ανέργους, νοικοκυριά με επαγγελματίες και ιδιοκτήτες επιχειρήσεων που έκλεισαν τα βιβλία τους ή την επιχείρησή τους, νοικοκυριά με μισθωτούς ή συνταξιούχους που έχουν υποστεί πολύ μεγάλες μειώσεις μισθών και συντάξεων κ.λπ.).