Το πρόβλημα του ελληνικού χρέους είναι γνωστό και οι συνέπειές του αναμενόμενες, σύμφωνα με τους τεχνοκράτες, που όπως γράφουν σήμερα τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης και τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία, έχουν στρέψει τώρα το ενδιαφέρον τους στην Ιταλία.

Πρώτη η γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ εντόπισε το πρόβλημα και ανέδειξε την Ιταλία σε «κλειδί» των οικονομικών εξελίξεων στην ευρωζώνη.

«Η Ιταλία έχει μεγάλη οικονομική δύναμη αλλά και πολύ υψηλά επίπεδα χρέους που θα πρέπει να μειωθούν δραστικά τα επόμενα χρόνια» επεσήμανε η Μέρκελ.

Το χρέος της Ιταλίας είναι από τα μεγαλύτερα της Ευρώπης και ανέρχεται στο 118% του ΑΕΠ της χώρας.

Ωστόσο, από το 1991 η Ιταλία έχει χρέος πάνω από το 100% του ΑΕΠ της και συγκριτικά με τη Γαλλία, τη Βρετανία και τον Καναδά δεν βρίσκεται σε χειρότερη οικονομική θέση.

Ωστόσο, το πρόβλημα της Ιταλίας είναι η έλλειψη επενδύσεων, ο γηραιότερος συγκριτικά με άλλους ευρωπαϊκούς πληθυσμός της και η συνεχής πτώση της εγχώριας παραγωγής προϊόντων με μέσο ετησίο ρυθμό ανάπτυξης 0,75% τα τελευταία 15 χρόνια.

Σε όλα αυτά οι αναλυτές προσθέτουν τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα και τους υψηλούς μισθούς οδηγούμενοι στο συμπέρασμα ότι αν δεν προχωρήσουν άμεσα οι μεταρρυθμίσεις στην Ιταλία κανείς δεν πρόκειται να της δανείσει χρήματα στο μέλλον.

Όμως ο Καβαλιέρε αδυνατεί να προχωρήσει στη λήψη των αναγκαίων μέτρων καθώς αντιδρούν οι πολιτικοί του εταίροι.

«Οι εταίροι της Ιταλίας έχουν ανάγκη από σαφήνεια. Είναι σημαντικό να πεισθούν» δήλωσε στις Βρυξέλλες ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις Οικονομικές Υποθέσεις Αμαντέου Αλταφάζ.

Ο Μπερλουσκόνι έλαβε το Σαββατοκύριακο στις Βρυξέλλες αυστηρές προειδοποιήσεις κατά την ευρωπαϊκή σύνοδο κορυφής, κυρίως από το γαλλο-γερμανικό δίδυμο για την εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων με στόχο την επανεκκίνηση της αναιμικής οικονομικής ανάπτυξης και για τη μείωση του κολοσσιαίου χρέους της Ιταλίας.

Υπό πίεση, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι υποσχέθηκε στις Βρυξέλλες μεταρρύθμιση του συστήματος συνταξιοδότησης για να συναντήσει χθες στη Ρώμη την κατηγορηματική άρνηση του εταίρου του στον κυβερνητικό συνασπισμό της Λέγκας του Βορρά.

Πριν από την έναρξη της έκτακτης συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου, ο ιταλός πρωθυπουργός εξέδωσε ανακοίνωση για να απαντήσει στο πιεστικό κλίμα που δημιουργήθηκε για την Ιταλία στις Βρυξέλλες, στην οποία δηλώνει ότι «κανείς δεν είναι σε θέση να παραδίδει μαθήματα στους εταίρους του.

Κανείς δεν έχει τίποτε να φοβάται από την Ιταλία», την τρίτη σε μέγεθος οικονομία της ευρωζώνης, σύμφωνα με τον ιταλό πρωθυπουργό ο οποίος επεσήμανε ότι η κρίση του ευρώ αφορά το γαλλο-γερμανικό τραπεζικό σύστημα που είναι εκτεθειμένο στο χρέος των χωρών που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες.

Η Ευρώπη απαιτεί από την Ιταλία τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα για να αποφευχθεί η μετάδοση της κρίσης χρέους στη χώρα, η οποία αντιμετωπίζει την δυσπιστία των αγορών και δανείζεται με επιτόκιο που φθάνει το

6%, θέτοντας σε κίνδυνο το σύνολο της ευρωζώνης.

Πέραν της μεταρρύθμισης του συστήματος συνταξιοδότησης, το οποίο έχει ήδη αναθεωρηθεί τα τελευταία χρόνια, η ΕΕ ζητεί μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας, για να τονωθεί η απασχόληση των νέων, καθώς και μεταρρύθμιση του νομοθετικού

πλαισίου που διέπει τις επιχειρήσεις.

Παράλληλα, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, η ΕΕ εξετάζει το ενδεχόμενο να υποστηρίξει την Ιταλία αγοράζοντας, μέσω του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ιταλικό δημόσιο χρέος, ώστε η χώρα να είναι σε θέση να χρηματοδοτηθεί με λογικούς όρους.