Απ’ έξω έμοιαζε με εκκλησία χωρίς σταυρό ή με τζαμί χωρίς τον μιναρέ του. Σοκάκ 8745 στη Σμύρνη. Με τα μάτια στραμμένα στον τρούλο κατέβηκα τα σκαλιά απτόητη. Κάθε σκαλί που κατέβαινα, ανέβαζε και έναν βαθμό τον υδράργυρο.

Δύο γυναίκες με πλησίασαν, μου έδωσαν πετσέτες και μου ζήτησαν να αλλάξω. Και τότε εμφανίστηκε ο χαμάμης. Μπουλέντ τον έλεγαν, ήταν γύρω στα τριάντα και μιλούσε αγγλικά. Εμοιαζε να διευθύνει το χαμάμ και τον έβγαλα χαμάμη για να καθησυχάσω και τους φόβους μου για τα όσα θα ακολουθούσαν. Μπήκα στη μεγάλη αίθουσα. Ο,τι έβλεπα γύρω μου ήταν από λευκό μάρμαρο με μοναδική εξαίρεση τα μπακιρένια τάσια και τις βρύσες.

Κάθησα για δέκα λεπτά στο μαρμάρινο πεζούλι που πλαισίωνε το ολοστρόγγυλο τεράστιο τραπέζι από μάρμαρο διαμέτρου περίπου έξι μέτρων. Το κεφάλι μου έσταζε και η πλάτη μου είχε γίνει μούσκεμα. Λίγο πριν από το σημείο τήξης μου, είδα τον χαμάμη να με καλεί να πέσω μπρούμυτα στο μάρμαρο πάνω σε δύο μακρόστενα μαξιλάρια, το ένα για το κεφάλι και το άλλο για τα πόδια.

Υπάκουσα και τον είδα να γεμίζει τα μπακιρένια τάσια που άδειασε αργότερα με δύναμη πάνω μου. Ομως μέχρι εδώ ήταν τα εύκολα. Τα δύσκολα ήλθαν όταν άρχισε να με τρίβει με μανία βαστώντας μια βρεγμένη λευκή πετσέτα. Τι πίλινγκ και πράσινα άλογα σε πανάκριβα σπα… Μέσα στο τούρκικο χαμάμ, παραδομένη στα χέρια του χαμάμη, αισθάνθηκα σαν κεφαλογραβιέρα. Μπακ, λουκ, «κοίτα» δηλαδή μου φώναζε σε τουρκικά και αγγλικά μαζί. Τι να δω, καθώς έριχνε πάνω μου νερό, χιλιάδες μικροσκοπικές μαύρες σαν βλεφαρίδες σκόρπιζαν στο μάρμαρο οι βρώμικες ίνες ή τα σμήγματα, δεν ξέρω. Εβγαιναν αβίαστα από όλους τους πόρους του δέρματος και με έκαναν να συνειδητοποιήσω πόσο λίγο ήταν το πλύσιμο δεκαετιών, χώρια το κολύμπι. Μετά ο χαμάμης πήρε μια άλλη πετσέτα, την έτριψε και γέμισε τον τόπο σαπουνάδες. Μέσα σε μπουρμπουλήθρες και αφρούς έκανε μασάζ, με ξέβγαλε και με αποχαιρέτησε. Ηταν μια απίστευτη εμπειρία γεμάτη ατμούς, άρωμα Ανατολής και ξεχασμένους οντάδες. Το τούρκικο χαμάμ έδωσε για μένα τελικά άφεση αμαρτιών στη Σμύρνη που πνίγηκε στο τσιμέντο και ασχήμυνε.