Πολύς λογος γίνεται τον τελευταίο καιρό γιατα περίφηµα φιλέτα και τις γνωστές αντιδράσεις για την πώληση ή την αξιοποίησή τους. Μόνο που το θέµα των φιλέτων δεν είναι σηµερινό. Εδώ και πολλέςδεκαετίες γίνονται συζητήσεις για τα χρυσοφόρα ακίνητα του ∆ηµοσίου, αλλά µέχρι τώρα κανένα από αυτά ούτε πουλήθηκε, ούτε αξιοποιήθηκε.

Ειδικά για τη Ρόδο όπου τουλάχιστον τρία παραλιακά ακίνητα περιλαµβάνονται κάθε φορά στις λίστες την τελευταία τριακονταετία δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα!.. Το Γκολφ Αφάντου παραµένει ερείπιο και κάθε φορά που αναλαµβάνει νέος υπουργός Τουρισµού εξαγγέλλεται και η αξιοποίησή του. Πάντοτε όµως εκδηλώνεται µια αντίδραση και η υπόθεση µπαίνει στο συρτάρι για να την ανασύρει ο επόµενος υπουργός, χωρίς πάλι να γίνεται τίποτα. Και εάν κάποιος επενδυτής εκδηλώσει ενδιαφέρον, αµέσως κάνει πίσω γιατί αρχίζουν οι διαµαρτυρίες από παρακείµενους δήµους και τελικά κανένας δεν τολµά να προχωρήσει γιατί φοβάται ότι θα µπλέξει και στα γρανάζια της ελληνικής γραφειοκρατίας.

Μια άλλη χαρακτηριστική περίπτωση (πάντα στη Ρόδο) είναι και το λιµανάκι της Λάρδου, που και αυτό βρίσκεται τώρα στη λίστα των φιλέτων. Το λιµανάκι βγήκε στο σφυρί τρεις φορές από το 1985 και την τελευταίαφορά ο πλειοδότης ανακάλεσε αργότερα την προσφορά του, γιατί έµπλεξε µε το ∆ασαρχείο που χαρακτήριζε την περιοχή δασική και κατά συνέπεια δεν µπορούσε να χτίσει ξενοδοχειακή µονάδα!…

Τώρα το Πρασονήσι εµφανίζεται και αυτό σαν φιλέτο που θα µπορούσε να προσελκύσει επενδυτές και το Ελληνικό ∆ηµόσιο να εισέπραττε ένα σεβαστό ποσό.

Μπορεί µόνο του το Πρασονήσι µε τον Φάρο να µην έχει τόσο µεγάλη αξία, όσο η παραλιακή γύρω περιοχή, όπου κυριαρχούν οι παράγκες σε καταπατηµένα ακίνητα του ∆ηµοσίου! Και άντε να ξεµπλέξει ο επενδυτής και µε τους πάσης φύσεως οικολόγους ή να απαγορεύσει στον ΣΥΡΙΖΑ να κόψει εκεί την πρωτοχρονιάτικη πίτα του, όπως έκανε τις προάλλες για να διαµαρτυρηθεί για «το ξεπούληµα της ροδίτικης γης».

Ενδεχοµένως κάποιοι στην κυβέρνηση να επενδύουν στην αξιοποίηση όλων αυτών των ακινήτων όπου θα µπορούν να γίνουν ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις.

Προφανώς λογαριάζουν χωρίς τον ξενοδόχο – κυρίως τον ξένο –, που όλα αυτά τα χρόνια παρακολουθεί τις εξελίξεις και δεν τολµά να επενδύσει γιατί δεν µπορεί να γνωρίζει τι θα βρει µπροστά του.