Βγήκαν στη σύνταξη από το Δηµόσιο αλλά είναι ακόµη νέοι. Το καφενείο στη γειτονιά έµοιαζε µε «φυλακή» που τους έπνιγε κάθε µέρα. Προσπάθησαν να βρουν διέξοδο και να «γεµίσουν» τις ώρες τους, που τους φαινόταν ότι κυλούσαν χωρίς νόηµα, µε την καλλιέργεια οπωροκηπευτικών, µε ταξίδια και αποδράσεις στην ύπαιθρο, όµως και πάλι, όπως υποστηρίζουν, η απραξία τούς έπνιγε.

Πριν από µερικές εβδοµάδες πήραν τη µεγάλη απόφαση: επέστρεψαν και πάλι στο… Δηµόσιο, αυτή τη φορά όµως χωρίς να χτυπούν καθηµερινά κάρτα και να πληρώνονται κάθε τέλος του µήνα, αλλά ως εθελοντές. Ο Νίκος Καρακώστας και ο Γιώργος Μποχωρίδης, δύο συνταξιούχοι δικαστικοί υπάλληλοι, µπορεί στα 57 καιστα 62 τους χρόνια, αντίστοιχα,να βγήκαν στη σύνταξη, αλλάη ζωή του συνταξιούχου δεν τους άρεσε. Κάποια στιγµή µάλιστα αισθάνθηκαν ότι δεν είχαν πια να προσφέρουν. Ετσι, τώρα, κάθε µέρα µοιράζουν αιτήσεις και ενηµερωτικά φυλλάδια, αρχειοθετούν έγγραφα, ενηµερώνουν καιεξυπηρετούν τους εκατοντάδες πολίτες που ταλαιπωρούνται από τα χαράµατα στηµένοι στις ουρές.

ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ συνταξιούχοι δηµόσιοι υπάλληλοι στη Θεσσαλονίκη που αποφάσισαν να προσφέρουν εθελοντικά τις υπηρεσίες τους, όχι σε κάποια φιλανθρωπική -φυσιολατρική, ή φιλοζωικήοργάνωση, αλλά σε υπηρεσία του δηµόσιου τοµέα, αξιοποιώντας την πολύτιµη εµπειρία τους, αλλά και τη θέληση για δουλειά.

Κάθε µέρα, µε το αστικό λεωφορείο της γραµµής, διασχίζουν την πόλη από τη µία άκρη στην άλλη και πηγαίνουν στη Διεύθυνση Κοινωνικής Πρόνοιας, η οποία στεγάζεται στην οδό Μοναστηρίου 107, στην περιοχή του νέου σιδηροδροµικού σταθµού. Το τµήµα προνοιακώνεπιδοµάτων, στο δεύτερο όροφο του κτιρίου, αποτελεί για τον 58χρονο Νίκο Καρακώστα και για τον µεγαλύτερο σε ηλικία συνάδελφό του Γιώργο Μποχωρίδη το αγαπηµένο στέκι και, όπως λένε, δεν το αλλάζουν µε το καλύτερο καφενείο της πόλης. «Επί 36 ολόκληρα χρόνια, που εργάστηκα στα δικαστήρια, το κράτος µε πλήρωνε, ενώ η σύνταξή µου είναι αρκετά ικανοποιητική. Βιάστηκα να συνταξιοδοτηθώ, πιστεύοντας ότι τα πράγµατα θα ήταν καλύτερα, αλλά διαψεύστηκα. Είµαι πολύ νέοςκαι θέλω να προσφέρω. Η Ελλάδα είναι γεµάτη από καφενεία συνταξιούχων αστυνοµικών, στρατιωτικών, δικαστικών υπαλλήλων καιγενικά δηµοσίων υπαλλήλων πουπαίρνουν σύνταξη στα 55 και ξαφνικά, όπως το βλέπω εγώ τουλάχιστον, γερνάνε. Αδιαφορούν για τιςουρές στις δηµόσιες υπηρεσίες, για την κρίση που περνά η χώρα. Αρκούνται και είναι ικανοποιηµένοι από την ασφάλεια που παρέχει η σύνταξη», λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Καρακώστας.

«Συµπληρώνουµε αιτήσεις, µοιράζουµε ενηµερωτικά έντυπα, αρχειοθετούµε και πρωτοκολλούµε έγγραφα. Γενικά κάνουµε ό,τι µας ζητούν, που προβλέπεται όµως και από τον νόµο, αφού δενέχουµε δικαίωµα υπογραφής. Αλλά αυτό που ξαναδίνει νόηµα στη ζωή µου είναι ότι εξυπηρετώ όλους αυτούς τους ανθρώπους που έχουνπραγµατική ανάγκη. Δεν άντεχα άλλο την καθιστική ζωή και την αίσθηση ότι δεν έκανα τίποτα. Είναι συναρπαστικό ότι είµαι ακόµα χρήσιµος», επισηµαίνει ο 62χρονος Γιώργος Μποχωρίδης.

Μοιράζουν αιτήσεις, αρχειοθετούν έγγραφα, βοηθούν πολίτες στις ουρές

«Κίνηση εθελοντών συνταξίουχών»


Αποφασισµένοι να ξεσηκώσουν από «τα καφενεία και τα ουζερί» και άλλους συνταξιούχους προκειµένου να προσφέρουν εθελοντική εργασία σε υπηρεσίες όπως οι προνοιακές οι οποίες έχουν ανάγκη από επιπλέον έµπειρα χέρια δηλώνουν οι δύο εθελοντές από τη Θεσσαλονίκη.

Προς το παρόν η προσπάθειά τους δεν έχει αποδώσει, ωστόσο βρίσκονται – όπως λένε – σε επικοινωνία µε το υπουργείο ∆ικαιοσύνης και µε δήµους, µε στόχο και προσδοκία να δηµιουργήσουν µια «κίνηση εθελοντών συνταξιούχων δηµοσίων υπαλλήλων». Μάλιστα δηλώνουν αισιόδοξοι ότι πολλοί πρώην συνάδελφοί τους θα τους µιµηθούν, αρκεί να υπάρξει και ενηµερωτική καµπάνια από την Πολιτεία. «∆εν είναι κοινωνικά άδικο να εισπράττει κάποιος εξηντάρης και να κρύβεται ξαπλωµένος στον καναπέ, την ώρα που τόσοι άνθρωποι ταλαιπωρούνται στις ουρές και δεν υπάρχει δυνατότητα να εξυπηρετηθούν διαφορετικά;», αναρωτιέται ο κ. Καρακώστας.