«Αγοράζουν φθηνά παπούτσια, συνήθως από τη λαϊκή, και τα φέρνουν το πολύ σε έναν μήνα για σόλες ή τακούνια» λέει στα «ΝΕΑ» ο κ. Αρτούρος Σινάνης που διαθέτει κατάστημα επιδιόρθωσης υποδημάτων στην Αθήνα. «Ολες αυτές οι σακούλες είναι γεμάτες παπούτσια που δεν ήρθαν ποτέ οι κάτοχοί τους να πληρώσουν και να παραλάβουν» προσθέτει, δείχνοντας τα δύο γεμάτα κάτω ράφια του μαγαζιού.
Η οικονομική κρίση έχει αλλάξει ριζικά την εικόνα των μαγαζιών και τη νοοτροπία των καταναλωτών. Εχουν αυξηθεί τα τσαγκάρικα και τα ραφτάδικα ενώ τα μικρά εμπορικά καταστήματα ρούχων και υποδημάτων κλείνουν, παραχωρώντας τη θέση τους σε κινέζικα ή στοκατζίδικα, ενώ τη μεγαλύτερη αγοραστική κίνηση παρουσιάζουν τις καθημερινές οι πάγκοι της λαϊκής με τα ρούχα, τα εσώρουχα και τα παπούτσια.

«Κι αυτά που φοράω σήμερα από τη λαϊκή τα πήρα. Τα τελευταία χρόνια ψωνίζω σχεδόν αποκλειστικά από τη λαϊκή τα ρούχα μου» λέει η κ. Αθηνά Νικητοπούλου. «Βρίσκω οικονομικά πολύ καλά πράγματα».

Μπλούζες και πουκάμισα αραδιασμένα στον πάγκο προς τρία ευρώ το ένα και δεκάδες ζευγάρια χέρια να τα ψάχνουν.

«Είναι η πρώτη φορά που ψωνίζω ρούχα από τη λαϊκή» λέει η κ. Σταματία Αρμένη. «Είναι πιο φθηνά, αλλά είμαι επιφυλακτική ως προς την ποιότητά τους. Βέβαια, όλα τα λευκά είδη που έχω αγοράσει από τη λαϊκή βγήκαν πολύ καλά και ήταν σαφώς πιο οικονομικά. Τα ρούχα όμως φοβάμαι μήπως είναι όπως τα κινέζικα που άλλοτε κρατούν κι άλλοτε είναι για πέταμα. Είναι θέμα τύχης!». Ούτε καθρέφτης

Χωρίς δοκιμαστήρια και παραβάν πίσω από τα κρεμασμένα φουστάνια και τις πουκαμίσες προσπαθούν να προβάρουν οι πελάτες τα ρούχα. Δεν υπάρχει, συνήθως, καθρέφτης και οι διάλογοι με τους μικροπωλητές και τους υπόλοιπους πελάτες είναι απολαυστικοί.

«Σε ομορφαίνει παράφορα κοπέλα μου» λέει με στόμφο ο μικροπωλητής στην πελάτισσα ενώ εκείνη προσπαθεί να κάνει σκόντο στην τιμή.

«Πόσο να κατέβω; Δέκα ευρώ τη δίνω την πουκαμίσα. Τζάμπα. Αντε να σου δώσω και αυτή τη ζώνη μαζί και πάρε τη φούστα πέντε ευρώ». Τα ρούχα μπαίνουν μέσα σε μια πλαστική σακούλα αν δεν φορεθούν επιτόπου και φυσικά χωρίς απόδειξη.

«Δεν ψωνίζω ποτέ ρούχα από τη λαϊκή, ούτε από τα κινέζικα» λέει η κ. Σοφία Σκαπινάκη. «Από τη λαϊκή παίρνω μόνο φρούτα και λαχανικά, ποτέ ρούχα, παπούτσια ή αξεσουάρ».

«Μην τους ακούς που λένε πως δεν αγοράζουν. Αν δεν αγόραζαν δεν θα ήταν η μισή λαϊκή πάγκοι με ρούχα, σεντόνια, τραπεζομάντιλα και διάφορα άλλα. Ολο και περισσότεροι αγοράζουν, γι΄ αυτό κι έχει απλωθεί η λαϊκή» λέει ένας μικροπωλητής που πουλάει αυγά, μέλι και κρασί.

«Μαϊμού»

Πιο πέρα γυαλιά ηλίου, ρολόγια, φο μπιζού και είδη μακιγιάζ. Βερνίκα νυχιών με 50 λεπτά και μολύβια ματιών με ένα ευρώ. Οι τιμές σε αυτά τα είδη είναι δεκαπλάσιες στα καταστήματα. Το ίδιο ισχύει και για τις κολόνιες, τις κρέμες προσώπου και σώματος με το ρίσκο να είναι «μαϊμού» η μάρκα τους σε 9 από τις 10 περιπτώσεις.

«Πού αλλού θα βρεις τέτοιο παντελόνι προς 10 ευρώ;» ρωτάει ο κ. Ανδρέας Φωτάκης ενώ δείχνει το λαδί τζιν που φοράει. «Παντελόνια και κάλτσες νομίζω πως συμφέρει να αγοράζει κάποιος από τη λαϊκή, όπως και σαγιονάρες, παντόφλες ή φόρμες γυμναστικής».

Πλαστικές και ξύλινες καρέκλες, γλάστρες, σπόροι και είδη χρωματοπωλείου μαζί με παπούτσια, ομπρέλες, κορνίζες και διακοσμητικά.

«Γυαλικά, μουσαμάδες και ριχτάρια έχω αγοράσει χωρίς πρόβλημα, αλλά τα ρούχα της λαϊκής δεν είναι καλά» λέει η κ. Αλεξάνδρα Καψάλη. «Πήρα μία μπλούζα πολύ φθηνά και κράτησε μέχρι να πλυθεί. Δεν ξαναψωνίζω ρούχα από τη λαϊκή».

ΑΥΞΗΘΗΚΑΝ

Τα ραφτάδικα, ενώ τα μικρά εμπορικά καταστήματα κλείνουν, παραχωρώντας τη θέση τους σε κινέζικα ή στοκατζίδικα

«Αγοράζουν χωρίς να τα δοκιμάζουν»


«Τις περισσότερες φορές τα παντελόνια αγοράζονται χωρίς να δοκιμαστούν και θέλουν κάποια επιδιόρθωση» λέει η κ. Γωγώ Κονιαβίτη που διαθέτει κατάστημα μεταποίησης ρούχων. «Οι περισσότεροι βέβαια πελάτες μου είναι γυναίκες, τελευταία όμως έρχεται και πολλή νεολαία. Εγιναν της μόδας τα ξηλωμένα, τα μπαλωμένα ή κεντημένα τζιν και μου φέρνουν τα παλιά για το ανάλογο μοδάτο φρεσκάρισμα.

Ομως και σε μένα μένουν αρκετά ρούχα. Περίπου το 10% των ρούχων δεν έρχονται να τα παραλάβουν.

Δεν ξέρω αν δεν έχουν τα χρήματα να τα πάρουν ή αν τα ξεχνούν. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι αφήνουν ρούχα που αγόρασαν 50 ή 100 ευρώ για 5 ή 10 που κοστίζει το στρίφωμα ή το στένεμα».

Ψαλίδια, καλαπόδια και βελόνες γνωρίζουν νέα άνθηση μεσούσης της οικονομικής κρίσης.

Η βόλτα στα μαγαζιά γίνεται κυρίως για ενημέρωση, όπως κάποτε συνέβαινε με τα περιοδικά μόδας. Στη συνέχεια τα ρούχα της λαϊκής, των κινέζικων ή των στοκατζίδικων μπορούν ανάλογα να προσαρμοστούν. Οι «μπουτίκ» της λαϊκής είναι οι μόνες που επιβιώνουν στην ύφεση.