«Προσπάθησα να δουλέψω για έναν χρόνο στην Καρδίτσα ως υπάλληλος, αλλά δεν τα κατάφερα. Μόνο για να παρκάρω εκεί έπρεπε να χάσω μία ώρα», λέει στα «ΝΕΑ» η 22χρονη Δήμητρα Κόφφα, που επέστρεψε από την πόλη στο χωριό για να γίνει και εκείνη όπως οι γονείς της αγρότισσα και κτηνοτρόφος.


«Γύρισα στην Κερασιά και δουλεύω στα γελάδια, τα πρόβατα, τα γίδια. Βρίσκομαι στη στάνη και ηρεμώ. Αυτά είναι τα καλά της δουλειάς κοντά στη φύση», για τη νεαρή αγρότισσα, η οποία τον τελευταίο χρόνο έχει αναλάβει την εκτροφή, τη φύλαξη και το άρμεγμα 40 αγελάδων και 250 προβάτων.

Κι αν η νέα αγρότισσα από την Κερασιά Καρδίτσας έχει την πολύτιμη βοήθεια και εμπειρία των γονιών της, δεν συμβαίνει το ίδιο με την 37χρονη Βαΐα Τζιάφα από τη Νιγρίτα Σερρών, που είναι χωρισμένη και μητέρα ενός 12χρονου αγοριού. «Δούλευα πολλά χρόνια σε βιοτεχνία ρούχων που έκλεισε και αναγκάστηκα να γίνω αγρότισσα για να επιβιώσω. Δεν ήταν η πρώτη μου επιλογή και ούτε είχα εμπειρία, μόνο κάποιες παιδικές αναμνήσεις από τη στάνη του παππού μου. Όμως όταν αναλαμβάνεις μόνη σου 250 πρόβατα και θέλεις να ζήσεις με αυτά εσύ και το παιδί σου, τα πράγματα είναι δύσκολα και όχι ρόδινα».

Από το σύνολο του γυναικείου αγροτικού δυναμικού της χώρας, περίπου 520.000

γυναίκες, μόλις το 19%, είναι αρχηγοί γεωργικής ή κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης. Το 81% των γυναικών που δηλώνουν σήμερα αγρότισσες είναι είτε συμβοηθούντα μέλη χωρίς μισθό, σε ποσοστό 54%, είτε εργάτριες με ημερομίσθιο (ποσοστό 27%).

Οι ελλείψεις

Η πραγματικότητα της ελληνικής υπαίθρου ωστόσο απέχει πολύ από τους αριθμούς, σύμφωνα με τον πρόεδρο της Γενικής Συνομοσπονδίας Αγροτικών Συλλόγων Ελλάδας (ΓΕΣΑΣΕ) Γιώργο Γωνιωτάκη. «Η γυναίκα μετείχε από παλιά στην Ελλάδα σε μεγαλύτερο ποσοστό από τους άνδρες στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις και την κτηνοτροφία και μάλιστα χωρίς να φαίνεται πουθενά. Δεν πληρωνόταν και σταδιακά, όπως και ο άνδρας, άλλωστε, εγκατέλειψε την αγροτική οικονομία. Οι συνθήκες διαβίωσης στις ορεινές περιοχές είναι σκληρές και η έλλειψη υποδομών κάνει χειρότερη τη ζωή των αγροτών και των αγροτισσών. Δεν έχουν σχολεία, γιατρούς και νοσοκομεία. Όμως το χειρότερο είναι ότι δεν έχουν πια εξασφαλισμένο εισόδημα, αφού έχει αυξηθεί το κόστος παραγωγής ενώ έχουν μειωθεί οι τιμές που δίνουν οι μεσάζοντες».

Η κ. Τζιάφα παράγει 30 τόνους γάλα κάθε χρόνο, όμως με 0,88 ευρώ το λίτρο δεν βγάζει, όπως υποστηρίζει, ούτε τα έξοδά της. «Ξυπνώ κάθε μέρα στις έξι το πρωί για να προλάβω και νιώθω πλέον ότι δουλεύω τζάμπα. Τόσο άσχημα αισθάνομαι για τις συνθήκες δουλειάς μου, τα ελάχιστα χρήματα που παίρνω, που σκέφτομαι να τα παρατήσω όλα και να φύγω του χρόνου που θα τελειώσει ο γιος μου το Δημοτικό. Μετά ξανασκέφτομαι την ανασφάλεια που ένιωσα μένοντας άνεργη και αλλάζω γνώμη».

Οι γυναίκες που απασχολούνται στον αγροτικό τομέα αποτελούν το 43% του συνόλου των απασχολουμένων σε αυτόν. Είναι η υψηλότερη συμμετοχή που έχουν οι γυναίκες σε σύγκριση με την απασχόλησή τους σε άλλους επαγγελματικούς κλάδους και δραστηριότητες. Όμως από αυτές το μεγαλύτερο ποσοστό (62%) είναι γυναίκες άνω των 45 ετών. Εξάλλου μόλις το 1982 κατάφεραν με νόμο οι ανύπαντρες αγρότισσες να δανειοδοτούνται από την Αγροτική Τράπεζα, όπως και οι έγγαμες. Μόλις πριν από 9 χρόνια δόθηκε στις γυναίκες το δικαίωμα οργάνωσης δικών τους αγροτικών συνεταιρισμών.

ΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ

Σκληρή δουλειά με χαμηλές αποδοχές είναι η κτηνοτροφία, σύμφωνα με τις νέες κτηνοτρόφους

«Δουλεύω 12 ώρες την ημέρα, 365 μέρες τον χρόνο»


Η 22ΧΡΟΝΗ ΔΗΜΗΤΡΑ επισημαίνει τη δυσκολία της δουλειάς στα χωράφια και τα ζώα, γεγονός που αναγκάζει τους περισσότερους συνομηλίκους της να τα εγκαταλείψουν για να ζήσουν με 700 ευρώ τον μήνα, δουλεύοντας όμως 8 και όχι 12 ώρες την ημέρα, πέντε και όχι επτά μέρες την εβδομάδα.

«Ήμουν 13 ετών όταν άρμεξα για πρώτη φορά αγελάδα. Δεν ήθελα να με δουν. Σηκώθηκα νύχτα στις μύτες των ποδιών μου και πήγα χωρίς να με υποψιαστούν. Κάθησα μισή ώρα κάτω από τη γελάδα κι έβγαλα μόλις μισό λίτρο γάλα. Τώρα το θυμάμαι και γελάω με το πείσμα μου. Όμως τότε πήγαινα μόνο τα Σαββατοκύριακα στη στάνη. Ο πατέρας μου άρμεγε τα πρόβατα κι εγώ βάραγα στρούγκα. Σήμερα, κι αυτό επειδή είναι χειμώνας, ξυπνάω στις 7 το πρωί και τελειώνω τη δουλειά στις 7 το απόγευμα ενώ το καλοκαίρι δουλεύω από τις 6 το πρωί μέχρι τις 9 το βράδυ. Δεν νομίζω ότι θα συνεχίσω για χρόνια το ίδιο ωράριο κι αυτή τη σκληρή δουλειά. Σχεδιάζουμε με τους γονείς μου να ανοίξουμε κρεοπωλείο- σουβλατζίδικο του χρόνου στην Καρδίτσα και να ασχοληθώ περισσότερο με το μαγαζί».

«Οι επιδοτήσεις που παίρνω για τα πρόβατα είναι 12.000 ευρώ τον χρόνο», λέει η κ. Τζιάφα από τη Νιγρίτα. «Οι ζωοτροφές μόνο φθάνουν κοντά σε αυτά τα χρήματα. Πώς να εξασφαλίσω τα απαραίτητα για μένα και τον γιο μου όταν το γάλα πουλιέται σχεδόν τζάμπα;», αναρωτιέται. «Η οικογένειά μου πούλησε 10 στρέμματα καπνά που είχε κι έχουμε λίγα στρέμματα τριφύλλια ενώ αγοράζω το καλαμπόκι που χρειάζομαι για τα ζώα. Τα καλοκαίρια με βοηθάει και ο γιος μου αλλά σε λίγο θα αρχίσει φροντιστήρια και θα θέλει να σπουδάσει, γι΄ αυτό δεν έχω αποφασίσει ακόμη αν θα συνεχίσω ή θα τα παρατήσω».