Εργάζομαι στον τέταρτο όροφο κι αυτό, δυστυχώς, εντείνει τις ανασφάλειές μου. Μόνο που το γράφω ζαλίζομαι, πόσω μάλλον που το ζω καπνίζοντας, ανά τακτά διαστήματα, στις σκάλες των εξόδων κινδύνου του κτιρίου. Αντιστέκομαι στην υπόθεση ότι ο τρίτος ή ο πέμπτος όροφος, ίσως να πρόσφεραν μια κάποια σίγουρη λύση και στέκομαι στα απέναντι κτίρια που βιάστηκαν να στολιστούν για τα Χριστούγεννα. Το βράδυ φωτίζονται από τις αρχές του μήνα με λαμπιόνια, δεκάδες μίζερα γκρίζα μπαλκόνια. Τα περισσότερα ανήκουν σε εταιρείες που συνηθίζουν να σχηματίζουν με φωτάκια το λογότυπό τους δίπλα σε ένα δένδρο ή σε ένα άστρο. Στα ισόγεια όμως, λείπουν φέτος, αισθητά, τα φώτα. Έχουν κλείσει μαγαζιά κι έχουν αφήσει πίσω τους δεκάδες πανομοιότυπα αυτοκόλλητα ενοικιαστηρίων.

Ο κόσμος, άλλωστε, έπαψε να χαζεύει βιτρίνες.

Τέτοιες μέρες σκοντάφτει, απλώς, πάνω σε δένδρα, μπάλες και γιρλάντες που καταλαμβάνουν τα πεζοδρόμια έξω από τα εποχικά καταστήματα. Μόνον οι Κατερίνες χθες, οι Στέλλες και οι Στέλιοι που γιορτάζουν σήμερα μαζί με τους υπόλοιπους Αγίους που προηγούνται των Χριστουγέννων, κάνουν σεφτέ στα ζαχαροπλαστεία και τα ανθοπωλεία. Μαγαζιά και υπάλληλοι μετρούν τις μέρες για το δώρο και δεν τους φθάνουν. Ένας επιχειρηματίας στόλισε με φέσια προ ημερών το χριστουγεννιάτικο δένδρο του. Αντί για μπάλες, είχε κρεμασμένες στα κλαδιά ακάλυπτες επιταγές συνολικής αξίας 300.000 ευρώ, που του έμειναν αμανάτι. Εμείς, αντίθετα, κρεμάμε σε ντουλάπες μαζί με τα ρούχα και τα χρόνια που φεύγουν και ποτέ δεν φθάνουν για να καλύψουν τις τρύπες των ασφαλιστικών μας ταμείων. Τα δικά μας χρονοντούλαπα δεν είναι ιστορικά ή εποχικά. Έρμαια κίβδηλων υποσχέσεων και τρύπιων από πορείες παπουτσιών στηρίζουν με χαρακτηριστική μεσήλικη απάθεια ποικιλώνυμους σωτήρες, χωρίς αντίκρυσμα.