Μπορεί οι Αγώνες του 2004 να έδωσαν διεθνή ακτινοβολία στην Αθήνα, όμως και η Θεσσαλονίκη έχει τα δικά της θέλγητρα:

Πιο ζεστή πόλη στους δρόμους της οποίας, όπως τονίζει ο Διονύσης Σαββόπουλος, διασταυρώνονται γνωστά βήματα και βλέμματα.

«ΤΑ ΝΕΑ» απευθύνθηκαν σε 4 ανθρώπους που έχουν διανύσει εκατοντάδες φορές τα 504 χιλιόμετρα που χωρίζουν την πρωτεύουσα από τη συμπρωτεύουσα.

Και ζήτησαν την ετυμηγορία τους για την αιώνια κόντρα: Αθήνα ή Θεσσαλονίκη;

Η γλύκα και η λύσσα…


Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ έχει ένα καλό κι ένα κακό. Μόνο εκεί τα σουτζουκάκια έχουν τη γεύση που πρέπει και ο χρόνος τη σωστή ταχύτητα. Συναντάς γνωστούς τυχαία στον δρόμο και πηγαινοέρχεστε αγκαζέ στο ίδιο τετράγωνο κουβεντιάζοντας. Η Θεσσαλονίκη έχει για τους Ρωμιούς τη σημασία μιας αγαπημένης θείας όταν χάσουμε τη μάνα μας. Εκεί βλέπεις τον πολυέλαιο τυλιγμένο σε νάιλον, σε σαλονάκι π.χ. βεραμάν. Μάνα των Ρωμιών ήταν η Κωνσταντινούπολη. Μας απομένει η αγαπημένη της αδελφή. Έχει και ένα κακό. Σε παρακολουθούν οι πάντες. Τι έφαγες, ποιον είδες, πού ήσουν. Δεν μπορείς να κρυφτείς. Και ξέρετε, κόσμος που παρακολουθείται δεν μπορεί να προοδεύσει. Σε αυτό η Θεσσαλονίκη έχει μείνει πίσω, αλλά γι΄ αυτό ακριβώς είναι πιο γλυκιά. Το καθυστερημένο είναι πάντα πιο γλυκό. Η Αθήνα, πάλι, είναι ένα συναρπαστικό μποτιλιάρισμα. Οι πάντες λαχταράνε να προχωρήσουν, ενώ αυτό μοιάζει αδύνατο. Με συγκινεί αυτή η λύσσα, γιατί είναι η λύσσα να γίνεις μοντέρνος χωρίς όμως να χάσεις τον εαυτό σου. Μπορεί και να μη γίνεται, αλλά αν τα καταφέρουμε να γίνουμε μοντέρνοι χωρίς να χάσουμε την ψυχή μας, αιώνες το προσπαθούμε, θα είναι σαν να φτιάχνουμε ξανά την Ακρόπολη. Αξίζει τον κόπο, αν αρχίσουμε αμέσως τώρα.

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ


Μου αρέσει:το Μοναστηράκι Μου λείπει:το καζάν ντιπί

«ΤΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ Θεσσαλονίκη- Αθήνα, την έκανα για πρώτη φορά, με το ΚΤΕΛ, σε ηλικία 18 ετών. Ήρθα μόνος για να δώσω εξετάσεις στις στρατιωτικές σχολές και από τότε μένω μόνιμα εδώ», λέει στα «ΝΕΑ» ο 35χρονος σήμερα αξιωματικός κ. Γιώργος Πυρζιώνας, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη συμπρωτεύουσα, αλλά επέλεξε να ζήσει μόνιμα στην Αθήνα.

«Η πρώτη μου επίσκεψη ήταν στο Μοναστηράκι και από τότε έρχομαι τακτικά εδώ, για καφέ και βόλτα, όταν έχω ελεύθερο χρόνο. Αυτό όμως που μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση πριν από 17 χρόνια ήταν ότι στην πρωτεύουσα δεν υπήρχε, ουσιαστικά, αγορά. Αγορά με την έννοια της Θεσσαλονίκης, όπου είναι συγκεντρωμένα όλα τα μαγαζιά. Στην Αθήνα υπάρχουν διάφορα σημεία για αγορές και είναι αποσπασματικά. Επιπλέον λείπει το μεράκι από τις βιτρίνες τους. Είναι πιο ψαγμένα τα μαγαζιά της Θεσσαλονίκης», τονίζει ο κ. Πυρζιώνας.

Υποστηρίζει ότι αν και επέλεξε την Αθήνα τού λείπει η βόλτα στον Θερμαϊκό, το καζάν ντιπί του Χατζή και η συνοχή των κατοίκων της πόλης όπου γεννήθηκε. «Όταν δεν υπήρχαν κινητά, δεν χρειαζόταν να τηλεφωνηθούμε για να συναντηθούμε με την παρέα μου. Είχαμε τα στέκια μας. Βρισκόμασταν το πρωί σε καφέ, μπορεί να ξαναβρισκόμασταν στα ψώνια στην αγορά και το βράδυ σε εστιατόρια ή μπαρ. Στην Αθήνα είναι πιο δύσκολες οι μετακινήσεις και ως εκ τούτου αραιότερες οι συναντήσεις με φίλους και γνωστούς».

Μου αρέσει:η αγορά και η νύχτα Μου λείπει:το «χαλαρά»

«ΕΙΝΑΙ οι φοιτητικές βραδιές στα Λαδάδικα, είναι οι βόλτες στο λιμάνι και οι τυχαίες συναντήσεις στα στενά που κάνουν τη διαφορά», λέει ο κ. Βασίλης Καριώτης, που γεννήθηκε στη Γερμανία μεγάλωσε στη Δράμα και έζησε πρώτα στη Θεσσαλονίκη, όπου έκανε και τη στρατιωτική του θητεία, και τα τελευταία επτά χρόνια ζει στην Καισαριανή.

«Επέλεξα να ζω στην Αθήνα. Αρχικά στη Γλυφάδα και τώρα στην Καισαριανή, επειδή υπάρχουν περισσότερες ευκαιρίες και επιλογές. Μου λείπει η παραλία της Θεσσαλονίκης, η ζεστασιά της πόλης και των κατοίκων, αλλά για μένα έχει όλα τα επαρχιακά χαρακτηριστικά της Δράμας και γι΄ αυτό επέλεξα να ζήσω μόνιμα στην Αθήνα. Πηγαίνω συχνά στις γιορτές και τα καλοκαίρια στη Θεσσαλονίκη και πιστεύω ότι οι άνθρωποί της είναι πιο ζεστοί και πιο κοντά σε αυτό που ονομάζουμε μεσογειακό ταμπεραμέντο. Ζουν χαλαρά και χωρίς φασαρία και καυσαέριο, όμως πιστεύω και πάλι ότι η Αθήνα σού δίνει περισσότερες επιλογές ακόμα και στη διασκέδαση και έχει καλύτερη αγορά, αν και είναι διασκορπισμένη. Μου αρέσουν οι βόλτες στο Θησείο, στο Γκάζι, στου Ψυρή και η παραλιακή του Σουνίου. Το καλύτερό μου όμως στην πρωτεύουσα είναι το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Είναι εκπληκτικό και όπως η Ακρόπολη απλά… δεν υπάρχει!».

ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΣΤΗ θΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ


Μου αρέσει:η θάλασσα Μου λείπει:η διασκέδαση

ΗΡΘΕ στη Θεσσαλονίκη πριν από περίπου 25 χρόνια και… ρίζωσε. Παρότι η οικογένειά της εξακολουθεί να ζει στην Αθήνα, εκείνη επέλεξε να συνεχίσει την καριέρα της ως παιδοψυχιάτρου στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει όλα αυτά τα χρόνια, με εξαίρεση ένα μικρό διάστημα για μεταπτυχιακές σπουδές στη Βρετανία.

«Την επιλογή μου καθόρισαν κυρίως επαγγελματικοί λόγοι. Παρότι ένιωθα εξίσου οικεία και στις δύο πόλεις – άλλωστε, εδώ ζουν και οι περισσότεροι συγγενείς μου – θεώρησα ότι όταν δουλεύει κανείς στη Θεσσαλονίκη, η καθημερινότητά σου είναι πιο εύκολη, τουλάχιστον όσον αφορά τις μετακινήσεις», εξηγεί.

Οπαδός της «εναλλακτικής διασκέδασης», αποφεύγει τα «συμβατικά» στέκια της πόλης. «Κυρίως κινούμαι στο κέντρο, όπου είναι πιο εύκολο να συναντηθείς με φίλους. Άλλωστε, και στην Αθήνα το κέντρο είναι το σημείο σύγκλισης», αναφέρει.

Η Λίνα Καραγιάννη εκτιμά ότι η Θεσσαλονίκη είναι λίγο πιο συντηρητική πόλη, με λιγότερα στέκια πρωτοποριακά και με άποψη. «Η Θεσσαλονίκη τα έχει σχεδόν όλα, ή μάλλον λίγο απ΄ όλα. Υπάρχουν θέατρα και μαγαζιά με μουσική και κλασικά και εναλλακτικά. Σίγουρα όμως οι χώροι είναι λιγότεροι. Η Αθήνα, αντίθετα, έχει τα πάντα. Εκεί όμως πρέπει να έχεις χρόνο για να μπορέσεις να τα επισκεφθείς αφού οι αποστάσεις είναι πολύ μεγάλες».

Αυτό που της λείπει περισσότερο από την Αθήνα, εκτός φυσικά από την οικογένειά της, είναι «η διαφορετική άποψη στους χώρους διασκέδασης και οι πρωτοβουλίες κοινωνικού περιεχομένου που δίνουν άλλη διάσταση στην κοινωνική ζωή της πόλης». Όσο για το τι θα της έλειπε περισσότερο από τη Θεσσαλονίκη: «Η αίσθηση ότι μπορεί ανά πάσα ώρα και στιγμή να βρεθείς με τους φίλους σου και η θάλασσα, που είναι δεμένη με την πόλη και αποτελεί σημείο αναφοράς».

Μου αρέσει:το φαγητό Μου λείπει:ο Πειραιάς

ΑΙΣΘΑΝΕΤΑΙ πολίτης του κόσμου, αλλά εδώ και επτά χρόνια έχει… πολιτογραφηθεί Θεσσαλονικιός. Ο Γιάννης Καμίνης γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Πασαλιμάνι. Έπειτα από ένα διάλειμμα για σπουδές και δουλειά στην Αγγλία επέστρεψε στην Αθήνα, αλλά μόνο για λίγο, αφού το 2002 ο έρωτας τον έφερε στη Θεσσαλονίκη, όπου εργάζεται ως σύμβουλος επικοινωνίας- μάρκετινγκ.

Η Θεσσαλονίκη τον κέρδισε αμέσως με τους ανθρώπους και το καλό φαγητό της. «Μου αρέσουν οι άνθρωποι εδώ. Είναι πιο ανοιχτοί, πιο ζεστοί, πιο χαλαροί. Θυμίζουν πολύ τους Πειραιώτες και αυτό ίσως οφείλεται στη θάλασσα. Στη Θεσσαλονίκη είναι καλύτερο το φαγητό αλλά και τα γλυκά. Εδώ, επίσης, είναι πιο μικρές οι αποστάσεις και ευκολότερες οι μετακινήσεις, παρά το μποτιλιάρισμα», τονίζει.

Ωστόσο, δεν είναι όλα… ρόδινα. «Με ενοχλούν η υγρασία, η ατμοσφαιρική ρύπανση και η μόλυνση της θάλασσας. Είναι ανεπίτρεπτο να πληρώνουμε τόσα δημοτικά τέλη και να μην υπάρχει σωστή καθαριότητα. Τεράστιο πρόβλημα είναι και το παρκάρισμα. Πιο εύκολα βρίσκεις θέση στο κέντρο της Αθήνας παρά εδώ», αναφέρει.

Σημαντικές είναι οι διαφορές που εντοπίζει μεταξύ των δύο πόλεων και σε οικονομικό επίπεδο. «Στην Αθήνα νιώθεις την ανάπτυξη, ότι κάτι συνεχώς κινείται. Αντίθετα, στη Θεσσαλονίκη έχεις μια αίσθηση στασιμότητας. Και αυτό είναι λογικό, αν σκεφτεί κανείς ότι όλα τα λεφτά πέφτουν στην πρωτεύουσα. Άλλο σοβαρό μειονέκτημα της Θεσσαλονίκης είναι η σύνδεσή της με χώρες του εξωτερικού, που είναι πολύ περιορισμένη. Το ίδιο ισχύει και για την ακτοπλοϊκή σύνδεση της πόλης με τα νησιά, που συνεχώς περικόπτεται», τονίζει.

Όσο για τα δύο πράγματα που του λείπουν από την πόλη όπου μεγάλωσε, είναι κατηγορηματικός: το κλίμα και η ποικιλομορφία της παραλίας του Πειραιά.