Μία βδομάδα πριν από τις εκλογές, μας έζωσαν τα φίδια: το έλλειμμα μπορεί να φτάσει στο 10%. Το δημόσιο χρέος θα υπερβεί το 110%. Και το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών θα μείνει, στην καλύτερη περίπτωση, στα ίδια χάλια (αναλογία εισαγωγών προς εξαγωγές, τρία προς ένα). Οι αριθμοί είναι εφιαλτικοί. Ταυτόχρονα, είναι ρευστοί και η βάση υπολογισμού τους σαθρή. Υπάρχει ένα μεγάλο αφανές χρέος, προς προμηθευτές και ασφαλιστικούς φορείς, που δεν έχει συνεκτιμηθεί. Αλλά τι λογαριασμούς να κάνουμε στην Ελλάδα, όπου δεν γνωρίζουμε τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων, το μέγεθος των άνισων και δαιδαλωδών αμοιβών τους, ή την ίδια την έκταση του δημόσιου τομέα; Τα ίδια ισχύουν για την ανεργία: από το επίσημο 9% ώς το 15% που δίνει η ΓΣΕΕ, η απόσταση είναι τεράστια.

Ειδικά για τα δημοσιονομικά, δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι δεν ξέρουμε τι μας γίνεται. Ωστόσο, αν κάτι μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι για τα τρία βασικά μεγέθη (χρέος, έλλειμμα και ισοζύγιο) η διακυβέρνηση της τελευταίας πενταετίας υπήρξε ολέθρια. Επί πρωθυπουργίας Κώστα Καραμανλή η χώρα οδηγήθηκε σε δημοσιονομικό αδιέξοδο. Ο κυβερνήτης οδήγησε το σκάφος στην ξέρα και σπεύδει να το εγκαταλείψει πρώτος. Δεν είναι παράξενο για κάποιον που ασπάστηκε ως πεποίθηση και όχι μόνο ως ρητορικό τέχνασμα τη θεωρία του αυτόματου πιλότου. Υπό τις παρούσες συνθήκες, ο κ. Καραμανλής προσφέρει υπηρεσία στη χώρα δραπετεύοντας από το Μέγαρο Μαξίμου.

Βραχυπρόθεσμα, ο διάδοχός του καλείται να χειριστεί μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Μεσοπρόθεσμα, θα χρειαστεί να υπερβεί τον πήχυ, όχι στο μηδενικό σημείο όπου τον τοποθέτησε ο απερχόμενος πρωθυπουργός, αλλά εκεί όπου τον είχε στερεώσει ο προκάτοχος εκείνου. Στην τελευταία πενταετία της διακυβέρνησης του Κώστα Σημίτη η χώρα εισήλθε και παρέμεινε στην ομάδα των σαράντα πρώτων στη διεθνή κατάταξη της ανταγωνιστικότητας. Από το 2004 και μετά η ελληνική οικονομία άρχισε να κατρακυλά, για να φτάσει φέτος στην 71η θέση (απώλεια 36 θέσεων, σε σχέση με το 2003). Από μόνη της, η σταθερή «διολίσθηση» της εθνικής ανταγωνιστικότητας σε όλη τη διάρκεια της καραμανλικής διακυβέρνησης αποδεικνύει ότι η διεθνής κρίση δεν είναι η αιτία των σημερινών μας δεινών.

Η επαναφορά της εθνικής ανταγωνιστικότητας είναι ένας σύνθετος στόχος, όπως σύνθετος είναι και ο δείκτης που την υπολογίζει. Ασφαλώς, δεν επαρκεί η «αναθέρμανση της οικονομίας» με μέτρα που, επιπλέον, θα επιβαρύνουν το έλλειμμα με περίπου μιάμιση ποσοστιαία μονάδα επί του ΑΕΠ. Τούτο, όμως, δεν σημαίνει αυτόματα ότι τα μέτρα που εξαγγέλλονται από το ΠΑΣΟΚ κινούνται προς τη λάθος κατεύθυνση. Διότι ο πραγματικός τους στόχος δεν μπορεί να είναι η «αναθέρμανση της οικονομίας», την οποία δεν είναι δυνατό να υπηρετήσουν από μόνα τους, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι τα χρήματα θα βρεθούν με επιπλέον εξωτερικό δανεισμό. Ο μόνος πραγματικός στόχος τους μπορεί να είναι να λειτουργήσουν ως μηχανισμός μερικής τουλάχιστον απόσβεσης των κραδασμών που θα προκαλέσουν οι άμεσες διαρθρωτικές αλλαγές που πρέπει να συντελεστούν. Από την άποψη αυτή, ο κ. Καραμανλής έκανε ένα δώρο στο ΠΑΣΟΚ εξαγγέλλοντας το χοντροκομμένο «πάγωμα» μισθών και συντάξεων. Προς την ίδια κατεύθυνση μπορεί να συμβάλει και η καθιέρωση ενιαίας φορολόγησης εισοδημάτων και η «φιλολαϊκή» μεταβολή των φορολογικών κλιμακίων. Η αύξηση της φορολογίας του κεφαλαίου από μόνη της δεν διώχνει τις επενδύσεις, αν το συνολικό περιβάλλον δώσει σαφή σήματα βελτίωσης και σταθεροποίησης, όπως και η προηγούμενη μείωση, μέσα σε ένα επισφαλές και επιδεινούμενο περιβάλλον, δεν ανέκοψε την κατολίσθηση της ανταγωνιστικότητας.

Συνεπώς, τα πρώτα μέτρα που προτίθεται να εφαρμόσει η επερχόμενη διακυβέρνηση μπορεί να χρησιμεύσουν, εφόσον συνδυαστούν με μια καταιγίδα αλλαγών στους θεσμούς και τις πρακτικές της δημόσιας ζωής και της οικονομίας. Διότι αυτά αποτελούν το υπόβαθρο της ανταγωνιστικότητας (και συνυπολογίζονται στον δείκτη μέτρησής της). Αν αναπτυχθεί μια τέτοια δυναμική, με μια κυβέρνηση που θα ορίζει βολονταριστικά την ατζέντα, θα δημιουργηθεί το κατάλληλο έδαφος εμπιστοσύνης για να ειπωθούν πιο δυσάρεστες αλήθειες που αφορούν στη δομή της αγοράς εργασίας και στο Ασφαλιστικό. Και να γίνουν πιο εύκολα αποδεκτές οι αναγκαίες και μακροπρόθεσμα ευεργετικές για την απασχόληση ρυθμίσεις.

Αυτά προϋποθέτουν όχι μόνο βούληση αλλά και γνώση. Αν υπάρχει μια σύνθετη στρατηγική που θα βγάλει τη χώρα από το αδιέξοδο και θα την οδηγήσει σ΄ ένα δρόμο ευημερίας και ανάπτυξης, αν υπάρξουν στις κατάλληλες θέσεις τα κατάλληλα πρόσωπα, των οποίων η αφοσίωση στο δημόσιο συμφέρον θα πρέπει να φτάσει στα όρια της αυταπάρνησης, θα το μάθουμε πολύ σύντομα. Το μεγάλο στοίχημα για την Ελλάδα τίθεται την επομένη των εκλογών.

ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΜΕΤΡΑ

που προτίθεται να εφαρμόσει η νέα διακυβέρνηση μπορεί να χρησιμεύσουν, εφόσον συνδυασθούν με μια καταιγίδα αλλαγών στους θεσμούς και τις πρακτικές της δημόσιας ζωής και της οικονομίας