Ο Μπαράκ Ομπάμα χάνει το βασικό κομμάτι της εκλογικής του βάσης, δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, καθώς οι πολίτες βρίσκονται σε σύγχυση: από τη μία οι υποσχέσεις και από την άλλη η ζοφερή πραγματικότητα. Θα μείνει ζωντανό, άραγε, το όνειρο της αλλαγής;
Παθιασμένη έκκληση προς τους πολίτες απηύθυνε ο Αμερικανός πρόεδρος προσπαθώντας να προωθήσει το σύστημα Υγείας, καθώς ο χρόνος που έχει απομείνει για την έγκρισή του από το Κογκρέσο είναι ελάχιστος.

«Μην αφήσετε αυτούς που θέλουν να σας εκφοβίσουν, αυτούς που θέλουν να μας διχάσουν, αυτούς που διασπείρουν ψέματα, να οδηγήσουν το Κογκρέσο στο να χάσει την ευκαιρία μιας ολόκληρης ζωής», τόνισε. Τα λόγια αυτά θα μπορούσαν να ανήκουν στον Μπαράκ Ομπάμα ο οποίος προσπαθεί να ξεπεράσει κάθε είδους εμπόδια στην προσπάθειά του να προωθήσει το σύστημα Υγείας. Όμως τα είχε πει την 1η Αυγούστου 1994 ο τότε πρόεδρος Μπιλ Κλίντον. Λίγες εβδομάδες αργότερα είχε δει τα όνειρά του για μεταρρύθμιση του συστήματος Υγείας να θάβονται από το Κογκρέσο, που καταψήφισε το νομοσχέδιο.

Ο Κλίντον. Το ερώτημα που αντιμετωπίζει ο Μπαράκ Ομπάμα είναι το εάν θα ακολουθήσει τη μοίρα του Κλίντον, ο οποίος παρά την ήττα του στο θέμα αυτό επανεξελέγη στην προεδρία το 1996. Σήμερα όμως οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Έχουν περάσει μόλις οκτώ μήνες από την ημέρα που εγκαταστάθηκε στον Λευκό Οίκο αλλά οι έντονες αντιδράσεις σχετικά με τις μεταρρυθμίσεις στον τομέα της Υγείας αποτελούν ζοφερά σημάδια. Είναι αξιοπρόσεκτο το πολιτικό κεφάλαιο που έχει «κάψει» ο Ομπάμα για το θέμα αυτό και το οποίο είχε ως αποτέλεσμα να ενώσει τους Ρεπουμπλικανούς εναντίον του και να διχάσει το δικό του κόμμα.

Μέχρι πριν από ένα μήνα οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι οι Αμερικανοί υποστηρίζουν τις αλλαγές στην Υγεία. Όχι πια. Η δημοτικότητα του Ομπάμα έπεσε για πρώτη φορά κάτω του 50%. Σχεδόν τα 2/3 των πολιτών θεωρούν ότι τα 787 δισ. δολάρια του πακέτου οικονομικών κινήτρων που εγκρίθηκαν τον Φεβρουάριο δεν έχουν βοηθήσει την οικονομία. Το νομοσχέδιό του για την αντιμετώπιση του φαινομένου του θερμοκηπίου πιθανότατα δεν θα εγκριθεί από τη Γερουσία. Τα γκάλοπ δείχνουν ότι κινδυνεύει να χάσει ψηφοφόρους από την εκλογική του βάση: οι ηλικιωμένοι, οι ανεξάρτητοι και οι γυναίκες μεσοαστικών οικογενειών τον εγκαταλείπουν. Κι απ΄ ό,τι γράφει ο Νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν, «η κυβέρνηση Ομπάμα είναι σοκαρισμένη από την έντονη αντίδραση των προοδευτικών στρωμάτων».

Η διακυβέρνηση είναι κάτι δύσκολο


Δύο είναι οι βασικοί λόγοι για τα προβλήματα του προέδρου: η οικονομία και κάποια σημάδια ότι ο Ομπάμα μπορεί να έχει βγάλει λάθος συμπεράσματα από την εκλογή του. Πρόσφατη δημοσκόπηση έδειξε ότι οι συντηρητικοί (40%) είναι περισσότεροι από τους φιλελεύθερους και στις 50 πολιτείες (21%). Ιδεολογικά, δηλαδή, οι ΗΠΑ παραμένουν μια κεντροδεξιά χώρα. Οι ψηφοφόροι μπερδεύονται: από τη μία ο πρόεδρος υπόσχεται παροχές και από την άλλη οι κρατικές υπηρεσίες κάνουν προβλέψεις για όλο και μεγαλύτερο έλλειμμα.

Όταν επαναληφθούν οι εργασίες του Κογκρέσου τον Σεπτέμβριο, ο Ομπάμα θα αντιμετωπίσει και νέα προβλήματα: Θα έχει τρεις μήνες προκειμένου να υλοποιήσει την υπόσχεσή του για κλείσιμο των στρατιωτικών φυλακών του Γκουαντάναμο. Ο αριθμός των Αμερικανών στρατιωτών που χάνουν τη ζωή τους στον πόλεμο του Αφγανιστάν θα έχει αυξηθεί και άλλο. Και θα πρέπει να αποφασίσει πόσο σκληρή στάση θα κρατήσει απέναντι στο Ιράν και το πυρηνικό του πρόγραμμα. Η νίκη στις εκλογές είναι ένα πράγμα. Η διακυβέρνηση, όπως ανακαλύπτει ο Ομπάμα, είναι κάτι διαφορετικό και πολύ πιο δύσκολο.