Ο ΙΤΖΧΑΚ ΡΑΤΣΜΟ έχει μόνο μία λέξη για να περιγράψει την επαπειλούμενη λιβανική προσφυγή εναντίον των Ισραηλινών που πωλούν χούμους: «Ανοησίες». Ενώ μια ουρά από πεινασμένους πελάτες σχηματίζεται μπροστά στον πάγκο του, αυτός δείχνει τα χέρια του και λέει: «Στις φλέβες αυτές κυλάει χούμους». Η Ένωση Λιβανέζων Βιομηχάνων ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα ότι σχεδιάζει να προσφύγει στα διεθνή δικαστήρια για να πάψει το Ισραήλ να διαθέτει στην αγορά τη δική του εκδοχή του χούμους και των φαλάφελ, φαγητών που η Ένωση υποστηρίζει ότι είναι λιβανέζικα. «Δεν ξέρω πού βασίζονται και το λένε», λέει ο Ράτσμο, ο 68χρονος Εβραίος συριακής καταγωγής, το εστιατόριο του οποίου στην αγορά Μαάν Γεχούντα ιδρύθηκε από τους θείους του πριν από 55 χρόνια.

Λιβανέζοι παραγωγοί ισχυρίζονται ότι χάνουν «δεκάδες εκατομμύρια δολάρια» κάθε χρόνο επειδή το Ισραήλ διαθέτει στην αγορά φαγητά της Μέσης Ανατολής σαν να είναι δικά του. Επικαλούνται το προηγούμενο της φέτας και την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου το 2002 ότι το προϊόν είναι ελληνικό και δεν μπορεί να διατίθεται στην αγορά με την ονομασία αυτή από άλλες χώρες. Όμως, μολονότι το χούμους (κρέμα από ρεβίθια και ταχίνι) και τα φαλάφελ (κεφτέδες από ρεβίθια ή κουκιά) είναι σαφές πως δεν είναι ισραηλινή επινόηση, είναι επίσης πολύ δύσκολο να αποδειχθεί ότι είναι ειδικά λιβανέζικα.

Στο «Αμπού Σούκρι», το πιο γνωστό παλαιστινιακό εστιατόριο που προσφέρει χούμους και φαλάφελ μέσα στην Παλαιά Πόλη της Ιερουσαλήμ ο Φάντι Αμπού Σούκρι, εξετάζει το θέμα πιο επιστημονικά. Τα φαγητά αυτά, λέει, ανήκουν σ΄ ολόκληρο το Μπιλάντ αλ Σαμ, όπως είναι η παλιά αραβική ονομασία του Λεβάντε, δηλαδή της Συρίας, του Λιβάνου, της Ιορδανίας και της ιστορικής Παλαιστίνης μαζί.

«Στη συνέχεια το χούμους διαδόθηκε με την τουρκική κατοχή».