Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως λέγεται και είναι Οικουμενικό. Πρόκειται για έναν τίτλο τιμής, με αρμοδιότητα συντονιστική των περίπου δεκαπέντε Αυτοκεφάλων Εκκλησιών που συγκροτούν την Ορθοδοξία (ελληνόφωνη, σλαβόφωνη, αραβόφωνη κ.λπ.). Όταν ανακύπτει πρόβλημα άλυτο εντός μιας Ορθόδοξης Εκκλησίας, όπως π.χ. στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων πρόσφατα, ο Οικουμενικός Πατριάρχης συγκαλεί τη Σύναξη των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών ως δευτεροβάθμιο συλλογικό όργανο της απανταχού της γης Ορθοδοξίας για τη λήψη τελεσίδικης απόφασης προς οριστική επίλυση της κρίσης. Καμιά άλλη αρμοδιότητα, εξουσία ή «υπερεξουσία», εκκλησιαστική ή πολιτική, δεν εξυπονοείται με τον ιστορικά από πολλών αιώνων καθιερωμένο τίτλο τιμής του Οικουμενικού στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως.

Κάποιοι ομοεθνείς μας και πολλοί αλλοεθνείς γείτονες δυσφορούν με το «Οικουμενικός» και προτιμούν το «Ελληνορθόδοξος» Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Οι ομοεθνείς μας φαντάζονται ότι το «ελληνορθόδοξο» είναι πιο «ελληναράδικο», χωρίς να γνωρίζουν ότι το σύνθετο επίθετο «ελληνορθόδοξο» είναι μια τερατώδης θεολογική αντίφαση. Εάν κάτι είναι όντως οικουμενικό, δηλαδή ανήκει στην οικουμένη (κατοικουμένη) υφήλιο, αυτό δεν είναι εθνικό, φυλετικό κ.λπ. (ελληνικό, ρωσικό, αραβικό κ.λπ.), αφού περιλαμβάνει όλους τους ομόδοξους κατοίκους της Γης ανεξάρτητα από γλώσσα, φυλή, έθνος. Ο όρος «ελληνορθόδοξο» στα πατριαρχεία δόθηκε από ξένες κρατικές αρχές για να αντιλαμβάνονται ευκολότερα κι αμεσότερα ότι πρόκειται για την εκκλησιαστική αρχή ελληνοφώνων ορθοδόξων, των Ρωμιών (Rum Ρatrikhanesi, Rum Οrthodox, Greek Οrthodox Ρatriarchate).

Οι αλλοεθνείς γείτονές μας στην αντίπερα όχθη του Αιγαίου που ιστορικά φιλοξενούν την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου είναι θύματα παρεξήγησης. Αγνοούν ότι το «Οικουμενικός» είναι επωνυμία τιμητική μόνον κι όχι ουσιαστική. Πρόκειται για εκκλησιαστική τιτλοφορία κι όχι για πολιτική εξουσία. Δεν έχει καμιά ουσιαστική διοικητική βαρύτητα πέρα

ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΕΣ ΜΑΣ

στην αντίπερα όχθη του Αιγαίου που φιλοξενούν την έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου αγνοούν ότι το «Οικουμενικός» είναι επωνυμία τιμητική μόνον κι όχι ουσιαστική

από τη ρυθμιστική αρχή των τριακοσίων εκατομμυρίων ορθοδόξων πιστών, διάσπαρτων στην οικουμένη υφήλιο. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι περίπου σαν μια «Ανεξάρτητη Διοικητική Αρχή» εκκλησιαστικής υφής. Σε καμιά περίπτωση το Φανάρι δεν είναι Βατικανό.

Βέβαια πρέπει να ομολογήσουμε αυτοκριτικά ότι το φοβικό σύνδρομο των γειτόνων μας έναντι του Πατριαρχείου είναι ανάλογο με το δικό μας φοβικό σύνδρομο απέναντι στη Μουφτεία της Θράκης. Αν νυν ή τέως πρόεδρος ή αντιπρόεδρος των ΗΠΑ επισκεπτόταν επίσημα τον μουφτή της Ξάνθης, εμείς θα νιώθαμε σαν τους γείτονές μας σε αντίστοιχη επίσκεψη στο Φανάρι. Η επίσκεψη του Πάπα στην Αθήνα προ ετών και στο Φανάρι πρόσφατα ερέθισε Έλληνες ορθόδοξους και Τούρκους μουσουλμάνους παρομοίως, αν και με διαφορετική αιτιολογία. Η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης συνοδεύεται από συναισθηματική αλλεργία ανάλογη της δικής μας για ίδρυση μουσουλμανικού ιεροδιδασκαλείου στη Βόρεια Ελλάδα. Η ιεροτελεστία σε ερειπωμένους ορθοδόξους ναούς της Καππαδοκίας αναμοχλεύει το συλλογικό φαντασιακό των γειτόνων μας όπως συμβαίνει με εμάς για την ανέγερση τεμένους στην Αθήνα.

O φόβος αντικαθίσταται από την εμπιστοσύνη, η αντιπάθεια από τη συμπάθεια, το μίσος από τη φιλία, η παρεξήγηση από την κατανόηση μόνον όταν συμβούν δύο πράγματα: πρώτον, παραμερισθούν τα στερεότυπα του παρελθόντος και, δεύτερον, αναληφθούν πρωτοβουλίες έμπρακτης αλληλοκατανόησης. Για παράδειγμα, η επαναλειτουργία της Χάλκης ως δεξαμενής στελεχών του Πατριαρχείου, η νομική προστασία των κληροδοτημάτων των ομογενών μας και ο σεβασμός του τίτλου «Οικουμενικός» είναι συγκεκριμένα βήματα που συνάδουν με την κεμαλική παράδοση της γείτονος χώρας, συμφέρουν τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της και αποτελούν αντίδοτο στον πανσλαβισμό του Πατριαρχείου Μόσχας που αποτελεί σήμερα πια το ιδεολογικό δεκανίκι της ενεργειακής στρατηγικής αντεπίθεσης του Ρώσου προέδρου στη διεθνή σκακιέρα.

Από την άλλη πάλι πλευρά, στη χώρα μας χρειάζεται να προσεχθεί η εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων, η νόμιμη ανάδειξη της Μουφτείας, η προστασία των ισλαμικών μνημείων της πατρίδας μας και επιτέλους να υλοποιηθεί η ανέγερση του τεμένους των Αθηνών που κυριολεκτικά πια θυμίζει τον «φούρνο του χότζα»! «Θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία», κατά τον εθνικό ποιητή μας. Εάν η πρώτη, η αρετή, είναι δεδομένη, τότε απομένει η άλλη, δηλαδή η τόλμη να επιδειχθεί κι από τις δυο όχθες του Αιγαίου που ανήκει στους κατοίκους του κι όχι μόνο στα ψάρια του!…

Ο Μάριος Μπέγζος είναι καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας του Πανεπιστημίου Αθηνών