Πριν από περίπου ενάμιση μήνα η Σεγκολέν Ρουαγιάλ και πιο πρόσφατα ο Γ. Παπανδρέου παρουσίασαν το πρόγραμμά τους για τις εκλογές.

Και στα δύο προγράμματα υπογραμμίζεται η έννοια του συμβολαίου τιμής με τον πολίτη και είναι ισχυρή η διάσταση «δεσμεύομαι προσωπικά». Και στα δύο δίνεται έμφαση στην οικονομική ενίσχυση των κατώτερων στρωμάτων και προτείνονται μέτρα για τη μείωση της ανεργίας. Και στα δύο καταγράφεται μια στροφή στο περιβάλλον και τις περιβαλλοντικές αξίες. Και στα δύο η εκπαίδευση και η έρευνα εμφανίζονται ως προτεραιότητες. Και στα δύο οι λέξεις-κλειδιά είναι η συμμετοχική δημοκρατία, η αποκέντρωση, η εγγύτητα με τον πολίτη, η δίκαιη κοινωνία. Και στα δύο προγράμματα υπάρχουν νέες ιδέες (όπως, για το ΠΑΣΟΚ, το εφάπαξ επίδομα και ο επενδυτικός λογαριασμός για κάθε παιδί που γεννιέται ή, για την Σεγκολέν, η πρόταση για κατασκευή 120.000 κοινωνικών κατοικιών τον χρόνο).

Σ υνολικά, τα δύο προγράμματα σκιαγραφούν την εικόνα μιας νέας σοσιαλδημοκρατίας, πιο κοντινής στα προβλήματα των εκτεθειμένων ομάδων του πληθυσμού και περισσότερο στραμμένης σε θέματα καθημερινότητας. Το πρόγραμμα της υποψήφιας των Γάλλων Σοσιαλιστών μοιάζει πιο συνεκτικό από εκείνο του ΠΑΣΟΚ, ταυτόχρονα όμως πιο ανοικτό σε κλασικά συντηρητικά θέματα (όπως εκείνο της οικογένειας ή της πειθάρχησης, ακόμη και με τη συνδρομή του Στρατού, των νέων με μικρο-εγκληματικές συμπεριφορές). Ωστόσο, και από τα δύο προγράμματα λείπει το καθαρό κεντράρισμα, η έμφαση σε δύοτρία, και μόνον δύο-τρία, μεγάλα θέματα πολιτικής (που θα αφαιρούσε από τα προγράμματα τον χαρακτήρα «καταλόγου»). Και από τα δύο απουσιάζει η εικόνα μιας «άλλης πολιτικής», η αιχμηρή σαφήνεια των λίγων αλλά ρηξικέλευθων στόχων. Λείπει αυτό που θα ονομάζαμε «προγραμματική επιθετικότητα», η οποία θα επέτρεπε στα δύο κόμματα (κόμματα τραυματισμένα από την προηγούμενη κυβερνητική θητεία τους και από τα αντιφατικά χαρακτηριστικά του ιδεολογικού προφίλ των σημερινών ηγεσιών τους) να διαμορφώσουν ένα στίγμα εμφανώς διαφορετικό από εκείνο των συντηρητικών ανταγωνιστών τους. Λείπει, επίσης, το στίγμα ρεαλισμού: ένας μεγάλος κατάλογος «ακριβών» προτάσεων (αντί της έμφασης σε λίγες μεγάλες επιλογές και προτεραιότητες) δεν υλοποιείται εύκολα στο εσωτερικό οικονομιών με βαριά δημοσιονομικά ελλείμματα (και, στην περίπτωση της Ελλάδας, με έναν κρατικό μηχανισμό εγκληματικά ανεπαρκή, και με ευθύνη του ΠΑΣΟΚ). Τα ευρωπαϊκά σοσιαλιστικά κόμματα, λόγω της υιοθέτησης βασικών ιδεών του οικονομικού φιλελευθερισμού, έχουν απολέσει την ιστορική αριστερή προγραμματική τους ταυτότητα. Πάσχουν από ένα είδος προγραμματικής «εξάντλησης», η οποία καθιστά τη φυσιογνωμία τους δυσχερώς διακριτή από εκείνη

ΚΕΡΔΙΖΕΤΑΙ

με μικρές ιδέες η ιδεολογική μάχη; Κερδίζονται με λιανοντούφεκα οι σημερινοί πόλεμοι; Οι εκλογές ίσως κερδίζονται

του σύγχρονου συντηρητισμού. Αυτό τα ωθεί στην αναζήτηση της προγραμματικής καινοτομίας. Και πράγματι, οι σοσιαλιστές, τα τελευταία χρόνια, παρήγαγαν ένα μεγάλο αριθμό μικρών ιδεών. Άλλωστε, και στα δύο προγράμματα που παρουσιάσαμε υπάρχουν νέες ιδέες. Ποτέ ίσως οι Ευρωπαίοι σοσιαλιστές δεν ήταν τόσο εφευρετικοί. Οι σοσιαλιστές, συνεπώς, δεν στερούνται, όπως συχνά νομίζεται, ιδεών. Στερούνται μεγάλων ιδεών. Τα τελευταία 30 χρόνια δεν παρήγαγαν καμία συνολική θεώρηση ικανή να ανανεώσει την ιστορική αριστερή προγραμματική τους ταυτότητα. Στην ουσία, η παραλυσία πρωτότυπης σκέψης αφορά μόνο την παρατεταμένη αδυναμία τους να προτείνουν ένα συνολικό σχέδιο για τους φτωχούς και, άρα, για το μέλλον της κοινωνίας. Εδώ βρίσκεται το έλλειμμα προγραμματικού νεωτερισμού, εδώ και η ρήξη με τη δική τους ιδεολογική παράδοση.

Υπό την πίεση του διεθνούς περιβάλλοντος (παγκοσμιοποίηση, Ε.Ε.), οι σοσιαλιστές έχουν χάσει την παλαιά δυνατότητά τους να παράγουν εικονοκλαστικές προτάσεις πολιτικής, κυρίως στα οικονομικά και κοινωνικά θέματα. Αντιθέτως, σε άλλους τομείς δράσης, όπως στα θέματα των θεσμών ή των μειονοτήτων, είναι ιδιαίτερα παραγωγικοί. Στα θέματα όμως οικονομικής πολιτικής τα σοσιαλιστικά επιτελεία, επειδή εκτιμούν ότι δεν μπορούν, δεν θέλουν να αντιμετωπίσουν τις μεγάλες προκλήσεις πολιτικής. Έτσι, στρέφονται στα προβλήματα της καθημερινότητας, τα οποία τείνουν να υποκαταστήσουν την απουσία πραγματικών απαντήσεων στα μεγάλα οικονομικά-κοινωνικά προβλήματα της σημερινής εποχής. Η «ανθρωπιά», η «εγγύτητα με τον πολίτη», ηχούν ωραία και ελκυστικά: δεν συγκροτούν όμως υλοποιήσιμες πολιτικές (η εμπειρία της διακυβέρνησης Καραμανλή το αποδεικνύει).

Κατά βάθος, οι σοσιαλιστές κρύβονται πίσω από το δάκτυλό τους. Όσο αρνούνται να υπερβούν κάποια (τουλάχιστον) από τα εμπόδια που επιβάλλουν οι διεθνείς οικονομικοί και πολιτικοί καταναγκασμοί (οι οποίοι αποτελούν «φρένα» και όχι αξεπέραστα φράγματα), όσο δεν επιτίθενται συντονισμένα στους διεθνείς παράγοντες που περιορίζουν δραστικά την προγραμματική τους αυτονομία, όσο αρνούνται να δοκιμάσουν τα ακραία όρια του πολιτικά εφικτού, τόσο δεν θα επιλύουν το σημερινό πρόβλημα ιδεολογικής ταυτότητας που αντιμετωπίζουν. Και τόσο περισσότερο θα απευθύνονται στους ειδικούς και στους επικοινωνιολόγους (οι οποίοι αποτελούν μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης) ή στους απλούς πολίτες (μέσω της «συμμετοχικής δημοκρατίας») για να ανανεώσουν το προγραμματικό τους οπλοστάσιο. Κερδίζεται όμως με μικρές ιδέες η ιδεολογική μάχη; Κερδίζονται με λιανοντούφεκα οι σημερινοί πόλεμοι; Οι εκλογές ίσως κερδίζονται. Αν και οι οιωνοί δεν είναι ιδιαίτερα ευμενείς ούτε για τον Γ. Παπανδρέου ούτε για την Σ. Ρουαγιάλ. Ο Γεράσιμος Μοσχονάς είναι επίκουρος καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο