Υψηλά επιτόκια για τουλάχιστον τρία χρόνια ακόμη θα πληρώνουν τα ελληνικά νοικοκυριά, που μέσα στο 2006 επιβαρύνθηκαν με εκατοντάδες ευρώ επιπλέον σε δόσεις στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων.


Το κόστος των δανείων θα παραμείνει υψηλό και μέχρι το 2009, όπως προβλέπουν μεταξύ άλλων το υπουργείο Οικονομικών, κορυφαίοι τραπεζίτες αλλά και διεθνείς επενδυτικοί οίκοι, βάζοντας φωτιά στον προϋπολογισμό των ελληνικών νοικοκυριών που ήδη οφείλουν στις τράπεζες πάνω από 76 δισ. ευρώ σε στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια.

Από την πλευρά τους, εκμεταλλευόμενες την κατάσταση, οι τράπεζες «σπρώχνουν» παλιούς και νέους δανειολήπτες προς στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου, κλειδώνοντας με τον τρόπο αυτό τα κέρδη τους για τα επόμενα χρόνια.

Θα παραμείνει στο 3,7%

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών, το 2007 το βραχυπρόθεσμο επιτόκιο δανεισμού θα αυξηθεί στο 3,7%, έναντι ετήσιου μέσου όρου 3,1% για το 2006, ενώ για το 2008 και το 2009 θα παραμείνει υψηλό, καταγράφοντας οριακή μείωση στο 3,6%.

Αντίστοιχα, κορυφαίοι Έλληνες τραπεζίτες

ΣΤΡΟΦΗ ΣΤΑ ΣΤΑΘΕΡΑ

Οι τράπεζες στρέφουν παλιούς και νέους δανειολήπτες προς στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου

αλλά και διεθνείς επενδυτικοί οίκοι βλέπουν μία ακόμα αύξηση του βασικού επιτοκίου του ευρώ μέσα στους επόμενους μήνες, ώστε να διαμορφωθεί στο 3,75% έναντι 3,5% σήμερα.

Σημειώνεται ότι μέσα σε 12 μήνες, από τον Δεκέμβριο του 2005 μέχρι τον Δεκέμβριο του 2006, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αύξησε το βασικό επιτόκιο δανεισμού σε ευρώ έξι φορές, συνολικά κατά 1,5 μονάδα, από το 2% στο 3,5% εκτροχιάζοντας τον προϋπολογισμό εκατοντάδων χιλιάδων νοικοκυριών με δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου.

Αντίστοιχα, μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, η ΕΚΤ αναμένεται να αυξήσει εκ νέου τα επιτόκια, φτάνοντας το 4%. Η διατήρηση του πληθωρισμού στην ευρωζώνη κοντά στο όριο του 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ, οι υψηλές τιμές του πετρελαίου, στα επίπεδα των 60 δολαρίων το βαρέλι, αλλά και οι υψηλές προσδοκίες ανάπτυξης στη ζώνη του ευρώ είναι τα στοιχεία που προοιωνίζονται και νέες αυξήσεις φέτος.

Στη συνέχεια, και για την επόμενη τριετία, τραπεζίτες αλλά και αναλυτές εκτιμούν ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν σταθερά υψηλά, αναγκάζοντας τα νοικοκυριά αλλά και τις επιχειρήσεις να ζουν με το ακριβό κόστος δανεισμού.

Τελικό κυμαινόμενο επιτόκιο 5% για παλιούς δανειολήπτες


ΤΗΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ αυτή εκμεταλλεύονται οι τράπεζες προκειμένου να στρέψουν ολοένα και περισσότερους δανειολήπτες στα σταθερά επιτόκια, κυρίως στεγαστικών δανείων, κλειδώνοντας ταυτόχρονα τα κέρδη τους για τα επόμενα χρόνια. Απόδειξη της έντεχνης ώθησης παλιών και νέων δανειοληπτών στα σταθερά επιτόκια είναι το γεγονός ότι, ενώ οι τραπεζίτες αναπροσαρμόζουν αυτόματα τα κυμαινόμενα επιτόκια δανεισμού σε κάθε αύξηση της ΕΚΤ, έχουν διατηρήσει αμετάβλητα τα σταθερά επιτόκια. Με αποτέλεσμα, κατά τρόπο παράδοξο για τα τραπεζικά δρώμενα, τα κυμαινόμενα επιτόκια να είναι ακριβότερα από τα σταθερά τριετίας και πενταετίας.

Σήμερα, με το βασικό επιτόκιο του ευρώ στο 3,5% το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο ανέρχεται στο 4,7%- 4,8% ύστερα από την επιβολή περιθωρίου κέρδους 1,2%- 1,3% από τις τράπεζες. Την ίδια στιγμή, το μέσο σταθερό επιτόκιο για τρία χρόνια κυμαίνεται στο 4,5%, είναι δηλαδή ήδη φθηνότερο από το κυμαινόμενο, δίχως μάλιστα να υπολογιστούν οι νέες αυξήσεις που έρχονται μέσα στο 2007.

Επιπλέον, η ψαλίδα αυξάνεται για τους παλιούς δανειολήπτες με κυμαινόμενο επιτόκιο, στην περίπτωση των οποίων το περιθώριο κέρδους των τραπεζών συχνά ξεπερνά το 1,5%, φέρνοντας το τελικό κυμαινόμενο επιτόκιο στο 5%. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι, όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη, τους τελευταίους μήνες η πλειονότητα των νέων στεγαστικών δανείων λαμβάνεται με σταθερό επιτόκιο, ενώ οι παλιοί δανειολήπτες σπεύδουν κατά εκατοντάδες να κλειδώσουν τα χρέη τους σε σταθερό επιτόκιο, έναντι κόστους 150-300 ευρώ αν το κάνουν στην ίδια τράπεζα.

Το όφελος

Έτσι, για παράδειγμα, δανειολήπτης που θα κλειδώσει οφειλές 150.000 ευρώ για 20 χρόνια σε σταθερό επιτόκιο τριετίας (4,5%) θα πληρώνει δόση 948,97 ευρώ τον μήνα. Το ίδιο δάνειο με νέο κυμαινόμενο επιτόκιο 4,7% επιβαρύνεται με μηνιαία δόση 965,24. Δηλαδή, με μηνιαία διαφορά 16,27 ευρώ για τους 36 μήνες της σταθερής διάρκειας το όφελος από το σταθερό επιτόκιο είναι 585,72 ευρώ. Και αυτό χωρίς να υπολογίζονται οι νέες αυξήσεις που αναμένονται στους επόμενους μήνες.

Ακόμα μεγαλύτερα είναι τα κέρδη για τους παλιούς δανειολήπτες, οι οποίοι και επιβαρύνονται με υψηλότερα περιθώρια κέρδους από τις τράπεζες. Στο ίδιο παράδειγμα, αν το κυμαινόμενο επιτόκιο ήταν 5% (επιτόκιο ΕΚΤ 3,5% πλέον περιθωρίου 1,5%), η μηνιαία δόση θα ανερχόταν σε 989,93 ευρώ.

Δηλαδή, για την τριετή περίοδο σταθερής διάρκειας ο δανειολήπτης θα πληρώσει συνολικά 1.474,56 ευρώ λιγότερα για τις δόσεις του δανείου του.