Στις πρόσφατες εκλογές στην Ολλανδία η Άκρα Αριστερά κέρδισε το εκπληκτικό για τα δεδομένα της χώρας 16,58% των ψήφων (6,3% το 2003) και, εάν συνυπολογιστεί η εκλογική επίδοση του κόμματος των Πρασίνων (4,6%), οι πέραν της Σοσιαλδημοκρατίας δυνάμεις υπερέβησαν το 21%. Στη Γερμανία, το 2005, το Αριστερό κόμμα κέρδισε 8,8% (και οι Πράσινοι 8,3%), ενώ στην Πορτογαλία το ακροαριστερό Μπλόκο έλαβε 6,4% το 2005 (οι κομμουνιστές: 7,6%) και στη Γαλλία οι δύο τροτσκιστές υποψήφιοι υπερέβησαν αθροιστικά, το 2002, το 10%. Η πιο πάνω τάση, αν και δεν έχει συστηματικό χαρακτήρα, είναι ενδεικτική μιας «μεγάλης επιστροφής»: μετά την ιστορική ήττα του κομμουνισμού, η αριστερή αμφισβήτηση επανέρχεται στα πολιτικά σαλόνια και διεκδικεί εκ νέου μια θέση στο ευρωπαϊκό πολιτικό στερέωμα.

Η ενδυνάμωση των δυνάμεων της αριστερής αμφισβήτησης οφείλεται σε πολλούς λόγους. Ωστόσο, αντικείμενο αυτών των γραμμών δεν είναι η κατανόηση των αιτίων, αλλά των γνωρισμάτων και της δυναμικής αυτού του χώρου. Παρακάτω καταγράφονται μερικά χαρακτηριστικά του:

α. Πολύ μεγάλος οργανωτικός πλουραλισμός : ορθόδοξα κομμουνιστικά κόμματα, μετεξελιγμένα ΚΚ, Αριστερά Σοσιαλιστικά Κόμματα, Κοκκινο-πράσινα σχήματα, σχήματα με τροτσκιστική ή μαοϊκή προέλευση και, σε μια συνήθως πιο μετριοπαθή εκδοχή, τα οικολογικά κόμματα συγκροτούν τον χώρο στα αριστερά της Σοσιαλδημοκρατίας. Ποτέ η πέραν τής Σοσιαλδημοκρατίας Αριστερά δεν ήταν τόσο πλουραλιστική και τόσο πολυδιασπασμένη όσο είναι σήμερα.

β. Ασθενής οργανωτική και ταξική στήριξη: οι σημερινές οργανώσεις του «χώρου» είναι μη μαζικές και δεν διαθέτουν ούτε τη διείσδυση (σε γειτονιές, σε εργασιακούς χώρους) ούτε τη στερεότητα των παλαιών κομμουνιστικών οργανώσεων. Η κοινωνική βάση τους είναι πολυταξική, με αξιοσημείωτη αλλά περιορισμένη διείσδυση στην εργατική τάξη και στα κατώτερα υπαλληλικά στρώματα, με αξιοσημείωτη αλλά περιορισμένη επιρροή στις περισσότερο περιθωριακές ομάδες των μορφωμένων στρωμάτων.

γ. Ισχυρός διεθνιστικός προσανατολισμός: η τάση της συμμετοχής σε διεθνή δίκτυα (Ευρωπαϊκό Αριστερό Κόμμα, Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Φόρουμ κ.λπ.) είναι ισχυρή και ανταποκρίνεται σε μια πολιτική κουλτούρα που αποδίδει

Η «ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ»

επιστρέφει- για πρώτη φορά μετά το 1989- ως μια δύναμη αξιώσεων στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή

μεγάλη σημασία στις διεθνείς και υπερεθνικές διαστάσεις του πολιτικού γίγνεσθαι (η παγκοσμιοποίηση, ο ιμπεριαλισμός, η Ε.Ε.,

ο αμερικανικός παράγοντας).

δ. Ο αντι-νεοφιλελευθερισμός και ο πολιτισμικός φιλελευθερισμός προσδίδουν ιδεολογική συνοχή στον κατά τα άλλα έντονα ιδεολογικά κατακερματισμένο αυτόν χώρο. Ο μαρξισμός (παλαιός και νέος), η οικολογία, ο φεμινισμός, οι «πολυπολιτισμικές» επεξεργασίες βρίσκονται στη βάση της ιδεολογικής έμπνευσης των στελεχών του. Η κριτική στον νεοφιλελευθερισμό και η ευαισθησία απέναντι στα «δικαιώματα» των εκτός συστήματος ή κυρίαρχης κουλτούρας ομάδων (μετανάστες, θρησκευτικές, εθνοτικές ή άλλες μειονότητες) δίνουν τον τόνο και το κοινό ιδεολογικό focus του χώρου.

Α υτός λοιπόν ο χώρος που σήμερα ανασυντάσσεται (πρόκειται για «χώρο» και όχι για κόμμα, καθώς οι συνιστώσες του δεν συγκροτούν μια ενιαία κομματική οικογένεια) διαφέρει σημαντικά από την κομμουνιστική Αριστερά της προηγούμενης εποχής. Εκπροσωπεί μια νέα γενιά κομματικών διαμορφώσεων και αριστερής αμφισβήτησης. Είναι ένας μετακομμουνιστικός χώρος, παρά το γεγονός ότι σημαντικά τμήματά του διατηρούν- και διεκδικούν- την κομμουνιστική τους ταυτότητα.

Ηεκλογική του ενίσχυση εμφανίζεται ευθέως εξαρτημένη από τις συγκυρίες του πολιτικού ανταγωνισμού. Η ψήφος προς τον «χώρο» είναι κυρίως ψήφος κριτικής στις συνέπειες των ασκουμένων κυβερνητικών πολιτικών, παρά ψήφος αντικαπιταλιστική (η ήττα του αντικαπιταλισμού είναι βαθιά και δεν ακυρώνεται από κάποιες καλές εκλογικές επιδόσεις). Ένα σημαντικό τμήμα των εκλογέων του τοποθετείται ΰ cheval μεταξύ της Σοσιαλδημοκρατίας και της Αριστεράς και μετακινείται με ευκολία από τον έναν χώρο στον άλλον. Τα ανωτέρω προσδίδουν εκλογική και οργανωτική αστάθεια και εμποδίζουν την άσκηση επιρροής ανάλογης των εκλογικών μεγεθών. Ο κατακερματισμός και η απουσία μιας ελκυστικής ιδεολογικήςπρογραμματικής πρότασης, ικανής να ενοποιήσει (διά της πειθούς ή διά της ισχύος) το σύνολο των δυνάμεων του χώρου ενισχύουν τη ροπή προς τον καταγγελτικό λόγο («για όλα φταίει ο νεοφιλελευθερισμός»), ο οποίος σήμερα είναι παντοδύναμος. Αυτό δυσχεραίνει την αντιμετώπιση σύνθετων προβλημάτων (όπως η Ε.Ε.), εμποδίζει την προγραμματική καινοτομία και οδηγεί στο αναμάσημα τετριμμένων κουραστικών στερεοτύπων.

Τα ανωτέρω μειονεκτήματα δεν αναιρούν το μείζον γεγονός, ότι δηλαδή η «Αριστερά της Αριστεράς» επιστρέφει- για πρώτη φορά μετά το 1989- ως μια δύναμη αξιώσεων στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή. Και το ερώτημα που τίθεται είναι το εξής: Θα μπορέσει αυτός ο χώρος να αποκτήσει μια στιβαρή εκλογική δυναμική και έναν ελκυστικό ιδεολογικό και προγραμματικό λόγο ώστε να επηρεάσει σημαντικά την πορεία των ευρωπαϊκών κοινωνιών αλλά και της Ε.Ε.; Ή θα λειτουργήσει ως πρόσκαιρη δύναμη διαμαρτυρίας και ως δεξαμενή ιδεών και στελεχών για τον αιώνιο ανταγωνιστή και εταίρο, τη Σοσιαλδημοκρατία;

Ο Γεράσιμος Μοσχονάς είναι επίκουρος καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο